«Πού έδυ μου το κάλλος» της Ράνιας Καπετανάκη: Καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα

Πού έδυ μου το κάλλος

Εκεί που ένας θεατρικός χώρος θα τα δραματοποιούσε υπερβολικά, θα το έκανε «θέατρο», το μαγικό σημείο που επέλεξε η Καπετανάκη, μια μεταλλική σκάλα στο Λυκαβηττό που οδηγεί προς τις σειρήνες συναγερμού, λειτούργησε καθαρτήρια

Φωτογραφίες: © NKatsaros

Οφείλω να ξεκινήσω με μια εξομολόγηση: ουδέποτε μου άρεσε η γραφή της Λιλής Ζωγράφου. Μου φαινόταν πάντοτε υπερβολικά επιτηδευμένη στο ύφος της. Υπερβολικά «τραβηγμένα» τα βάσανα των ηρωίδων της. Υπερβολικά προφανής στον φεμινισμό της. Υπερβολικά πρόχειρη και αυτοεκπληρούμενη στις μελέτες (;) της. Υπερβολικά …υπερβολική. Προσπαθώ, λοιπόν, κι ο ίδιος να εξηγήσω πώς το εγχείρημα της Ράνιας Καπετανάκη με καθήλωσε σε αυτό το βαθμό.

Είναι προφανές πως η δημιουργός της παράστασης αγάπησε πολύ είτε το ίδιο το κείμενο, είτε αυτό που έχει να πει, και του επεφύλαξε ίσως την καλύτερη τύχη που θα μπορούσε να έχει. Εκεί που ένας θεατρικός χώρος θα τα δραματοποιούσε υπερβολικά, θα το έκανε «θέατρο», το μαγικό σημείο που επέλεξε η Καπετανάκη, μια μεταλλική σκάλα στο Λυκαβηττό που οδηγεί προς τις σειρήνες συναγερμού, λειτούργησε καθαρτήρια. Η ίδια ανέβηκε τη σκάλα ξυπόλυτη, αργά και τελετουργικά, φορώντας ένα πάλλευκο φόρεμα που μοιάζει με νυφικό –ή με σάβανο- και του οποίου η ουρά ξετυλίγεται αενάως. Η άνοδος είναι ο Γολγοθάς της και ταυτόχρονα η ανάληψή της στους ουρανούς. Ανεστραμμένη, μπορεί κάλλιστα να είναι και η καταβύθιση στα έγκατα της Κόλασης. Όπως είναι ο έρωτας, όπως μπορεί να είναι η συνύπαρξη αυτού που ο Μπότο Στράους αποκαλεί «ανθρώπινο τετράποδο» -του ζευγαριού. Η Μαρία, η ηρωίδα του «Πού έδυ μου το κάλλος», θα συνεχίσει την ανάβασή της μέχρι να χαθεί από τα μάτια μας. Άλλωστε, σε πολλά μέρη της χώρας συνηθίζεται οι νέες γυναίκες που δεν έφτασαν εν ζωή ως τα δεσμά του γάμου, να οδηγούνται στον τάφο φορώντας νυφικό.

Η Ράνια Καπετανάκη είχε τη λαμπρή ιδέα να χωρίσει τη φωνή από το σώμα: όσο η Μαρία βαδίζει το δρόμο της μέσα στη ζωή εν τάφω, η αφήγηση ακούγεται ηχογραφημένη. Είναι εντυπωσιακό το πόσο σωστή είναι η εκφορά του λόγου της: σχεδόν στεγνή, χωρίς μεγάλες διακυμάνσεις, όπως και η ζωή της Μαρίας. Χωρίς –προς Θεού- δραματικότητες, υπερβολές και «θέατρο». Σπαρακτική ακριβώς λόγω αυτής της σχεδόν γραμμικότητας. Εκεί που η τόσο αγαπημένη στη συγγραφέα πλοκή του χαμένου έρωτα ανάμεσα σε μια όμορφη Ελληνίδα και έναν αξιωματικό του Στρατού Κατοχής οδηγεί σχεδόν υποχρεωτικά προς το μελόδραμα, η ερμηνεύτρια έχει τη σοφία να πατήσει φρένο και να τραβήξει και χειρόφρενο. Είναι ακριβώς αυτή η ασάλευτη και αδάκρυτη ζωή που καθιστά το βάρος αφόρητο.

Όταν η Μαρία θα λάβει, τριάντα χρόνια αργότερα, το γράμμα του μεγάλου και μοναδικού της έρωτα που την ειδοποιεί πως είναι ακόμα ζωντανός κι έρχεται στο νησί της να την ξαναδεί, είναι η μοναδική της συντροφιά επί τρεις δεκαετίες αυτή που θα σταθεί ανάμεσα σε εκείνη και το αντικείμενο της λατρείας της: ο καθρέφτης της. Εμβρόντητη μπροστά στην απώλεια εκείνου που είχε συνηθίσει να θεωρεί εαυτό της – εκείνη, η ωραιότερη κοπέλα του νησιού- κι αδυνατώντας να πιστέψει πως ο χρόνος που έχει εγγραφεί πάνω της δεν της στερεί κάτι, απλά πλουτίζει την ομορφιά της με νέες πινελιές –σκέψη δύσκολη ακόμα και για σήμερα, προφανώς αδιανόητη για τότε- αφήνει τα τριάντα χρόνια χωρισμού να επιμηκυνθούν ως το φυσικό της τέλος, αρνούμενη να ξαναδεί τον αγαπημένο της. Εκδικείται εκείνον για την ακούσια φυσική του απουσία, κι εκδικείται τον σύζυγό της για τη δική του μη επιθυμητή παρουσία. Όταν θα καταλάβει πως η εκδίκησή της επιστρέφει να τη χτυπήσει καταπρόσωπο, όλα θα έχουν ήδη τελειώσει.

Σωστότατη επίσης η σκέψη οι δύο άνδρες του δράματος, οι δύο όψεις του νομίσματος, να παραμείνουν μέχρι τέλους αθέατοι, απόντες. Ο ένας στερήθηκε για πάντα τη Μαρία διά της απουσίας του, ο άλλος περνώντας τη ζωή του πλάι της ενώ εκείνη παραμένει απούσα –ένα πουκάμισο αδειανό. Θύματα και οι δύο της λατρείας μιας ομορφιάς αρνησίγερης, ενώ η ίδια η Μαρία ταυτόχρονα θύμα και θύτης.

Χειρουργικής ακρίβειας, φωνητικά και σωματικά, η ερμηνεία της Ράνιας Καπετανάκη, που γνωρίζει πως το λιτό γεννά το τραγικό. Απόλυτα εναρμονισμένη με την ιδέα και η κίνησή της, που επιμελήθηκε η Κατερίνα Γεβετζή. Θεσπέσιο το φόρεμα που δημιούργησε η Δάφνη Αηδόνη. Οι μουσικές παρεμβάσεις του Λουκά Γιαννακίτσα στο κοντραμπάσο κινήθηκαν σοφά προς το ελάχιστο, κι έτσι λειτούργησαν άψογα. Γνωρίζοντας τον τρόπο που λειτουργεί η Μαριλένα Ρασιδάκη, είμαι σίγουρος πως η συμβολή της υπήρξε ουσιαστική.

Τελικώς ήταν αναπόφευκτο, όταν ο άξονας του κειμένου είναι η ομορφιά και η απώλειά της, όπως και το πώς οδηγεί αναπόδραστα στην τραγωδία, όλα σε αυτό το θέαμα να είναι τόσο όμορφα: το σημείο, κρυφό σχεδόν, σαν καλά κρυμμένο μυστικό, το φως πριν τη δύση, το φόρεμα που άστραφτε, η Ράνια Καπετανάκη. Πώς αλλιώς;

Info παράστασης

Πού έδυ μου το κάλλος
Λυκαβηττός | 24 & 25 Σεπτεμβρίου

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.