«Οι Λουόμενες» της Κατερίνας Μαυρογεώργη: Σκέτη απόλαυση

H γραφή της Μαυρογεώργη είναι απολαυστική, βαθιά, τρυφερή, δαιμονικά αστεία, σπαρακτική και με μια οικονομία και ταχύτητα που δείχνουν μια ανέλπιστη συγγραφική ωριμότητα

Φωτογραφίες: © Αναστασία Γιαννάκη

Μέσα στη ζούγκλα που έχει καταντήσει το αθηναϊκό θέατρο –πώς αλλιώς να χαρακτηρίσω αυτό τον αγώνα επιβίωσης για όλους;- ανθίζουν ευτυχώς και κάποια κρυφά λουλούδια που κατορθώνουν να μακροημερεύσουν. Για τρίτη χρονιά συνεχίζονται «Οι λουόμενες» της Κατερίνας Μαυρογεώργη, χωρίς πλάτες, χωρίς διαφημιστικές εκστρατείες, χωρίς καθημερινό «σπρώξιμο» από πρωινές ή μεσημεριανές τηλεοπτικές εκπομπές. Τις είδα πέρυσι στο τέλος της σαιζόν στο θέατρο Skrow (R.I.P.), και ξαναπήγα στο Tempus Verum να τις δω και δεύτερη φορά, χρησιμοποιώντας αυτό το κείμενο ως πρόσχημα για να τις χαρώ και πάλι.

Τρεις γυναίκες μόνες συναντιούνται σε ένα κέντρο ιαματικών λουτρών την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Σιγά-σιγά, η καθεμιά τους θα αποκαλύψει τον κόσμο και τα μυστικά της. Δραματική κωμωδία ή δράμα με σαρκαστική ματιά; Μικρή σημασία έχει. Το σημαντικό είναι πως η γραφή της Μαυρογεώργη είναι απολαυστική, βαθιά, τρυφερή, δαιμονικά αστεία, σπαρακτική και με μια οικονομία και ταχύτητα που δείχνουν μια ανέλπιστη συγγραφική ωριμότητα. Είναι μια γραφή γυναικεία, με τρόπο ουσιαστικό, σε ότι αφορά τη θεώρηση του κόσμου. Έλεγε η αείμνηστη συγγραφέας Φρανσουάζ Ξενάκη, σύζυγος του συνθέτη που όλος ο κόσμος εκτός από την πατρίδα του κοίταζε με δέος, σαρκάζοντας τα δημοσιογραφικά κλισέ: «Τι θα πει γυναικεία γραφή; Να γράφω σαν να φορώ τις ωοθήκες μου ως φιόγκο γύρω από το λαιμό μου;». Εδώ, λοιπόν, ισχύει ακριβώς το αντίθετο: η συγγραφέας μιλά για εμπειρίες και τραύματα που αφήνουν την αίσθηση του βιωμένου χρόνου, χωρίς διδακτισμούς και χωρίς να χρειάζεται να «δείχνει», γιατί απλούστατα «είναι». Και σκηνοθετεί σαν να πρόκειται για το έργο ενός άλλου, αφήνοντας χώρο στις τρεις εξαιρετικές της ηθοποιούς να το κάνουν δικό τους. Εξαιρετική ηθοποιός η ίδια, δεν είδε τη σκηνοθεσία ως προαγωγή, αλλά λειτούργησε υποδειγματικά, στήνοντας το μηχανισμό ενός κειμένου που εκείνη γνώριζε καλύτερα από τον καθένα. Απέφυγε όλα τα αναμενόμενα σφάλματα: ούτε άφησε το έργο να φλυαρήσει προκειμένου να υπερασπιστεί κάθε λέξη που έγραψε, ούτε «υπερσκηνοθέτησε» τις ηθοποιούς της: τους έδωσε τη δημιουργική ελευθερία που θα ήθελε να δίνεται και στην ίδια όταν βρίσκεται σε αυτή τη θέση.
Και τι ηθοποιοί είναι αυτές… Η Νικολίτσα Ντρίζη, ηθοποιός αναγνωρισμένης αξίας και ιδιαίτερης πληρότητας, χτίζει την ιδιοκτήτρια των λουτρών με λεπτομέρειες, τόνους και ημιτόνια και διαβολεμένο κέφι. Η Κατερίνα Λάττα, έχοντας τον πιο πληθωρικό, έτοιμο να αγαπηθεί από τους θεατές ρόλο, δεν αφέθηκε στην ευκολία του: δημιούργησε ένα χαρακτήρα συναρπαστικό, εκεί που θα μπορούσε να έχει απλά σκιαγραφήσει ένα τύπο.

Ο λόγος που αναφέρομαι ξεχωριστά στη Μαρία Πετεβή είναι απλά γιατί είναι η νεαρότερη από τις τρεις –δεν θα ήθελα να κάνω διακρίσεις σε ένα τόσο λαμπρό και λειτουργικό σύνολο. Η νέα ανακάλυψη κερδίζει περισσότερο χώρο συνήθως! Η ερμηνευτική της ωριμότητα είναι αντιστρόφως ανάλογη της ηλικίας της. Μη έχοντας επαφή με το τηλεοπτικό γίγνεσθαι, ούτε με το θόρυβο που προκάλεσε το σήριαλ στο οποίο συμμετείχε, έμεινα ενεός μπροστά στην παλλόμενη, φλεγόμενη ηθοποιό που είδα στη σκηνή. Η Ιφιγένειά της το καλοκαίρι επιβεβαίωσε την αρχική εντύπωση. Ο τρόπος που προσέγγισε στις «Λουόμενες» αυτό το πλάσμα των είκοσι δύο ετών που είναι ακόμα ξένη σε αυτό τον κόσμο –όπως έλεγε ο Καπουλέτος για την κόρη του Ιουλιέτα- ακροβατεί ανάμεσα στο κωμικό και το τραγικό ακριβώς όπως απαιτούσε το κείμενο που είχε στα χέρια της. Θα περιμένω με ενθουσιασμό τα σπουδαία πράγματα που θα κάνει η Μαρία Πετεβή στο μέλλον.

Αν η Κατερίνα Μαυρογεώργη είχε ζητήσει τη γνώμη μου, θα της είχα πει να μη βιαστεί να γράψει, και αν το πράξει οπωσδήποτε να μην το σκηνοθετήσει η ίδια. Θα είχα κάνει λάθος και στα δύο: έγραψε μια εργάρα και σκηνοθέτησε μια παραστασάρα. Γι αυτό και δεν είναι πάντοτε καλό να δίνετε ή να ακολουθείτε συμβουλές. Το ίδιο ισχύει και για τις κριτικές: καλή η ενημέρωση, αλλά καλύτερο το να πηγαίνετε να βλέπετε θέατρο όσο συχνότερα σας επιτρέπει η δύσκολη –σε ότι αφορά το χρόνο αλλά και τα χρήματα- καθημερινότητα. Αν το πράξετε, μπορεί να σταθείτε τυχεροί και να πέσετε πάνω σε μια παράσταση όπως «Οι λουόμενες». Δεν συμβαίνει συχνά, αλλά συμβαίνει συχνότερα από ότι θα μας επέτρεπαν να ελπίζουμε οι αντικειμενικές συνθήκες υπό τις οποίες γίνεται θέατρο στην Αθήνα. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν σε μικρές αίθουσες περισσότερες αξιόλογες δουλειές από ότι φαντάζεται κανείς –περισσότερες αναλογικά από ότι σε διάσημες θεατρικές πρωτεύουσες της Ευρώπης. Κι αυτό είναι ήδη ένα μικρό θαύμα.

Info:

Οι Λουόμενες | θέατρο Tempus Verum

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.