«Μήδεια» σε σκηνοθεσία Αιμίλιου Χειλάκη & Μανώλη Δούνια: Η ηδονή της τιμιότητας

Η «Μήδεια» των Χειλάκη-Δούνια δεν είναι μια ρηξικέλευθη πρόταση που χαράσσει νέους δρόμους, όμως είναι μια παράσταση εξαιρετικά δουλεμένη χωρίς ίχνος επιτήδευσης ή δηθενιάς, και με εξαιρετικούς συντελεστές σε όλες τις θέσεις

Παρόλες τις, κατά καιρούς, μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες και τη δημοφιλία του, ο Αιμίλιος Χειλάκης παραμένει ένας άνθρωπος αφοσιωμένος, ταγμένος στο θέατρο. Απλώς έχει κατασταλάξει σε συγκεκριμένες αποφάσεις σχετικά με αυτό. Συχνότατα ανεβάζει πολυέξοδες παραστάσεις συνεργαζόμενος με γνωστούς ιδιώτες παραγωγούς, και εννοεί αυτές οι δουλειές να βγάζουν τα έξοδά τους –πράγμα που σημαίνει πως απευθύνεται σε αυτό που έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε «ευρύ κοινό». Όμως είναι μεγάλο λάθος να θεωρήσει κανείς πως αυτές οι δουλειές είναι μέτριες ή πρώτου επιπέδου. Επίσης, έχει επιλέξει να έχει σταθερές συνεργασίες: αυτή με τη σύντροφό του και στη ζωή Αθηνά Μαξίμου, με τον μόνιμο συν-σκηνοθέτη του Μανώλη Δούνια, τον οποίο θυμάμαι παλαιόθεν από τη συνεργασία του με τον Δημήτρη Μαυρίκιο -κι αυτό ήδη σημαίνει πολλά- όπως και με αρκετούς ηθοποιούς που επανέρχονται στις διανομές του. Έχει, τρόπον τινά, μια λογική ομάδας θεάτρου στο χώρο των «εμπορικών» -ήδη μετανιώνω που χρησιμοποιώ τη λέξη- παραγωγών.

Όπως έχω γράψει πολλάκις στο πρόσφατο παρελθόν, όταν εξετάζουμε τις ομοειδείς παραγωγές μιας συγκεκριμένης θεατρικής περιόδου, οφείλουμε να λειτουργούμε και συγκριτικά. Και θα γίνω αμέσως πιο συγκεκριμένος. Η «Μήδεια» των Χειλάκη-Δούνια δεν είναι μια ρηξικέλευθη πρόταση που χαράσσει νέους δρόμους, ούτε θα περάσει στην ιστορία ως μια μοναδική ανάγνωση του αριστουργήματος του Ευριπίδη. Όμως είναι μια παράσταση εξαιρετικά δουλεμένη, άψογης εντιμότητας και καθαρότητας, χωρίς ίχνος επιτήδευσης ή δηθενιάς, και με εξαιρετικούς συντελεστές σε όλες τις θέσεις. Επίσης, είναι καλύτερη από τις μισές περίπου παραστάσεις που είδαμε στο Φεστιβάλ Επιδαύρου –πράγμα που ήδη κάτι λέει για την ορθότητα των επιλογών σε αυτό το τελευταίο. Δεν είναι καθόλου μικρά επιτεύγματα όλα αυτά όταν αναμετράται κανείς με μια αρχαία τραγωδία.

Η σκηνοθετική γραμμή ήταν η επιλογή τριών υποκριτών για τους ρόλους. Η Αθηνά Μαξίμου ως –διαρκώς παρούσα επί σκηνής- Μήδεια, ο Αιμίλιος Χειλάκης ως Παιδαγωγός, Κρέων και Ιάσων. Η μία από τις δύο κινήσεις ματ που απογείωσαν την παράσταση ήταν η επιλογή του τρίτου υποκριτή:

Τροφός, Αιγέας και Άγγελος, σε τρεις εξαιρετικές ερμηνείες, ο Αναστάσης Ροϊλός. Ηθοποιός που έχει μαθητεύσει κοντά στον Θεόδωρο Τερζόπουλο, αλλά και τον Ταντάσι Σουζούκι –του οποίου, μάλιστα, το βιβλίο «Πολιτισμός είναι το σώμα» μετέφρασε εξαιρετικά ο ίδιος στη γλώσσα μας- δείχνει τη στόφα του σε ό,τι του ζητήθηκε να κάνει.

Η δεύτερη κίνηση ματ ήταν η επιλογή του Δημήτρη Καμαρωτού στη μουσική –και μάλιστα η παρουσία του ίδιου επί σκηνής να ερμηνεύει ζωντανά. Όταν έχει κανείς την τύχη να συνεργάζεται με τον Καμαρωτό, το αποτέλεσμα φαίνεται σε όλη την ηχητική δραματουργία της παράστασης. Προφανώς στη μουσική και τα τραγούδια που έγραψε για τη Γιώτα Νέγκα –αληθινή έκπληξη, ούτε η τραγουδίστρια επαναλαμβάνει τον εαυτό της, ούτε ο συνθέτης επιχειρεί σώνει και καλά να τη φέρει στα νερά του- όπως και στη διδασκαλία του χορού, αλλά και σε ό,τι φτάνει στ’ αυτιά του θεατή. Κάποτε θα έπρεπε να μελετηθεί ενδελεχώς ο ρόλος που έχει παίξει η δουλειά του Καμαρωτού στις παραστάσεις του Βογιατζή, του Μαρμαρινού του Καραντζά, αλλά και τόσες άλλες…

Η Αθηνά Μαξίμου επιτυγχάνει μια Μήδεια απολύτως θεμιτή και πειστική, χωρίς να φτάνει ούτε στην «δύο φορές βάρβαρη, από καταγωγή και από έρωτα» που έλεγε στην ιστορική εισαγωγή του ο μέγας Χειμωνάς, ούτε στο παράφορο Τέρας που διαπράττει το αδιανόητο. Η ερμηνεία της χαρακτηρίζεται από ισορροπία και αρτιότητα.

Νιώθω πως στη συγκεκριμένη παράσταση ο Αιμίλιος Χειλάκης –ηθοποιός αδικήθηκε από το Χειλάκη-σκηνοθέτη. Παρόλο που είναι σωστός και επαρκέστατος και στους τρεις ρόλους που του αναλογούν, αισθάνεται κανείς πως ένας ηθοποιός σαν αυτόν θα μπορούσε να τους προχωρήσει ακόμα πιο πέρα. Και προφανώς ο χρόνος και η ενέργεια που απαιτεί η διπλή ιδιότητα ποτέ δεν επαρκούν. Κατανοητό το πρόβλημα: ήθελε να δει τις σκέψεις του για το έργο πάνω στη σκηνή, αλλά το κοινό του ήθελε να δει τον ίδιο.

Η Μυρτώ Αλικάκη είναι μια άλλη ξεχωριστή περίπτωση: μια πολύ καλή ηθοποιός ικανή να εντάσσεται σε ένα σύνολο και να υπηρετεί την ομαδική προσπάθεια. Ακόμα και την εποχή που όλη η Ελλάδα την έβλεπε στην τηλεόραση, εκείνη έπαιζε Γκολντόνι στο Θέατρο Τέχνης πλάι στον αξέχαστο Δημήτρη Οικονόμου. Στο πρόσωπό της συνυπάρχουν ήρεμα το ήθος και το ταλέντο.

Ο χορός εμφανίζει ομοιογένεια και αποτελεσματικότητα, βοηθούμενος τόσο από τη μουσική διδασκαλία του Καμαρωτού, όσο και από την πολύ καλή κίνηση της Πατρίσιας Απέργη: ούτε παραγεμίσματα, ούτε πέρα-δώθε χωρίς νόημα: όλα ενταγμένα στη δραματουργία.

Η σκηνογραφία της Εύας Νάθενα είναι λιτή, λειτουργική και ουσιαστική. Ομολογώ πως κάποια από τα κοστούμια –του χορού, για παράδειγμα- μου άρεσαν λιγότερο, μου άφησαν μια αίσθηση στρατιωτική.

Οι φωτισμοί μιας παράστασης που περιοδεύει σε κάθε λογής θέατρα ανά τη χώρα, έχουν τόσο περίπλοκες ανάγκες, που προσωπικά δεν μπορώ να έχω άποψη για τη δουλειά του Νίκου Βλασόπουλου. Εύκολα θα μπορούσε να αδικήσει κανείς έναν τόσο σοβαρό καλλιτέχνη και επαγγελματία για όλους τους λάθος λόγους, και μάλιστα ανεξάρτητους από τη θέλησή του.

Στη μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα υπήρξαν σημεία του έργου που έχω συνηθίσει να τα ακούω αλλιώς και δυσκολεύτηκα να τα αναγνωρίσω. Όμως δεν μπορώ ούτε καν να προφασιστώ την παραμικρή αντικειμενικότητα επ’ αυτού: έχω υπερβολικά ισχυρούς δεσμούς με την εκδοχή του Γιώργου Χειμωνά.

Όσοι ανακαλύψαμε κάποτε στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων βλέποντας το «Στην Εθνική με τα μεγάλα» του Μιχάλη Βιρβιδάκη στο πρόσωπο του Αιμίλιου Χειλάκη έναν εντυπωσιακό νεαρό ηθοποιό με γνήσιο πάθος, δεν θεωρώ πως προδοθήκαμε από αυτόν: τις υποσχέσεις που έδινε τότε με τα χρόνια τις εκπλήρωσε και ακόμα τις εκπληρώνει. Υποθέτω πως κάποιοι εξ ημών θα ήθελαν να τον βλέπουν κατά διαστήματα και σε επιλογές πιο ριψοκίνδυνες, πιο ακραίες –αφού μπορεί. Όμως είναι καλό να μάθουμε κάποτε σε αυτή τη χώρα να αγαπάμε τον άλλο γι’ αυτό που είναι –όχι γι’ αυτό που θα θέλαμε εμείς από αυτόν.

Info παράστασης

Η «Μήδεια» του Ευριπίδη σε περιοδεία στην Αθήνα

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.