«Το πάρτυ της ζωής μου» σε απόδοση Ελένης Ράντου και σκηνοθεσία Ανέστη Αζά: Ευτυχής γάμος από έρωτα

Ισορρόπησε μαεστρικά στις συχνές εναλλαγές γέλιο/κλάμα, χωρίς να καταλήξει σε κάτι που να θυμίζει παλαιικά σόου της Λάιζα Μινέλι

Κατεβαίνοντας τα σκαλιά του θεάτρου Διάνα, δεν μπορούσα να θυμηθώ καν πότε ήταν η τελευταία φορά που είχα βρεθεί εδώ. Τα παλαιά εμπορικά θέατρα του κέντρου της Αθήνας δεν είναι τα πρώτα στις επιλογές μου. Η αλήθεια είναι πως υπάρχει ένα είδος άτυπου διαχωρισμού: από τη μια το κοινό που πηγαίνει στο θέατρο για να διασκεδάσει, να ξεχαστεί, να ξεδώσει, να γελάσει, και συνήθως θέλει να δει πρωταγωνιστές που ήδη γνωρίζει από την τηλεόραση και από την άλλη αυτό που ενδιαφέρεται για το θέατρο ως Τέχνη και παρακολουθεί σκηνοθέτες και ηθοποιούς με πιο σύνθετες αναζητήσεις. Και η κριτική, προφανώς διαισθανόμενη πως το κοινό που τη διαβάζει και την παρακολουθεί ανήκει κυρίως στη δεύτερη κατηγορία, συνήθως ξεκινά την περιπλάνησή της από τα θεσμικά θέατρα, κρατικά ή των μεγάλων ιδιωτικών θεσμών, κατόπιν τις παραστάσεις όσων ήδη έχουν ένα όνομα που αφορά αυτή την κατηγορία κοινού. Κάθε τόσο -όχι συχνά- υπάρχουν διασταυρώσεις, συναντήσεις ανάμεσα στους συντελεστές αυτών των δύο ειδών. Μια τέτοια περίπτωση είναι «Το πάρτυ της ζωής μου».

Η Ελένη Ράντου είναι μια ηθοποιός που έχει συνηθίσει να παίζει σε γεμάτο θέατρο, ενώπιον ενός κοινού που την έχει απολαύσει στις τηλεοπτικές σειρές, όπου έχει λάβει μέρος, και πηγαίνει να τη δει περιμένοντας να γελάσει. Παρόλα αυτά, εδώ και χρόνια αναμφίβολα κάνει ποιοτικές δουλειές. Δύσκολα θα την κατηγορούσε κανείς για «αρπαχτή»: επιλέγει αξιόλογους, σημαντικούς συχνά σκηνοθέτες, εκλεκτούς συνεργάτες στο καστ, προσεγμένες παραγωγές. Ο Ανέστης Αζάς, σκηνοθέτης με αξιόλογη πορεία στο θέατρο ντοκιμαντέρ, αλλά και συνυπεύθυνος με τον Πρόδρομο Τσινικόρη επί τέσσερα χρόνια της Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου -ποτέ δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω πόσο ανεκτίμητη υπήρξε η προσφορά τους στο ελληνικό θέατρο του σήμερα- πέτυχε με την τελευταία του δουλειά, «Η Δημοκρατία του Μπακλαβά», όχι μόνο να κάνει μια θαυμάσια παράσταση, αλλά να γεμίσει και την αίθουσα: ιδανικός συνδυασμός. 

Το σημαντικό στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι, όπως προκύπτει εκ του αποτελέσματος, και οι δύο πλευρές φαίνεται να κάθισαν στο τραπέζι με ειλικρινή διάθεση συνεργασίας. Ο Ανέστης Αζάς δεν προσπάθησε να επιβάλει την παρουσία του αναζητώντας ευρήματα, κάνοντας ορατές τις παρεμβάσεις του, δίνοντας μια αίσθηση «πρωτοπορίας» σε ένα κείμενο που εμφανώς δεν τη σηκώνει. Θα ήταν ό,τι πιο λάθος θα μπορούσε να κάνει –και ευτυχώς το γνώριζε. Καθοδήγησε την πληθωρική του ηθοποιό σε μια ισορροπία: το αποτέλεσμα δεν διολισθαίνει προς τη μπαλαφάρα στα πιο κραυγαλέα κωμικά σημεία, αλλά ούτε και στο μελό στα προφανώς δραματικά. Κι αυτή η λείανση των αιχμών έκανε πιο έντονη τη συγκίνηση του κοινού τις στιγμές που αυτή προέκυπτε, αλλά και το γέλιο πιο εκλεπτυσμένο. Έκανε το σκηνικό αποτέλεσμα πιο σημερινό με παρεμβάσεις που παρέμεναν αδιόρατες –σχεδόν αθέατες.

Από τη μεριά της, η Ελένη Ράντου αφέθηκε να βοηθηθεί από τον άνθρωπο που κάλεσε γι’ αυτό τον σκοπό εγκαταλείποντας σχεδόν όλες τις ευκολίες της. Δεν αναζήτησε απλώς μια υπογραφή πιο «μοντέρνου» σκηνοθέτη διατηρώντας ακέραιες τις μανιέρες της. Δεν γνωρίζω το αυθεντικό κείμενο “Every brilliant thing”, άρα ούτε και τον τρόπο με τον οποίο η Ράντου το έφερε στα καθ’ ημάς με αναφορές σε γεγονότα και καταστάσεις που έχει βιώσει η γενιά της και γενιά μου. Όμως τα σημεία που υποψιάζομαι που διασκεύασε, αλλά και αυτά που μάλλον έγραψε από την αρχή, διατήρησαν ένα μέτρο και μια διακριτικότητα, με αποτέλεσμα ακόμα και τα κλεισίματα του ματιού προς το κοινό να μη γίνονται ποτέ υπερβολικά εύκολα ή φτηνά. Ισορρόπησε μαεστρικά στις συχνές εναλλαγές γέλιο/κλάμα, χωρίς να καταλήξει σε κάτι που να θυμίζει παλαιικά σόου της Λάιζα Μινέλι.

Η παράσταση του θεάτρου Διάνα είναι απολαυστική. Είναι διασκέδαση χωρίς να παραγίνεται εύκολη. Και δείχνει τον δρόμο για παρόμοιες συνεργασίες που θα μπορούσαν να ανανεώσουν το θέατρο για το ευρύ κοινό –αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε και λαϊκό, ρισκάροντας διάφορες παρεξηγήσεις- αλλά και ταυτόχρονα να βοηθήσουν τους νεώτερους δημιουργούς του σύγχρονου θεάτρου μας να βγουν για λίγο από το δικό μας μικρόκοσμο και να απευθυνθούν σε ένα ευρύτερο κοινό. Είναι αυτό που ονομάζουμε ελληνιστί win-win.

Το ντούο String Demons συνόδευσε ευφρόσυνα την πλοκή με τις παρεμβάσεις του χωρίς υπερβολές που θα κούραζαν. Η Μαγιού Τρικεριώτη στα σκηνικά, η Χριστίνα Θανάσουλα στους φωτισμούς και η Αντιγόνη Γύρα στην κίνηση, κινήθηκαν ευφυώς προς τη γραμμή της σκηνοθεσίας: αισθητική αρτιότητα χωρίς υπερβολές που θα ξένιζαν.

Info παράστασης:

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.