Το έπος της Μικρασιατικής καταστροφής που «όσοι το έζησαν, το έγραψαν» μέσα από λέξεις και εικόνες στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών

«Αυτό που καταλάβαμε με σιγουριά είναι πως εκείνοι που έγραψαν για την καταστροφή ήταν εκείνοι οι πεζογράφοι που την βίωσαν από πρώτο χέρι, είτε ως στρατιώτες όπως ο Στρατής Μυριβήλης, είτε ως αιχμάλωτοι όπως ο Ηλίας Βενέζης, είτε ως πρόσφυγες μετά στην Ελλάδα όπως η Τατιάνα Σταύρου»

Στην αρχή ήταν ο πόλεμος,
Ή μπορεί να πει κανείς; Στην αρχή ήταν η Ελλάδα με τα λαβωμένα πόδια.
Ή ακόμα: στην αρχή ήταν η Ιστορία, το μεγάλο ατίθασο κύμα, μια απάνω και μια κάτω.
Και εγώ μέσα στην Ιστορία, στην κορυφή του κύματος ή στην άκρη του χάσματος που ανοίξει
έξαφνα και ρουφά τα πάντα.
Ίλιγγος! Η μοίρα μου. Η μοίρα μας.
Γιώργος Θεοτοκάς, Λεωνής, Αθήνα, Εκδόσεις Ίκαρος, 1946


To βίωμα και το τραύμα ενός πολέμου, η ζωή που χαράζεται εμπρός του, η μετατόπιση του κόσμου, ο ξεριζωμός από την πάτρια γη, η προσφυγιά σε μέρη ξένα, ο νόστος του γκρεμισμένου σπιτιού, των κατακερματισμένων αναμνήσεων, καθορίζουν σε υπερθετικό βαθμό τους ίδιους τους ανθρώπους αφήνοντας ανεξίτηλο αποτύπωμα. Αυτό το δράμα και ο οδυρμός μετουσιώνονται σε κάθε εκφραστικό μέσο, ειδικότερα στον πεζό λόγο που κατεξοχήν αποτελεί το μέσο έκφρασης των δημιουργών του.

«Θα σου φανεί όμως παράξενο (ίσως παραπάνω από παράξενο) αν σου πω πως το γεγονός που μ’ επηρέασε περισσότερο από όλα τα άλλα, είναι η Μικρασιατική καταστροφή […]. Ίσως σε φωτίσω αν προσθέσω ότι από 13ών χρονών δεν έπαψα να είμαι πρόσφυγας», γράφει ο Σεφέρης στον κριτικό Τίμο Μαλάνο το 1944. «Ήμασταν πρόσφυγες, γεννημένοι και αναθρεμμένοι μες στον Ελληνισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και στο ζωντανό θρύλο της Μεγάλης Ιδέας, εκείνος στη Σμύρνη κι εγώ στην Πόλη. Αισθανόμασταν ψυχικά τραυματισμένοι από τη Μικρασιατική καταστροφή και ξεριζωμένοι – πασχίζαμε να ξαναριζώσουμε, να γίνουμε Αθηναίοι», εκφράζουν ο Γιώργος Θεοτοκάς και ο Γιώργος Σεφέρης από κοινού αργότερα.

«Το έπος της Ανατολής στη φαντασία των Ελλήνων: Η Μικρασιατική Καταστροφή στη λογοτεχνία του Μεσοπολέμου», είναι η έκθεση που οργανώνει η Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα (ΑΣΚΣΑ) για να τιμήσει τη συμπλήρωση των εκατό χρόνων από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η έκθεση, την οποία επιμελήθηκε η Ναταλία Βογκέικωφ-Brogan, διευθύντρια των Αρχείων της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, σε συνεπιμέλεια με την ιστορικό Νατάσα Λαιμού, περιλαμβάνει περισσότερα από 200 εκθέματα, τα περισσότερα από τα οποία παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο κοινό. Εντυπωσιακή παρουσίαση, σχεδόν δραματοποιημένη, σχεδιασμένη από την Παρασκευή Γερολυμάτου και τον Ανδρέα Γεωργιάδη από τη Μικρή Άρκτο που μας έχουν πλέον συνηθίσει σε τόσο συγκινητικές και επιβλητικές παρουσιάσεις.

Μέσα στην αίθουσα περιστρέφεις το κεφάλι σου και ολόκληρο το έπος της Μικρασιατικής καταστροφής ξεδιπλώνεται μπροστά σου με πρωταγωνιστές τις λέξεις και κάποιες εικόνες. Γράμματα, σημειώσεις, ημερολόγια, σκίτσα και εντυπωσιακά πορτρέτα εκείνων που μπόλιασαν τις σελίδες τους με την «καυτή ύλη», όπως την είχε χαρακτηρίσει ο Ηλίας Βενέζης, των συνταρακτικών γεγονότων αυτού του οδυνηρού κεφαλαίου της πρόσφατης ιστορίας μας, ζώντας εκείνα τα χρόνια ως παιδιά, έφηβοι ή ενήλικες.

«Αυτό που καταλάβαμε με σιγουριά είναι πως εκείνοι που έγραψαν για την καταστροφή ήταν εκείνοι οι πεζογράφοι που την βίωσαν από πρώτο χέρι, είτε ως στρατιώτες όπως ο Στρατής Μυριβήλης, είτε ως αιχμάλωτοι όπως ο Ηλίας Βενέζης, είτε ως πρόσφυγες μετά στην Ελλάδα, όπως η Τατιάνα Σταύρου, σχεδόν άγνωστη σήμερα που αναφέρει ότι η προσφυγιά συχνά έχει το πρόσωπο της γυναίκας, αυτή επωμίζεται κυρίως την προσφυγιά», αναφέρει η Ναταλία Βογκέικωφ-Brogan κατά την ξενάγηση μέσα στην έκθεση.

Πρόσωπα όπως αυτό της Τατιάνας Σταύρου με το έργο της «Οι πρώτες ρίζες» που δημοσιεύθηκε το 1936 και θεωρείται το πρώτο κατεξοχήν προσφυγικό μυθιστόρημα είναι και ένας από τους λόγους που οι επιμελήτριες θα αποφύγουν να εστιάσουν αποκλειστικά στη Γενιά του ’30, που θεωρείται και η γενιά που έγραψε για την καταστροφή και θα σταματήσουν την παρουσίαση στην εποχή του μεσοπολέμου, μέχρι και το τέλος του ’40, με διηγήματα που μπορεί εκείνη την περίοδο να δημοσιεύτηκαν, όπως η «Παναγιά η Γοργόνα» του Στρατή Μυριβήλη, αλλά κυοφορήθηκαν είτε πριν από τον πόλεμο, είτε κατά τη διάρκεια του πολέμου, αναπτύσσονται οριζόντια και σε βάθος τα έργα για να γνωρίσουμε καλύτερα εκείνους που την έζησαν. «Όσοι το έζησαν, το έγραψαν», αναφέρει χαρακτηριστικά η Ναταλία Βογκέικωφ-Brogan.

Η έκθεση ξεδιπλώνεται σε 11 θεματικές ενότητες κινούμενη πάνω σε τέσσερις άξονες, που ακολουθούν τη λογοτεχνική παραγωγή του Μεσοπολέμου ανά δεκαετία. Μετά την πρώτη εισαγωγική ενότητα, που μας παρουσιάζει περιληπτικά την ιστορία του 10ετούς πολέμου, που οδήγησε τελικά στη Μικρασιατική καταστροφή, βρισκόμαστε απέναντι στο πρόσωπο του Στρατή Μυριβήλη. Κομβικό πρόσωπο σε ολόκληρη σχεδόν την έκθεση.

Ο πόλεμος, η καταστροφή και οι ιστορίες Αιχμαλωσιών

Το 1919, ο Στρατής Μυριβήλης θα κληθεί να υπηρετήσει στον ελληνοτουρκικό πόλεμο, ως διαχειριστής στρατιωτικού νοσοκομείου. Και ενώ στα πρώτα του διηγήματα θεωρούσε τον πόλεμο ως φορέα καλών, παρά τις θυσίες που απαιτούσε, μετά την Μάχη στο Κιλκίς (1913) κατά την οποία τραυματίζεται, θα μας παραδώσει ένα από τα καλύτερα διηγήματά του, προπομπός του έργου «Η ζωή εν τάφω», το «Κιλκίς». Ένα από τα πλέον δυνατά έργα του, που «τιμούν αληθώς την λογοτεχνία μας», όπως θα γράψει ο βιβλιοκριτικός των Κόκκινων Ιστοριών το 1915, αρχείο των οποίων παρουσιάζεται εδώ. Ανάμεσα σε άρθρα στην εφημερίδα Καμπάνα, γνωρίζουμε για τους Βασιβουζούκους, ή αλλιώς την παρέα της «Λεσβιακής άνοιξης», μέλη των οποίων ήταν ο δημοσιογράφος Μίλτης Παρασκευαΐδης και ο ζωγράφος Αντώνης Πρωτοπάτσης (Pazzi) που θα φροντίσει να μεταφραστεί στα γαλλικά αργότερα, το «Η ζωή εν τάφω».

«Τι σκοπεύεις να κάνεις τώρα;» – «Να ξεχάσω», είπα απλά. – «Πρέπει να τα γράψεις όλα» – «Όλα;», ρώτησα με αγωνία – «Όλα». Αυτό τον διάλογο αντάλλαξαν ο Στρατής Μυριβήλης και ο Ηλίας Βενέζης το 1924 όπως διαβάζουμε στον κατάλογο της έκθεσης. Ο Βενέζης ήταν 18 χρονών τον Σεπτέμβριο του ’22 όταν βρέθηκε στα «κάτεργα της ανατολής» μαζί με άλλους 3.000 Αϊβαλιώτες. O Aνδρέας, ήρωας στη «Γαλήνη» του (1939) ζει σε μια «γαλήνη σκοτεινή και ύπουλη», χωρίς να μπορεί «να στερεώσει μιαν σκέψη, να την εξαντλήσει…».

Βρισκόμαστε στον πρώτο θεματικό άξονα, που αφορά σε μυθιστορήματα βιωματικά, μαρτυρίες αντιπολεμικές εκείνων που έζησαν στο μεδούλι τους την καταστροφή, πολέμησαν, τραυματίστηκαν, αιχμαλωτίστηκαν. Το «Νούμερο 31328» του Ηλία Βενέζη, που για πρώτη φορά θα εκδοθεί στην εφημερίδα Καμπάνα το 1924, θα μας αφοπλίσει εδώ με την παρουσίαση για πρώτη φορά του τενεκεδένιου βραχιολιού χαραγμένου με αραβικά ψηφία του 31328 που θα του χαρίσει την ελευθερία του (μέχρι τότε αν δεν είχες αριθμό ήσουν ένας αόρατος αιχμάλωτος – μόνο 23 θα επιστρέψουν), αλλά και τη «Δασκάλα με τα Χρυσά Μάτια», έργο σταθμός στην ελληνική λογοτεχνία, με θέμα την επιστροφή των ηρώων του μικρασιατικού μετώπου και αυτό που σήμερα περιγράφουμε ως μετατραυματικό στρες. Μη έχοντας πολλά χρήματα για να δημοσιεύσει το έργο του, ο Μυριβήλης στρέφεται στην Πηνελόπη Δέλτα για να τον βοηθήσει. Οι επιστολές που ανταλλάσσουν ανοίγονται μπροστά μας. «Μου φαίνεται τούτο, έργο δυνατό», θα του γράψει η Πηνελόπη Δέλτα και θα τον χρηματοδοτήσει για να το δημοσιεύσει.

To τενεκεδένιο βραχιόλι με χαραγμένο με αραβικά ψηφία του 31328

Όλα αυτά τα αρχεία αποτελούν μέρος της συλλογής της Γενναδείου Βιβλιοθήκης αλλά και στο προσωπικό αρχείο του Κώστα Βάρναλη που λάμβανε συνεχώς τα πεζογραφήματα από τους ίδιους τους συγγραφείς με ιδιόχειρες υπογραφές γιατί «υπολόγιζαν» στη γνώμη του, όπως αναφέρει η Ναταλία Βογκέικωφ-Brogan.

Προσφυγιά και πρώτες ρίζες

Ο δεύτερος θεματικός άξονας επικεντρώνεται στην παραγωγή της δεκαετίας του 1930, με τη δημοσίευση των πρώτων προσφυγικών μυθιστορημάτων, όπως «Οι Πρώτες Ρίζες» της Τατιάνας Σταύρου (1936), το λιγότερο ίσως γνωστό έργο της ενότητας, «κάποιοι άνθρωποι δυστυχώς χάνονται», αναφέρει η Ναταλία Βογκέικωφ-Brogan, η «Γαλήνη» του Ηλία Βενέζη (1939) με έμπνευση από τις διακοπές του στην Ανάβυσσο μαζί με Φωκιανούς πρόσφυγες, έργο στο οποίο αναφέρεται και στην ανακάλυψη ενός Κούρου (ο Κροίσος της Αναβύσσου) και η παράνομη φυγάδευσή του. Εδώ παρουσιάζεται και για πρώτη φορά ο Γιώργος Θεοτοκάς που επιχειρεί να δώσει μια τοιχογραφία της ελληνικής κοινωνίας όπως αυτή διαμορφώνεται μετά τη μικρασιατική καταστροφή με το εμβληματικό του έργο «Αργώ». Οι ήρωες της Αργώς εκφράζουν τα υπαρξιακά τους προβλήματα «ο δεύτερος αιώνας άρχιζε μες στην αναρχία και την ασυναρτησία. Η Ελλάδα βρέθηκε χωρίς ιδεολογίες γιατί όλες είχαν χρεωκοπήσει στη συνείδηση του έθνους», γράφει χαρακτηριστικά.

Σε αυτή την ενότητα θα θαυμάσουμε και το ταλέντο του Θεοτοκά στη ζωγραφική με τις υδατογραφίες του Βοσπόρου, αλλά και τα πορτρέτα των αξιωματικών των συμμαχικών δυνάμεων στην Κων/πολη, από το 1919 και το 1920. «Εγώ πάντα ήθελα να γίνω ζωγράφος αλλά το τραύμα του πολέμου μετά το 1922 που έκανα πολλά χρόνια για να ξαναπιάσω πινέλο», θα δηλώσει σε συνέντευξή του, όπως αναφέρεται στην έκθεση.

Το έπος της προσφυγιάς θα το γράψει και ο Σεφέρης σε ποιητικό λόγο, το «Μυθιστόρημα» (1935) που στην ενότητα εδώ συνοδεύεται με ένα πορτρέτο του νεαρού τότε Σεφέρη από τον ζωγράφο Ευάγγελο Ιωαννίδη.

«Μα τι γυρεύουν οι ψυχές μας ταξιδεύοντας
πάνω σε καταστρώματα κατελυμένων καραβιών
στρυμωγμένες με γυναίκες κίτρινες και μωρά που κλαίνε

Μα τι γυρεύουν οι ψυχές μας ταξιδεύοντας
πάνω στα σαπισμένα θαλάσσια ξύλα
από λιμάνι σε λιμάνι
μετακινώντας τσακισμένες πέτρες, ανασαίνοντας

Χωρίς αφή
χωρίς ανθρώπους
Μέσα σε μια πατρίδα που δεν είναι πια δική μας
Ούτε δικής σας»

(Απόσπ. Μυθιστόρημα, Γ. Σεφέρης)

Οι ήρωες αναζητούν τη γαλήνη σε αυτή τη δεκαετία του ‘30. Μια λέξη που οι επιμελήτριες επαναλαμβάνουν συχνά σε αυτή την ενότητα. Μια περίοδος που υπάρχει ανάγκη να αναπαυτούν, να αναστοχαστούν. Λέξη με τον οποία ολοκληρώνεται και το έργο του Σεφέρη, «Μυθιστόρημα» – γαλήνη.

Λογοκρισία και Αναπόληση των χαμένων πατρίδων

Η λογοτεχνική παραγωγή της δεκαετίας του 1940, ο τρίτος θεματικός άξονας της έκθεσης, θα επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από το καθεστώς Μεταξά που απαγορεύει την κυκλοφορία και ανατύπωση πολλών από τα έργα που κρίθηκαν πως έχουν αντιπατριωτικό χαρακτήρα (όπως το «Η ζωή εν τάφω» και η «Δασκάλα με τα χρυσά μάτια»), ενώ ταυτόχρονα στρέφεται σε ένα είδος μαγικού ρεαλισμού κατεχόμενου από νοσταλγία για τον χαμένο παράδεισο της Ανατολής. Αναπολούν τη γενέθλια γη, επιστρέφοντας νοερά στον χρόνο και τον τόπο της παιδικής τους ηλικίας.

«Οι άνθρωποί μας (αναφερόμενοι στους πεζογράφους) έχουν γράψει για τον πόλεμο, για τον ξεριζωμό και αναζητούν πλέον την λύτρωσή τους», αναφέρει η Ναταλία Βογκέικωφ-Brogan. «Το χρονικό μιας πολιτείας» (1938) του Παντελή Πρεβελάκη, ο «Λεωνής» (1940) του Θεοτοκά, η «Αιολική γη» (1943) του Βενέζη και η «Παναγιά η Γοργόνα» (1949) του Μυριβήλη (ξεκίνησε να τη γράφει το 1939 με τίτλο «Παναγιά η Ψαροπούλα»), όλα γραμμένα τις παραμονές ή κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου, δεσπόζουν σε αυτή την ενότητα και θα κλείσουν το πρώτο κεφάλαιο της Μικρασιατικής Καταστροφής στην ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας.

«Όσο πλησίαζε ολοένα γοργότερα η ώρα του καινούργιου ξεσπάσματος αισθάνθηκα να με κυριεύει μια έντονη νοσταλγία για τα χρόνια του πρώτου Μεγάλου Πολέμου, της Ανακωχής και της Μικρασιατικής εκστρατείας, μια νοσταλγία κόσμων χαμένων και μεγάλων ιστορικών στιγμών […]», γράφει ο Γιώργος Θεοτοκάς στο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημά του «Λεωνής».

Δεν θα επιστρέψουν όλοι τους στα μέρη από όπου ξεκίνησαν ως παιδιά. Ο Σεφέρης θα κάνει ένα ταξίδι επιστροφής στο παρελθόν επισκεπτόμενος το 1950 την Σμύρνη, αλλά και το Αϊβαλί, από όπου θα στείλει και τρεις φωτογραφίες στον Ηλία Βενέζη με τον οποίο και έχουν συχνή αλληλογραφία. Μέσα σε ένα φάκελο με σφραγίδα ”Ayvalik” μαζί με ένα γράμμα, του γράφει: «Αγαπητέ μου δεν υπάρχουν cartes-postales στο Αϊβαλί. Περνώντας από αυτά τα μέρη σε συλλογίζομαι. Και σου στέλνω τα εσώκλειστα». Μια εξ αυτών, μπροστά στο γκρεμισμένο του σπίτι στα Βουρλά δεσπόζει στην έκθεση.

Ο Γιώργος Θεοτοκάς στην Κωνσταντινούπολη με φόντο την Αγία Σοφία, 1962. Αρχείο Νίκου Αλιβιζάτου

Ο Βενέζης δεν θα επιστρέψει ποτέ, ενώ ο Θεοτοκάς θα επιστρέψει για μία μόνο μέρα στην Κων/πολή στις 15 Δεκεμβρίου και θα φωτογραφηθεί μπροστά στο Βόσπορο με θέα την Αγιά Σοφία.

Το Έπος του Άλλου

Η έκθεση ολοκληρώνεται με τον τέταρτο και τελευταίο άξονα της αφήγησης, το «Έπος του Άλλου», που εστιάζει στο αποτύπωμα που άφησε ο ελληνοτουρκικός πόλεμος (1919-1922) στην τουρκική λογοτεχνία του Μεσοπολέμου, κυρίως στα έργα συγγραφέων, όπως η Halide Edip και ο Yakup Kadri Karaosmanoğlu. Επιχειρείται μία εισαγωγική αλλά και περιεκτική παρουσίαση του ποικιλόμορφου λογοτεχνικού απόηχου στην Τουρκία της κοινής ιστορικής εμπειρίας που σημάδεψε τις δύο χώρες, αλλά που ο κάθε λαός βίωσε και αποτύπωσε στη μνήμη του τόσο διαφορετικά.

Αντί επιλόγου

Εικοσιπέντε χρόνια μετά την καταστροφή ο Ηλίας Βενέζης ανήσυχος για τη διάσωση της μνήμης της Μικρασίας θα γράψει: «Κάποτε θα πρέπει όλοι να το μάθουμε πως η μνήμη της πικρίας και του μεγαλείου μας είναι από τα πιο πολύτιμα πράγματα που έχει αυτή η γη» (εφ. Το Βήμα, 9 Νοεμβρίου 1947).

Και σήμερα, με τη συνεχώς αυξανόμενη εκδοτική παραγωγή αλλά και τα μεγάλα αφιερώματα με αφορμή τα 100 χρόνια από την Μεγάλη καταστροφή, ο καημός του σίγουρα θα καταπραΰνονταν.

«Ένα ιστορικό αφήγημα δεν μας λέει μόνο το ποιοι είμαστε, αλλά μας λέει επίσης ότι οφείλουμε πίστη σε αυτήν την ταυτότητα επειδή είναι ένα ακριβό δώρο που πληρώθηκε με το αίμα, τον ιδρώτα και τα δάκρυα των προηγούμενων γενεών», γράφει ο κοινωνιολόγος Jeffrey Olick.

Φωτογραφία από το Αϊβαλί, σταλμένη από τον Hâdi İskit στον Ηλία Βενέζη, 22 Δεκεμβρίου 1961

Info:

20 Οκτωβρίου – 20 Φεβρουαρίου, 2023 | Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.