«Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» του Έντβαρντ Μπέργκερ: O ενθουσιασμός για το σφαγείο

Οι αντιπολεμικές ταινίες ποτέ δεν είναι αρκετές

Την Κυριακή το βράδυ, χαράματα Δευτέρας, απονέμονται τα όσκαρ, οι οκτώ από τις δέκα υποψήφιες για το όσκαρ καλύτερης ταινίας έχουν προβληθεί κι έχουμε γράψει αναλυτικά για αυτές («Τα Πνεύματα του Ινισέριν», “Tár“, “Avatar: Τhe Way of Water”, “Τhe Fabelmans”, «Το Τρίγωνο της Θλίψης», “Εlvis”, “Top Gun: Maverick”, «Τα Πάντα Όλα»), η ένατη («Γυναικείες Κουβέντες») προβλήθηκε για μία εβδομάδα και τη δεύτερη ήδη εξορίστηκε σε απογευματινές προβολές, ενώ η δέκατη («Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο») δεν διανεμήθηκε ποτέ σε αίθουσες και προβάλλεται εδώ και λίγους μήνες στο Νetflix, του οποίου είναι και παραγωγή.

Είχαμε επιτέλους μια πολύ δυνατή κινηματογραφική σοδειά, με οκτώ στις δέκα ταινίες να έχουν ισχυρότατους λόγους ύπαρξης στη δεκάδα. Αντίρρηση προσωπικά έχω μόνο για τις δύο. Την είσοδο του “Top Gun” μπορώ να την καταλάβω μόνο για ό,τι σηματοδότησε γενικότερα για τη μαζική επιστροφή του κόσμου στις κινηματογραφικές αίθουσες, μετά τη λαίλαπα του κόβιντ, αλλά και ταυτόχρονα την ισχυρότατη εμπέδωση της συνήθειας των πλατφορμών ως μέσου παρακολούθησης ταινιών. Μπράβο λοιπόν για τη συνολική στάση του Τομ Κρουζ απέναντι στις αίθουσες, αλλά αυτοτελώς για το σίκουελ του “Top Gun” ως ταινία όχι. 

Όσο για τις «Γυναικείες Κουβέντες», θα μπορούσα ίσως να αντιληφθώ, με υπερβολικά καλή -ή μάλλον με αποκλειστικά πολιτικοποιημένη- διάθεση, τη συμβολική διάσταση της υποψηφιότητάς τους στη δεκάδα των ταινιών, αλλά την υποψηφιότητα στην πεντάδα των υποψηφιοτήτων του διασκευασμένου σεναρίου με τίποτα. Γιατί, παρά τον τίτλο, δεν είναι γυναίκες με σάρκα και οστά αυτές που μιλούν στην ταινία, είναι ιδέες γυναικών, είναι γυναίκες ως φορείς ιδεών και βιωμάτων, είναι αφηρημένες και όχι συγκεκριμένες γυναίκες, είναι γυναίκες που έχουν βγει από δοκίμια, άρθρα, δημοσιογραφικά ρεπορτάζ, όχι πάντως από μία ιστορία.

Αν η Σάρα Πόλεϊ κινηματογραφούσε το ίδιο ακριβώς θέμα (το οποίο ούτως ή άλλως το κινηματογραφεί με πολύ ενδιαφέρουσα ματιά), ανατινάζοντας τους διαλόγους των ηρωίδων της και βάζοντάς τες να μιλούν σαν αληθινοί άνθρωποι στο συγκεκριμένο χωροχρόνο τους και στο συγκεκριμένο πολιτιστικό περιβάλλον που έχουν ζήσει, θα είχε κάνει και μια πολύ πιο επιδραστική ταινία και κάτι που θα θύμιζε περισσότερο αφήγηση μιας ιστορίας, που ναι, φυσικά και εντελώς ευπρόσδεκτα θα προσπαθούσε να περάσει και σαφή μηνύματα, αλλά πάντως θα ήταν ιστορία και όχι δραματοποίηση από φιλόλογο ευγενικών ιδεών για σχολική παράσταση λυκείου. 

Το «Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» του Έντβαρντ Μπέργκερ, είναι η τρίτη μεταφορά του ομώνυμου εμβληματικού αντιπολεμικού μυθιστορήματος του Έριχ Μαρία Ρεμάρκ του 1929, καθώς έχουν προηγηθεί η βραβευμένη κινηματογραφική μεταφορά του Λιούις Μάιλστοουν του 1930 και μια τηλεοπτική μεταφορά του 1979. Εκτός από την υποψηφιότητα καλύτερης ταινίας, μετρά μία καλύτερης διεθνούς ταινίας και συνολικά δέκα υποψηφιότητες, ενώ κέρδισε πρόσφατα κι ένα σωρό BAFTA, ανάμεσα στα οποία καλύτερης ταινίας, καλύτερης ξενόγλωσσης, σκηνοθεσίας και σεναρίου.   

2023, ένας αιώνας και κάτι αργότερα, ένας πόλεμος μαίνεται ξανά στην Ευρώπη, έκλεισε το πρώτο έτος του, και αν το σκεφτούμε, μετά τους λίγους πρώτους ταραχώδεις μήνες του, δεν μαθαίνουμε και πολλά νεότερα από το ουκρανικό μέτωπο. Από τα δεκαεπτά εκατομμύρια νεκρούς του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, τρία εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στο δυτικό μέτωπο, όπου επί τέσσερα χρόνια οι γραμμές των αντιμαχόμενων μερών έμειναν περίπου απαράλλακτες, ελάχιστα μέτρα κερδήθηκαν εδώ κι εκεί. Η ταινία του Μπέργκερ επί δυόμισι ώρες εικονοποιεί αριστοτεχνικά αυτή την κόλαση και ταυτόχρονα αυτή την παράνοια. Δεν είναι μια κόλαση που δεν έχουμε ξαναδεί. Δεν είναι μια κόλαση που (είτε μιλάμε για τη γενικά πολεμική, είτε για την ειδική του Πρώτου Παγκοσμίου και των χαρακωμάτων) δεν μας είναι οικεία. 

Οικεία όμως ως θέαμα, όχι ως βίωμα. Πρόκειται για αυτή την τόσο ιδιαίτερη οικειότητα της φρίκης που έχουμε όχι ως άνθρωποι που την υφιστάμεθα, αλλά ως άνθρωποι που την παρακολουθούμε από απόσταση ασφαλείας. H κινηματογραφική απεικόνιση της φρίκης έχει όμως και μια έξτρα ιδιαιτερότητα: ενώ ως τηλεθεατές ή γενικότερα ως καταναλωτές επικαιρότητας, παρακολουθώντας εικόνες και εξελίξεις είτε από πολέμους, είτε από σεισμούς, είτε από τραγικά δυστυχήματα εισπράττουμε ατόφιο ζόφο και σκέτο σκοτάδι, η τέχνη έχει τον τρόπο, την ίδια ώρα που σε θέτει σε συνειδησιακή εγρήγορση και απευθύνεται στο συναίσθημά σου, να παράγει και ομορφιά, μια ομορφιά που πάει το παράδοξο χέρι-χέρι με τη φρίκη: οι εικόνες του «Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» είναι αποτρόπαιες αλλά εικαστικά υποβλητικές.  

Το «Ουδέν Νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο» μπορεί να σταθεί δίπλα σε όλες τις μεγάλες αντιπολεμικές ταινίες και να τις κοιτάξει στα μάτια. Και είναι κρίμα που στερηθήκαμε τη δυνατότητα να το παρακολουθήσουμε όπως του άξιζε, δηλαδή σε κινηματογραφικές αίθουσες. Και του άξιζε όχι μόνο για λόγους που έχουν να κάνουν με την οθόνη, την εικόνα, τον ήχο κλπ. Προφανώς και για αυτά, αλλά όχι κυρίως για αυτά. Κυρίως στερηθήκαμε τη συνθήκη της αφοσίωσης που σου δίνει η αίθουσα, τη συνθήκη της απερίσπαστης προσοχής, τη συνθήκη του ότι για ένα διάστημα χρόνου είσαι εσύ και η ταινία και κανείς ανάμεσά σας. Όσο κι αν ακόμη κι αυτή η συνθήκη τα τελευταία χρόνια αρχίζει να έχει ρωγμές, με τα κινητά που αναβοσβήνουν στο σκοτάδι, δεν έχει πάντως εκλείψει και είναι παραπάνω από πολύτιμη.

Κλείνοντας, το πρόβλημα με τις αντιπολεμικές ταινίες είναι τελικά το εξής: όσο πειστικά και καταλυτικά κι αν μας μεταδίδουν την κτηνωδία και τον παραλογισμό του πολέμου, είναι σαν η μετάδοση αυτή να έχει ένα όριο. Σαν να έχουμε στο ένα μέρος του μυαλού μας πόσο άσχημο πράγμα είναι ένας πόλεμος και σε ένα άλλο μέρος του μυαλού μας να εξετάζουμε αυτοτελώς οτιδήποτε θα μπορούσε δυνητικά να προκαλέσει πόλεμο ή να διατηρήσει σε ισχύ ένα υφιστάμενο πόλεμο. Εκεί ο τρόπος σκέψης μας αλλάζει, εκεί τα διακυβεύματα αίφνης αλλάζουν, στο μπροστά μέρος του μυαλού μας παύει ο πόλεμος να είναι αυτό το τεράστιο κακό και μας απασχολούν άλλα κακά που είναι ακόμη πιο τεράστια. Και κάπως έτσι, στις αρχές της ταινίας υπερενθουσιασμένοι μαθητές που μόλις τέλειωσαν το σχολείο, κατατάσσονται εθελοντικά και μεταβαίνουν στο σφαγείο τους. 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.