”Lifelong Learning”: Όλα όσα είπαν η Julie Taymor, η Bernardine Evaristo και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου στο Rolex Arts Festival

Η Julie Taymor, η Bernardine Evaristo και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου μιλούν για τους μέντορες που καθόρισαν τη διαδρομή τους, αλλά και για το πώς διαχειρίζονται το αίσθημα του φόβου και της αποτυχίας, σε μία συζήτηση εφ' όλης της ύλης για τη «Δια βίου μάθηση»

Απόγευμα στο γεμάτο από το κοινό Αμφιθέατρο του Μουσείου Μπενάκη μπροστά σε ένα πάνελ από σημαντικούς ανθρώπους της τέχνης. Η Julie Taymor, η Bernardine Evaristo και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου. Μια από τις εκδηλώσεις του Rolex Arts Festival με θέμα τη «Δια βίου μάθηση» / ”Lifelong Learning” και επίκεντρο το mentoring στην τέχνη, τους ανθρώπους που χάραξαν με κεφαλαία γράμματα το όνομά τους στη διαδρομή άλλων ανθρώπων, αποτέλεσαν το στήριγμά τους, έγιναν αρωγοί στο όραμά τους, αναπόσπαστα κομμάτια της καριέρας τους, συχνά και της ζωής τους.

Παρουσιάζοντας τους προσκεκλημένους του πάνελ που μας βάζουν στον δικό τους κόσμο της μάθησης και εισάγοντάς μας στο θέμα της συζήτησης η Καλλιτεχνική Διευθύντρια του Φεστιβάλ Τεχνών Rolex Emma Gladstone, εξηγεί ότι αφορά στο πώς βρίσκουμε μέντορες, ανθρώπους δηλαδή που μας καθοδηγούν όταν είμαστε νέοι και πώς αυτό επιδρά μετά στον τρόπο που εμείς καθοδηγούμε ή γινόμαστε μέντορες σε άλλους ανθρώπους.

Emma Gladstone

Η Αμερικανίδα σκηνοθέτρια Julie Taymor με τα δύο βραβεία Tony για τη θεατρική μεταφορά του ”The Lion King” στο Broadway να ξεχωρίζουν στο βιογραφικό της, υπήρξε μέντορας της Selina Cartmell από το 2006 έως το 2007. Στην ερώτηση για το αν εκείνη είχε μέντορες και αν ναι, πώς τους απέκτησε, αναφέρει: «Όχι δεν τους βρήκα, δεν τους έψαξα, συνέβησαν».

Στη λίστα των ανθρώπων που την επηρέασαν βαθιά στην καλλιτεχνική πορεία της η Julie Taymor τοποθετεί πρώτο τον ιδρυτή και διευθυντή του θιάσου Bread and Puppet Peter Schumann, ο οποίος όταν του ζήτησε να δουλέψει στην ομάδα του, αρνήθηκε και την παρότρυνε να ταξιδέψει. Ο δεύτερος μέντοράς της ήταν ο Ινδονήσιος δραματουργός και σκηνοθέτης W. S. Rendra, ο οποίος καλώντας την να χορογραφήσει, την ώθησε σε μονοπάτια που δεν ήξερε αν θα μπορούσε να ανταποκριθεί, όπως τονίζει, και έτσι ο δρόμος της την έφερε στην Ινδονησία όπου και δημιούργησε το πρώτο της έργο.

«Ήταν το καλύτερο για μένα ως καλλιτέχνη που από 8 ετών βρισκόμουν σε ένα θέατρο, ήταν αποκάλυψη να βλέπω το θέατρο χωρίς θεατές, όταν κανένας δεν μπορούσε να δει την ομορφιά των κοστουμιών ή όταν δεν υπήρχαν οι κριτικές. Μπορεί να είναι μόνο μία πρόταση που θα είναι το κλειδί, δεν έχει να κάνει με τον χρόνο, αλλά με τη στιγμή που θα αλλάξει τη ζωή σου», σημειώνει.

Στη συνέχεια το μικρόφωνο πηγαίνει στην Bernardine Evaristo, η οποία μέσα από φωτογραφίες μας δίνει μια γεύση από το τρόπο που ξεδιπλώνεται η δημιουργικότητα στη ζωή της. Η πρώτη μαύρη συγγραφέας που έλαβε το βραβείο Booker το 2019 για το μυθιστόρημά της ”Girl, Woman, Other” και με τα βιβλία της να έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από 40 γλώσσες, είναι η μέντορας της Ayesha Harruna Attah για το 2023-2024. Για τους δικούς της μέντορες απαντά αρχικά ότι δεν είχε και δεν γνωρίζει τι θα γινόταν αν είχε κάποιον συγκεκριμένο. Υπάρχουν ωστόσο άνθρωποι που την καθοδήγησαν χωρίς να το γνωρίζουν, όπως λέει.

Bernardine Evaristo

«Νομίζω οι δικοί μου μέντορες ήταν Αφροαμερικανές συγγραφείς παλαιότερης γενιάς που στην πραγματικότητα ήταν οι μόνες μαύρες γυναίκες στον κόσμο που εξέδωσαν βιβλία σε σημαντικούς αριθμούς κατά το 1980. Οπότε θεωρώ μέντορές μου την Alice Walker, την Toni Morrison, την Audre Lorde αλλά και την Ntozake Shange, που έγραψε το ποίημα ”For Colored Girls Who Have Considered Suicide / When the Rainbow Is Enuf” το οποίο παρουσιάστηκε από το Broadway στο Λονδίνο το 1979. Ήταν η πρώτη φορά που είδα 7 μαύρες γυναίκες στη σκηνή που μιλούσαν για τις ζωές τους μέσα από την ποίηση και τον χορό και ήταν το πιο εντυπωσιακό πράγμα για μένα. Ήταν οι μόνοι άνθρωποι στον κόσμο που έβαλαν μαύρες γυναίκες ως επίκεντρο στις ιστορίες τους. Οπότε για ένα νέο άνθρωπο που μεγάλωσε στη Μεγάλη Βρετανία, όπου νιώθαμε τόσο απομονωμένοι, περιθωριοποιημένοι, θεωρούμασταν τόσο ασήμαντες ως γυναίκες, αλλά και ως μαύρες, ήταν τόσο μεγάλη έμπνευση να διαβάζεις τα βιβλία τους, να βλέπεις το θέατρό τους αλλά και να τις ακούς να μιλάνε για το τι κατάφεραν».

Ο μεγάλος Έλληνας καλλιτέχνης Δημήτρης Παπαϊωάννου παίρνοντας τον λόγο αναφέρθηκε σε δύο ανθρώπους-σταθμούς της σύγχρονης τέχνης που καθόρισαν την προσωπική του διαδρομή, στον Γιάννη Τσαρούχη και τον Ρόμπερτ Ουίλσον, με τον δεύτερο να τυχαίνει να βρίσκεται ανάμεσα στους θεατές της συζήτησης.

Δημήτρης Παπαϊωάννου

«Είχα αρκετούς μέντορες, δύο από αυτούς ξεχώρισαν και ο ένας είναι μαζί μας εδώ και δεν ήμουν προετοιμασμένος για αυτό. Μεγάλωσα σε μία μικρομεσαία οικογένεια, σε ένα σπίτι χωρίς καθόλου τέχνη, ούτε καν βιβλιοθήκη. Χτύπησα λοιπόν την πόρτα του (Γιάννη Τσαρούχη), ήμουν 16,5 ετών, ζωγράφιζα και είχα κάποιες φωτογραφίες από τα έργα μου. Ήμουν τυχερός που ήταν εκεί, άνοιξε την πόρτα, ήταν διστακτικός στην αρχή αλλά ήμουν πολύ μικρός οπότε με άφησε να μπω μέσα. Είδε τις φωτογραφίες, ήταν ευγενικός και δεν μίλησε για αυτές και τελικά με άφησε να είμαι κοντά του για 3 χρόνια. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος που με πήγε να δω όπερα, παράσταση χορού και με άφηνε καμιά φορά να ζωγραφίζω τις λεπτομέρειες στα έργα του. Ήταν πολύ ευγενικός, αλλά και πολύ σκληρός και αυστηρός με τη δουλειά που του έδινα. Και το λέω αυτό γιατί είναι ακριβώς το ύφος που ήθελα από τους μέντορές μου και είμαι ευγνώμων για αυτό. Ήθελα να είναι υπερβολικά αυστηροί, δεν ήθελα να νιώθουν ότι θα με πληγώσουν, ήθελα την απόλυτη αλήθεια αλλά με ανθρώπινη τρυφερότητα, αποδοχή αλλά με αυστηρότητα. Όσο προσπαθούσα, και ενώ ήταν πολύ ξεκάθαρο από την οικογένειά μου ότι δεν θα έχω οικονομική υποστήριξη για να γίνω καλλιτέχνης όντας παράλληλα ένας γκέι άνδρας, στην ηλικία των 17 μου είπε να τον θεωρώ ως δεύτερο πατέρα μου και αμέσως μετά έφυγα από το σπίτι μου, ήταν κάτι που χρειαζόμουν τότε.»

Μιλώντας στη συνέχεια για τον Ρόμπερτ Ουίλσον, τον δεύτερο δάσκαλό του αναφέρθηκε στην ευκαιρία που είχε να δει τη δουλειά του στο NYU, στο ”Hamletmachine” του Μίλλερ, μία εμπειρία που τον σόκαρε και τον έκανε να αναζητήσει τρόπο επικοινωνίας μαζί του. «Ανακάλυψα ότι είχε έναν Έλληνα βοηθό και κατάφερα να δεχτεί να με δει. Με ρώτησε τι μπορούσα να κάνω, του είπα, έφυγα και νόμιζα ότι αυτό ήταν, αλλά μετά από έξι μήνες είχα ένα τηλεφώνημα απ’ το γραφείο του που μου έλεγε ότι θα μπορούσα να βρεθώ στο ”The Black Rider” στο Αμβούργο, όπου στις πρόβες δεν ήταν μόνο ο Ουίλσον, αλλά και ο William S. Burroughs που έγραφε το κείμενο και ο Tom Waits στη σύνθεση της μουσικής. Ήταν μια εμπειρία που μου άλλαξε τη ζωή, απλώς να τoν βλέπω να δουλεύει».

Πώς αντιμετωπίζουν όμως το αίσθημα του φόβου και της αποτυχίας; 

«Νομίζω ότι ο φόβος είναι κομμάτι της δουλειάς», τονίζει ο Δημήτρης Παπαϊωάννου. «Δεν είναι κάτι που έρχεται σε σένα, είναι πάντα εκεί, είναι κομμάτι του να είσαι ζωντανός και να δημιουργείς κάτι που ίσως έχει την ευκαιρία να είναι original, που είναι κάτι πολύ δύσκολο. Οπότε ο φόβος είναι φίλος υπό μία έννoια.»

«Στο θέατρο και στον κινηματογράφο που είναι συνεργατικές μορφές τέχνης, σε αντίθεση με τη συγγραφή βιβλίων ας πούμε, έχει να κάνει πολύ με τα εργαλεία που έχεις, εννοώ το ποιοι είναι γύρω σου», υπογραμμίζει η Julie Taymor. «Όταν είσαι σε μία ομάδα που σε υποστηρίζει και είστε στο ίδιο μονοπάτι, ακόμα και όταν αποτύχει, γιατί συχνά μπορεί οι άνθρωποι να μην είναι στην πραγματικότητα στον ίδιο δρόμο, νιώθω ότι ο παράγοντας του φόβου μπορεί να ξεπεραστεί σε μία συνεργασία που είναι υγιής».

Υπό το πρίσμα της συγγραφής η Bernardine Evaristo περιγράφει: «Σε κάθε δουλειά που κάνω πειραματίζομαι, μπορεί να ξοδέψω τρία χρόνια σε ένα βιβλίο και μετά να το πετάξω στα σκουπίδια, επειδή δεν δουλεύει, δεν το αντιλαμβάνομαι αυτό ως αποτυχία αλλά ως κομμάτι της διαδικασίας. Δεν χρησιμοποιώ τη λέξη αποτυχία, γιατί φαίνεται κάτι πολύ αρνητικό, ένα τεράστιο εμπόδιο που πρέπει να ξεπεράσεις οπότε συνήθως μιλάω για τη δημιουργική διαδικασία, κάποια πράγματα δουλεύουν περισσότερο από άλλα. Υπάρχει πάντα φόβος στη δημιουργία γιατί προκύπτει κάτι που είναι νέο, που δεν έχει δημιουργηθεί πριν, είσαι σε ένα πολύ ριψοκίνδυνο σημείο που χρειάζεται αποφασιστικότητα και κουράγιο να δεις μέσα από αυτό και μετά να βρεις το κοινό που αυτό απευθύνεται.»

«Δεν υπάρχει αποτυχία όταν παρουσιάζεις κάτι για τον Θεό, ό,τι και αν σημαίνει αυτό για σένα», καταλήγει η Julie Taymor. «Η αποτυχία είναι κομμάτι του ταξιδιού».

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.