«Ο Κάφκα και η Kούκλα»: Ένα βιβλίο για τη δύναμη που έχουν οι ιστορίες να αλλάζουν ζωές και βλέμματα

Οι μαύρες σκληρές γραμμές, η φθινοπωρινή παλέτα και το κιτρινισμένο σαν φθαρμένο παλαιωμένο χαρτί: τα συστατικά του εξαιρετικού αυτού οπτικού «καφκικού» σύμπαντος

Ανοίγουμε το βιβλίο και ο χρόνος αρχίζει να μετράει αντίστροφα. Με ανοιχτά τα μάτια ονειρευόμαστε ότι βρισκόμαστε σε ένα πάρκο του Βερολίνου, φθινόπωρο. Τα πεσμένα πορτοκαλί και καφετιά φύλλα το μαρτυρούν. Ναι βρίσκεσαι στο φθινόπωρο του 1923 τότε που ο αγαπημένος σου Φραντς Κάφκα ζούσε στο Βερολίνο με την Ντόρα Ντιαμάντ, την τελευταία και πιο αληθινή του αγάπη.

Εκείνη την ημέρα και ενώ περπατούσαν στο πάρκο, ο Κάφκα και η Ντόρα συνάντησαν ένα κοριτσάκι, τη μικρή Ίρμα απαρηγόρητη να κλαίει επειδή είχε χάσει την κούκλα της, την Σούπσι. Συγκινημένος από τη θλίψη του κοριτσιού, ο Κάφκα του είπε πως η κούκλα δεν είχε χαθεί αλλά απλώς ταξίδευε ζώντας απίστευτες περιπέτειες.

«Η Σούπσι σου δεν χάθηκε, αλλά ταξιδεύει. Οι κούκλες αγαπάνε τα ταξίδια. Σου έγραψε ένα γράμμα». Και εδώ είναι η στιγμή που ξεκινάει μία από τις πιο συγκινητικές, συμπονετικές ιστορίες ενσυναίσθησης και ανθρωπιάς, και μια ιστορία που αναδεικνύει ένα διαφορετικό πρόσωπο για τον συγγραφέα που συνήθως είναι ζοφερό και μελαγχολικό όπως άλλωστε και οι ιστορίες του. Το πρόσωπο της γλυκύτητας, της καλοσύνης, της στοργής και της συμπόνιας.

Οι σχέσεις του Κάφκα με το οικογενειακό του περιβάλλον αλλά και τους ανθρώπους γενικά δεν υπήρξαν απόλυτα αρμονικές, εν μέρει λόγω και της ιδιαίτερης ιδιοσυγκρασίας του ίδιου όπως σκιαγραφεί κανείς εύκολα: «Εγώ δεν μπορώ να ζω με ανθρώπους. Μισώ απεριόριστα όλους τους συγγενείς μου, όχι επειδή είναι συγγενείς μου, αλλά απλώς επειδή είναι οι άνθρωποι που ζουν πλάι μου», αναφέρεται στο απόσπασμα από το βιβλίο του Κανέττι «Η άλλη δίκη» μια καταβύθιση στον χαρακτήρα και τις αδυναμίες του μεγάλου συγγραφέα.

Σκαρφίστηκε μια αλληλογραφία ανάμεσα στη χαμένη κούκλα και το κορίτσι και για τις επόμενες τρεις εβδομάδες έγραφε γράμματα στο κορίτσι, γράμματα με την υπογραφή της κούκλας του. Τα ταξίδια της με το τρένο, τις πεζοπορίες της σε ψηλά βουνά συντροφιά με υπέροχα μαβιά ηλιοβασιλέματα, τη γνωριμία της με τον Γκαουντί στη Βαρκελώνη, το απολαυστικό τσάι στο Λονδίνο συντροφιά με τον Ρότζερ Ράμπιτ.

Έτσι μέσω της δύναμης των επινοημένων ιστοριών της Σούπσι, βοήθησε τη νεαρή του φίλη να απαλύνει τον πόνο της, να ξεπεράσει την απώλεια, να θρηνήσει με αξιοπρέπεια αλλά και να της δώσει ενθάρρυνση και έμπνευση. Με τα γράμματά του της προσέφερε ένα νέα αισιόδοξο βλέμμα στη μέχρι τότε σκοτεινή φάση της ζωής της. Στα γράμματα αυτά αφιέρωσε χρόνο και σκέψη, στοιχεία που τη σειρά τους μεταμορφώθηκαν σε αγάπη, φροντίδα και γαλήνη στην ψυχή αυτού του μικρού κοριτσιού.

Αλήθεια πόσο υπέροχη η διαδρομή αυτή των συναισθημάτων, και της σκέψης; Μήπως όπως και κάθε άλλο γραπτό κείμενο, κάθε βιβλίο έχει αυτή τη θεραπευτική, κατευναστική ιδιότητα που σαν βάλσαμα γιατρεύει τον πόνο και τον θρήνο, μεταμορφώνει τη σκοτεινή για κάποιους πραγματικότητα, την ελαφραίνει.

Ο Κάφκα πέθανε από φυματίωση τον Ιούνιο του 1924, το καλοκαίρι που ακολούθησε τη σύντομη περίοδο ευτυχίας του που έζησε με την Ντόρα στο Βερολίνο. Πολλά χρόνια αργότερα η Ντόρα διηγήθηκε αυτά τα γεγονότα στη βιογράφο του Κάφκα τη Μάρθα Ρομπέρ. Κάποιοι άνθρωποι προσπάθησαν να βρουν το κορίτσι και τα γράμματα αλλά κανείς δεν τα κατάφερε. Η ταυτότητα του κοριτσιού παραμένει άγνωστη και τα γράμματα έχουν χαθεί. Το μόνο που έχουμε είναι οι αναφορές της Ντόρας.

Η ιστορία του Κάφκα και της κούκλας που ταξιδεύει έχει μαγέψει τη φαντασία των ανθρώπων εδώ και δεκαετίες. Η ορθότητα και η αλήθεια της είναι κάτι που παραμένει ένα μυστήριο. Κάποιοι προσπάθησαν να βρουν το κορίτσι αυτό αλλά μέχρι σήμερα κανείς δεν το έχει καταφέρει. O Αμερικανός μελετητής του έργου του Κάφκα, Mark Harman μετά από εκτενή έρευνα για αποδεικτικά στοιχεία της αλήθειας έχει αναφέρει ότι υπάρχουν δύο πιθανά σενάρια: το ένα είναι να αποτελεί επινόηση της Ντόρα Ντιαμάντ, κάτι που ωστόσο θεωρεί μάλλον απίθανο καθώς δεν υπήρχε κανένας λόγος να το κάνει και το δεύτερο, ότι τα γράμματα κάηκαν μαζί με κάποια άλλα από τα χειρόγραφά του είτε από την ίδια την Ντόρα, όταν ο Κάφκα της το είχε ζητήσει λίγο πριν πεθάνει, είτε από τους Γερμανούς που το 1933 έκαναν έφοδο στο σπίτι της στο Βερολίνο και κατάσχεσαν πολλά από τα χειρόγραφά του που ποτέ δεν βρέθηκαν.

Πολλοί παραμένουν θιασώτες της ιδέας πως πρόκειται για μια αληθινή ιστορία, ανάμεσά τους ο Paul Auster που την έχει συμπεριλάβει στο μυθιστόρημά του “The Brooklyn Follies” το 2005. Το 1982, ο Ronald Hayman ανέφερε την ιστορία της κούκλας στη βιογραφία του για τον Κάφκα και το 1984, ο κριτικός λογοτεχνίας Anthony Rudolf δημοσίευσε μια εκδοχή της ιστορίας, μεταφρασμένη από τα γαλλικά, στο λογοτεχνικό συμπλήρωμα του Jewish Chronicle. Ο Ρούντολφ προλογίζει το παραμύθι περιγράφοντάς το ως μια «απλή, τέλεια και αληθινή ιστορία Κάφκα».

Στην εισαγωγή του βιβλίου, η Αργυρώ Πιπίνη που ανέλαβε και τη μετάφραση θα σημειώσει σχετικά: «Δεν ξέρουμε αν αυτή η ιστορία είναι αληθινή – έτσι λένε. Δεν έχει όμως καμία σημασία, γιατί είναι μια ιστορία όμορφα ειπωμένη και εικονογραφημένη. Και μας δείχνει τη δύναμη που έχουν οι ιστορίες να αλλάζουν ζωές. Εσείς διαλέγετε αν θα την πιστέψετε. Αλλά διαβάστε την και απολαύστε την».

Στο σημείωμα της συγγραφέως Larissa Theule θα μάθουμε επίσης ότι η Ντόρα Ντιαμάντ είπε ότι, προσπαθώντας να βρει ένα τέλος σε αυτήν την ιστορία, ο Κάφκα αποφάσισε να βάλει την κούκλα Σούπσι να παντρεύεται τον αγαπημένο της και να φτιάχνει τη δική της οικογένεια. Ωστόσο η συγγραφέας Larissa Theule επιλέγει ένα διαφορετικό τέλος, αφουγκραζόμενη τη σύγχρονη εποχή, όπου τα κορίτσια αναλαμβάνουν πολλαπλούς ρόλους και ο γάμος δεν είναι πλέον αυτοσκοπός τους.

Η Rebecca Green στην εικονογράφηση έχει κάνει μια καταπληκτική δουλειά διαμορφώνοντας μια άκρως ενδιαφέρουσα, μελαγχολική ατμόσφαιρα δοκιμάζοντας όπως η ίδια αναφέρει πολλές διαφορετικές οπτικές και στυλ μέχρι να καταλήξει.

Εικόνες νοσταλγικές, μιας άλλης εποχής πάνω σε μια γήινη παλέτα εμπνευσμένες από την αισθητική και την οπτική του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Οι μαύρες σκληρές γραμμές, η φθινοπωρινή παλέτα και το κιτρινισμένο σαν φθαρμένο παλαιωμένο χαρτί: τα συστατικά του εξαιρετικού αυτού οπτικού «καφκικού» σύμπαντος μπορεί να μοιάζουν αυτονόητα και δεδομένα βλέποντας το ολοκληρωμένο πλέον έργο αλλά για την Green, ήταν μια «επώδυνη» διαδικασία μέχρι να φτάσει στην τελική τους επιλογή.

 

© 2010-2020 Rebecca Green
© 2010-2020 Rebecca Green
© 2010-2020 Rebecca Green

Και όλοι εμείς οι αναγνώστες θα την ευγνωμονούμε για την επιμονή της να μας παραδώσει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, γιατί αυτό που έχει επιτύχει είναι να έχουμε στα χέρια μας ένα αριστουργηματικό βιβλίο.

Σκέφτομαι γράφοντας αυτές τις γραμμές αν θα ήταν το ίδιο υπέροχο χωρίς το πρόσωπο του Κάφκα για ήρωα και τείνω να σκέφτομαι ότι η αντίθεση ανάμεσα στην πραγματική, από την αναμενόμενη συμπεριφορά, ενός ατόμου, ενός ενήλικα μπροστά στην εύθραυστη όψη ενός μικρού είναι ένα στοιχείο της μαγείας του βιβλίου. Και ο Κάφκα, το μοναδικό αυτό μελαγχολικό και σκοτεινό πνεύμα όταν σκύβει, όταν γονατίζει και ακούει και λίγο γίνεται παιδί στη θέση του παιδιού, για να παρηγορήσει και να ανοίξει ένα παράθυρο στο σκοτεινό δωμάτιο της θλίψης, είναι ένα γεγονός από μόνο του παρηγορητικό.

Γιατί ο άνθρωπος είναι ένα μικρό θαύμα. Έτοιμο για να συντελέσει πολλά ακόμα. Μόνο όμως όταν ξεπερνάει τον ίδιο του τον εαυτό και γονατίζει.

Το βιβλίο «Ο Κάφκα και η Κούκλα», κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.