Η Λυσιστράτη διδάχτηκε το 411 π.Χ. Η Αθήνα μέτραγε ήδη είκοσι χρόνια πολέμου – ο Πελοποννησιακός πόλεμος ξεκίνησε το 431 π.Χ. .– και ο Αριστοφάνης, γνωρίζοντας από πρώτο χέρι τι σημαίνει πόλεμος, δίνει με ευφυή τρόπο το δικό του ειρηνικό στίγμα. Με όπλα του το εύρημα της σεξουαλικής απεργίας, την ανελέητη σάτιρα και μια γλώσσα ευρηματική όσο και αθυρόστομη, καταδικάζει τον πόλεμο και προβάλλει την ανάγκη για πανελλήνια ενότητα. Ερωτικά τεχνάσματα, κωμικές παρεξηγήσεις και πληθωρική δράση συνθέτουν μια απολαυστική κωμωδία όπου η γυναικεία εξυπνάδα αναδεικνύεται η κινητήρια δύναμη που θα οδηγήσει στη συμφιλίωση.
Ο σκηνοθέτης της παράστασης Γιάννης Κακλέας σημειώνει: “Η Λυσιστράτη, γράφεται σε μια ιδιαίτερα πολυτάραχη περίοδο. Το 411 π.χ. η Αθήνα μετά την καταστροφική ήττα της σικελικής εκστρατείας, έχοντας χάσει μεγάλο αριθμό στρατιωτών, βρίσκεται στον εικοστό χρόνο του πελοποννησιακού πολέμου που ακόμα συνεχίζεται. Ο πόλεμος, έχει απελευθερώσει την ανθρώπινη σκληρότητα, έχει εγκαταστήσει την παρακμή, έχει εξοστρακίσει τον έρωτα και έχει αποχαλινώσει τη βία. Οι ανθρώπινες σχέσεις –άρα και οι σχέσεις ανάμεσα στα δύο φύλα- είναι κι αυτές ένας πόλεμος που διεξάγεται με διαφορετικά όπλα και άλλη στρατηγική.
Στην παράσταση, οι γυναικείοι ρόλοι ερμηνεύονται από άνδρες ηθοποιούς. Όχι σαν παρωδία της θηλυκότητας,
και ειρωνική μίμηση των γυναικείων μηχανισμών έτσι όπως οι άνδρες τους φαντάζονται, αλλά ως επίκληση του θηλυκού στοιχείου που έχει τη δύναμη να αλλάξει τους όρους του παιχνιδιού.
Το γυναικείο φύλο, δεν είναι μόνο το «άλλο» φύλο, δεν είναι απλά ο αντίθετος πόλος του αρσενικού. Είναι η ίδια η ενέργεια του έρωτα που δημιουργεί, χωρίς να καταργεί τις αντιθέσεις. Η «συνωμοσία» των γυναικών για να σταματήσει ο πόλεμος, είναι μια επανάσταση της ίδιας της ζωής ενάντια στον παραλογισμό και το θάνατο”.