Blaine L. Reininger: «Είμαστε δεσμευμένοι σε κάποιον ηθικό κώδικα παρόλο το παράλογο της ζωής»

Ο Blaine L. Reininger μιλάει για το ενδεχόμενο νέας δουλειάς με το έτερόν του ήμισυ στους Tuxedomoon, Steven Brown, για τη σκέψη του και την εμφάνισή του επί σκηνής στην «Παρεξήγηση» του Καμύ σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά

Είχε καιρό να εμφανιστεί στο θέατρο ο –πολιτογραφημένος εδώ και χρόνια ως συμπολίτης μας- Blaine L. Reininger. Στην «Παρεξήγηση» του Αλμπέρ Καμύ που σκηνοθέτησε ο Γιάννης Χουβαρδάς έγραψε και ερμηνεύει ζωντανά επί σκηνής τη μουσική, αλλά και ένα μικρό, σημαντικό ρόλο στο έργο. Το θέατρο είναι γεμάτο κάθε βράδυ -γι’ αυτό είναι καλό να έχει κλείσει κανείς μέρες πριν.

Βρίσκουμε τον Blaine σε εξαιρετικά δημιουργική περίοδο: σύντομα θα κυκλοφορήσει το καινούριο του άλμπουμ, ενώ έπονται εμφανίσεις στο εξωτερικό αλλά και την Ελλάδα. Πολλά τα νέα, λοιπόν, που είχαμε να συζητήσουμε –όχι πως εξαντλούνται ποτέ αυτά που έχει κανείς να πει μαζί του, για το παρελθόν και το παρόν, για το ενδεχόμενο νέας δουλειάς με το έτερόν του ήμισυ στους Tuxedomoon επί σχεδόν μισό αιώνα Steven Brown, για τη σκέψη του –την εξαιρετικά ασυνήθιστη σκέψη ενός από τους πιο ιδιοφυείς που είχα την τύχη να συναντήσω μέχρι σήμερα.

Η «Παρεξήγηση» ανήκει στις παραστάσεις όπου έγραψες τη μουσική, αλλά ερμηνεύεις κι ένα ρόλο.

Ναι. Αυτή τη φορά ήταν πολύ λιγότερο κοπιαστικό από άλλες παραστάσεις που έχω λάβει μέρος, γιατί δεν κάνω και τόσα πολλά. Στον «Καλιγούλα» έπαιζα μπάσο, κιθάρα, βιολί και πλήκτρα, κι επίσης έτρεχα την προ-ηχογραφημένη μουσική, έκανα μίξη και cross-fading, κι όλα αυτά μαζί –ήταν πολύ δύσκολο, πραγματικά δύσκολο. Εδώ παίζω κιθάρα, και τα προ-ηχογραφημένα τραγούδια μου που ακούγονται δεν τα τρέχω εγώ, αλλά ο μηχανικός του ήχου. Αυτό με απαλλάσσει από μεγάλη πίεση. Κι επίσης, μία από τις μεγάλες διαφορές του να δουλεύεις με τον Γιάννη Χουβαρδά σε αντίθεση με άλλους που έχω συνεργαστεί, είναι πως ξέρει τι θέλει σχεδόν εξ αρχής. Πολλοί σκηνοθέτες, ανάμεσά τους και κάποιοι από τους πιο αγαπημένους μου φίλους, άνθρωποι πολύ κοντά σε μένα, ξεκινούν χωρίς να ξέρουν πού θα πάει το πράγμα, και το εξελίσσουν στην πρόβα. Έχουν κάποια ασαφή ιδέα για το τι θέλουμε και ύστερα το υπόλοιπο προκύπτει οργανικά στην πορεία. Κι ο Χουβαρδάς το κάνει αυτό, αλλά είχε πολύ συγκεκριμένες ιδέες για το τι θα πάει πού. Μου έκανε κατάπληξη ότι ξεκινήσαμε να κάνουμε ολόκληρα «περάσματα» του έργου μόλις δύο εβδομάδες από όταν ξεκινήσαμε πρόβες, κανονικά περάσματα όπου όλοι έπρεπε να ξέρουν τα λόγια τους, και στο τέλος έκανε παρατηρήσεις από τις σημειώσεις του. Άλλοι σκηνοθέτες που έχω συνεργαστεί το έκαναν αυτό παρά πολύ αργότερα στη διαδικασία. Αυτή είναι η εξαίρεση! Κι είχε επίσης ακριβέστατα στο μυαλό του τη σκηνογραφία. Του χάρισα το τελευταίο μου CD, το “Wounds and blessings”, κι εκείνος είπε: «Α, ας χρησιμοποιήσουμε αυτό το κομμάτι, κι αυτό, κι εκείνο». Έτσι πήραμε τρία-τέσσερα τραγούδια από αυτό το άλμπουμ, έκανα καινούρια ενορχήστρωση για σόλο κιθάρα και φωνή, και τα χρησιμοποιήσαμε στην παράσταση, εκτενέστατα. Έγιναν κάτι σαν λάιτ μοτίφ. Αυτό ήταν ενδιαφέρον: μόνο ένα από τα τραγούδια έχει γραφτεί ειδικά για αυτή την παράσταση. Είναι σαν χαλί κάτω από όλο το πράγμα. Το άλλο καλό για μένα είναι ότι δεν χρειάζεται να μιλάω. Ο ρόλος μου δεν μιλάει μέχρι την τελευταία στιγμή. Έχω περίπου δύο ατάκες.

Έχεις τον ρόλο του υπηρέτη!

Ναι. Είμαι κάτι σαν καμαριέρης ή γκρουμ. Ένας γέρος. Μια παρουσία που περιφέρεται, σαν τον Lurch στην «Οικογένεια Άνταμς».

Ναι, ξέρω πολύ καλά το έργο.

Ωραία! Ξέρεις λοιπόν, το όνομα του ρόλου είναι «Ο Γέρος», δεν έχει άλλο όνομα. Όποτε ο βοηθός σκηνοθέτη μού έστελνε τις παρατηρήσεις και τις σημειώσεις, έγραφαν «Σημειώσεις για τον Γέρο», «Παρατηρήσεις για τον Γέρο». Είμαι ο Γέρος. Έχω την ευκαιρία να χρησιμοποιήσω το μπαστούνι μου στην παράσταση. Είναι λοιπόν καλός ρόλος για ένα γέρο, δεν παίζω τον νέο!

Το έργο το γνώριζες;

Όχι, καθόλου. Διάβασα Καμύ όταν ήμουν πιο νέος -πολύ πιο νέος!- και πολύ πιο οργισμένος, ένας νεαρός αγνωστικιστής και υπαρξιστής. Μετά όμως έχασα το ενδιαφέρον μου για τον Καμύ και δεν έχω λεπτομερή εικόνα για το έργο του. Κι ούτε συμφωνώ μαζί του φιλοσοφικά. Καθόλου! Μόνο κατά τη βουδιστική έννοια. Οι υπαρξιστές φιλόσοφοι έχουν πλήρη συνείδηση της ματαιότητας, της ρηχότητας και του ανικανοποίητου της φύσης της ύπαρξης, της ζωής. Αλλά δεν υπάρχει συνέχεια. Αυτό είναι όλο. Είναι όλα άσκοπα και παράλογα. Και μετά είσαι νεκρός για πάντα. Εγώ δεν το δέχομαι με τίποτα αυτό. Κατ’ εμέ πρόκειται για άσκοπες και παράλογες ανοησίες που πρέπει να μάθουμε να ελέγχουμε και να τελειοποιούμε, και τότε γινόμαστε ένα με το σύμπαν. Είναι σαν να λείπει από τον υπαρξισμό η κατάληξη. Στον βουδισμό υπάρχει ένας στόχος. Αυτόν πιστεύω πως τον χάνουν οι υπαρξιστές. Ακόμα κι ο Σαρτρ προς το τέλος έγινε βουδιστής! Ίσως ο Αλμπέρ να έπρεπε να παραμείνει τερματοφύλακας!

Να κάτι που δεν έχουμε ξανασυζητήσει: πότε στράφηκες για πρώτη φορά στον Βουδισμό;

Δεν έκανα ακριβώς αυτό. Δεν είμαι εντελώς, καθαυτό βουδιστής. Δεν βρίσκεται εκεί όλη η έκταση της πνευματικής μου θεώρησης. Παρόλο που ο βουδισμός μοιάζει να είναι αυτό μέσα στο οποίο νιώθω πιο άνετα, δυσκολεύομαι να ανεχτώ αυτούς τους new age τύπους, τους ανθρώπους που είναι ξεθωριασμένοι και flower power μέχρι θανάτου. Ενώ ο βουδισμός είναι ξεκάθαρος και στερείται όλης αυτής της άσκοπης ηλιθιότητας. Το ενδιαφέρον μου για τις ανατολικές θρησκείες ξεκίνησε από τα πολύ νεανικά μου χρόνια, από όταν ήμουν 15 ή 16. Αυτός ήταν πάντοτε ο δρόμος μου, κι αυτό τον δρόμο έχω ακολουθήσει από τότε. Και παρόλο που έχω ξεστρατίσει πάνω από μια φορά ακολουθώντας διαφορετικές, ηλίθιες συμπεριφορές, αυτές παρέμειναν πάντοτε το θεμέλιο της θεώρησής μου. Και ποτέ δεν σταμάτησα τον διαλογισμό όλα αυτά τα χρόνια. Μιλούσα προ ημερών στον ψυχαναλυτή μου και του έλεγα για τις διάφορες κρίσεις που πέρασα στη ζωή μου, όλα αυτά που μου έχουν συμβεί. Και με ρώτησε: πώς, λοιπόν, τα ξεπέρασες όλα αυτά; Και απάντησα: είναι οι θρησκευτικές μου πεποιθήσεις που με κράτησαν για να τα ξεπεράσω. Και σε αυτό τον βαθμό, λειτούργησαν επιτυχώς: με βοήθησαν να καταφέρω να σταθώ όρθιος μέσα σε μια ζωή που κάποιες φορές υπήρξε αληθινά πολύ δύσκολη. Όλων μας η ζωή είναι δύσκολη –δεν εννοώ πως η δική μου υπήρξε δυσκολότερη από οποιουδήποτε άλλου. Όμως αυτές οι πρακτικές και οι πεποιθήσεις με κράτησαν όρθιο.

Ας επιστρέψουμε στο έργο. Ένας ξένος επιστρέφει μετά από πολύ καιρό. Κανείς δεν τον αναγνωρίζει, κι εκείνος δεν μιλάει. Εσύ, που έχεις την εμπειρία του να είσαι ξένος σε διάφορα μέρη κατά καιρούς, νιώθεις κάποια σύνδεση με αυτό το πρόσωπο;

Πάντως ελπίζω να μην εμφανιστώ σε κάποιο ξενοδοχείο και να καταλήξω νεκρός στο ποτάμι! Είναι το τελευταίο που περιμένει κανείς… Ομολογώ πως δεν έχω μελετήσει τον Καμύ, κι ίσως να μην τον έχω πραγματικά κατανοήσει. Διάβασα τον «Ξένο» όταν ήμουν πολύ νέος. Και το συγκρότημά μου, οι Tuxedomoon, έγραψαν ένα τραγούδι γι’ αυτόν, το “The Stranger”- αν και είναι τραγούδι του Winston Tong. Παρατήρησα όμως ένα κοινό ανάμεσα στον «Καλιγούλα» και σε αυτό το έργο: οι ήρωες και στις δύο περιπτώσεις είναι εγκληματίες, και ο Καμύ μοιάζει να είναι απολογητής της εγκληματικής συμπεριφοράς τους. Ο Καλιγούλας κάνει όλα όσα κάνει αναζητώντας την υπέρτατη γνώση ή τον αμοραλισμό του Νίτσε, αυτό που βρίσκεται πέρα από το καλό και το κακό. Κι εδώ βλέπω ένα νήμα που τα ενώνει. Αυτές οι δύο γυναίκες δεν τιμωρούνται. Όσο για τα θύματα, η αθωότητά τους μοιάζει σαν ηλιθιότητα: είναι εντελώς αθώοι, κι αυτό τους κάνει να γίνονται λεία για τους άλλους. Οι πραγματικοί πρωταγωνιστές του έργου είναι οι εγκληματίες –με αυτούς ταυτίζεσαι ως θεατής. Επίσης, σε αυτή την περίπτωση οι δολοφόνοι είναι οι πιο εμφανίσιμες –όχι απαραίτητα όμορφες, αλλά σαγηνευτικές, ελκυστικές. Έχουμε και μια γιγάντια συμβολική κατσαρίδα στη σκηνή… Αυτό λοιπόν το θεωρώ ως ένα κοινό νήμα με τον «Καλιγούλα». Κι εκείνος μένει ατιμώρητος για όλα αυτά που κάνει, και το βλέμμα του συγγραφέα πάνω του έχει κάποια συμπάθεια. Κάνει όλα αυτά τα τρομερά σε όλους γύρω του. Στο τέλος θανατώνεται, αλλά ο φόνος του έχει κάτι από Προμηθέα, δεν ντροπιάζεται. Δεν καίγεται στις φλόγες της Κόλασης.

Παρόλα αυτά υπάρχει Νέμεση για τους δολοφόνους στην «Παρεξήγηση».

Βλέπω πως υπάρχει για μία από αυτές, για τη μητέρα. Αλλά όχι για την κόρη -τουλάχιστον όχι όπως το βλέπω εγώ: όταν φεύγει στο τέλος είναι ακόμα ζωντανή. Αυτό προσπαθούσα να κατανοήσω. Έκανα μια εκτενέστατη εξερεύνηση πάνω στον Καμύ στη Wikipedia. (Γέλια). Είδα πως ένα από τα θέματά του, από τις βασικές του ιδέες, έχει να κάνει με το Παράλογο. Πώς τα πράγματα σε αυτή τη ζωή είναι αθεράπευτα παράλογα, και τίποτα δεν έχει κανένα νόημα στην πραγματικότητα. Υποθέτω πως το συνεπακόλουθο είναι πως εξακολουθούμε να είμαστε υποχρεωμένοι να παραμείνουμε ηθικοί ως άνθρωποι. Είμαστε ακόμη δεσμευμένοι σε κάποιον ηθικό κώδικα παρόλο το παράλογο και το άσκοπο της ζωής, παρόλο που η τελική μας κατάληξη είναι το τίποτα. Δεν μπορούμε απλά να γίνουμε serial killers, αν όχι για κάποιο άλλο λόγο, τότε απλά γιατί δεν είναι υγιές για την κοινωνία μας: αν ο καθένας μας σκοτώνει όλους τους άλλους, στο τέλος δεν θα μείνει κανένας.

Εκτός θεάτρου, φαίνεται πως διανύεις μια πολύ παραγωγική περίοδο. Ετοιμάζεις κι ένα καινούριο άλμπουμ για την άνοιξη.

Πράγματι. Το ετοιμάζω εδώ και αρκετό καιρό, και τώρα επιτέλους θα κυκλοφορήσει. Έτυχε να γνωρίσω κάποιον στην Ιταλία που ήρθε σε επαφή μαζί μου για να κάνω μια εμφάνιση στην Πιατσέντζα. Πήγα λοιπόν εκεί και παίξαμε μαζί με τον φίλο και συνεργάτη μου Giorgio Valentino. Από εκεί προέκυψε μια μικρή περιοδεία στην Ιταλία. Κάναμε και μια μικρή περιοδεία στην Ελλάδα το φθινόπωρο. Κι ο διοργανωτής της συναυλίας στην Πιατσέντζα μού είπε: Έχω μια δισκογραφική εταιρία. Του έπαιξα στο αυτοκίνητο μερικά από τα πρόσφατα τραγούδια μου. Και είπε: είναι υπέροχα, θέλω να τα κυκλοφορήσω! Και είπαμε να το κάνουμε. Αυτά τα τραγούδια τα είχα γράψει στο πλαίσιο της δραστηριότητάς μου στο Patreon –ή όπως αλλιώς θέλεις να την ονομάσεις.

Είμαι υποχρεωμένος να γράφω τουλάχιστον τρία τραγούδια τον μήνα προς χάριν των υποστηρικτών μου, και τότε εκείνοι μου δίνουν χρήματα, και χρησιμοποιώ αυτά τα χρήματα για να επιβιώσω. Ως αποτέλεσμα όμως, έχω ένα μεγάλο απόθεμα από ακυκλοφόρητο υλικό, στο οποίο μπορώ να επανέρχομαι κατά βούληση. Είναι η πρώτη φορά στην καριέρα μου που βρίσκομαι σε αυτή τη θέση, κι αυτό το χρωστώ εξ ολοκλήρου στο γεγονός ότι έχω πρόσβαση σε σύγχρονη τεχνολογία ηχογράφησης, την οποία μπορεί να έχει και κάποιος χωρίς καθόλου χρήματα όπως εγώ. Μπορώ λοιπόν να κάθομαι εδώ μπροστά στον υπολογιστή μου και να γράφω όλη την ώρα. Κι από τη στιγμή που έχω αυτή τη δυνατότητα, γίνομαι απίστευτα παραγωγικός. Κάθε φορά που κάθομαι στον υπολογιστή, όλο και κάτι θα βγάλω: ένα τραγούδι, μια ιδέα που αργότερα θα την αναπτύξω και θα τη γράψω, και θα γράψω στίχους γι’ αυτήν και θα την εμπλουτίσω με καινούρια όργανα. Και τότε έχω ένα τραγούδι που μπορώ να το ξανακοιτάξω. Για παράδειγμα, σε αυτό το άλμπουμ που θα βγει, την ιταλική κυκλοφορία, χρειάστηκε να «κλαδέψω» το απόθεμά μου από περίπου 50 καινούρια τραγούδια σε 25. Έστειλα λοιπόν σε αυτό τον τύπο 25 ακυκλοφόρητα τραγούδια, κι εκείνος ήθελε να κυκλοφορήσει τα 12. Και πάλι λοιπόν έπρεπε να τα «κουρέψω». Αυτό λοιπόν με αφήνει ακόμα με ένα μεγάλο απόθεμα υλικού.

Πρέπει να πω πως, αν κρίνω από το τελευταίο σου διπλό άλμπουμ που ήταν εξαιρετικό, φαίνεται πως το γεγονός ότι είσαι υποχρεωμένος να γράψεις τρία τραγούδια τον μήνα δεν καταλήγει σε βεβιασμένο αποτέλεσμα. Είναι πάρα πολύ καλά τα τραγούδια.

Η αλήθεια είναι πως ούτως ή άλλως αυτό κάνω. Από τότε που κατανόησα πώς δουλεύει το λογισμικό για ψηφιακή ηχογράφηση, και δίδαξα τον εαυτό μου πώς να το χρησιμοποιεί. Για παράδειγμα, όποτε δούλευα με τον Coti K, έκλεβα αυτά που κάνει: τον ρωτούσα, «Πώς το κάνεις αυτό;» Έμαθα πολλά δουλεύοντας μαζί του. Αφού λοιπόν έμαθα πώς να το κάνω, απλά το κάνω συνέχεια: όποτε βρίσκω χρόνο, κάθομαι στον υπολογιστή μου και γράφω. Αυτό τον καιρό, επειδή παίζω στην παράσταση, μου μένει ελάχιστος χρόνος γι’ αυτό. Όμως στις τρεις μέρες της απεργίας τις προηγούμενες εβδομάδες, έκατσα κι έγραψα ένα καινούριο τραγούδι και το ανέβασα στο Patreon. Έτσι λοιπόν έχω βρεθεί σε αυτή την παραγωγική περίοδο. Δεν είναι πάντοτε έτσι –και δεν ήμουν κι εγώ πάντοτε έτσι στο παρελθόν, καθώς δεν ήξερα πώς λειτουργεί ο εξοπλισμός. Ήμουν εξαρτημένος από την καλή διάθεση κάποιας δισκογραφικής εταιρίας να με βάλει σε ένα στούντιο και να με αφήσει να χρησιμοποιήσω εξοπλισμό που δεν ήταν δικός μου. Θα χρησιμοποιούσα το στούντιο για μια-δυο εβδομάδες ή ένα μήνα, και θα έγραφα εκεί ένα άλμπουμ. Αυτά που τώρα κάνω στο σπίτι, τα έκανα παλιά στο στούντιο κάποιου άλλου, κι όταν γύριζα σπίτι δεν είχα τον εξοπλισμό για να τα κάνω μόνος μου. Τώρα μπορώ να τα κάνω ο ίδιος.

Με τον Steven Brown δουλεύετε μαζί; Είστε σε επαφή, ετοιμάζετε κάτι;

Ξέρεις, είμαστε σε επαφή με τον Steven, αλλά είναι μια κατάσταση τύπου Lou Reed-John Cale! Ξέρεις, μια σχέση τύπου David Crosby-Graham Nash: δύο συνεργάτες που στην πραγματικότητα δεν τα πηγαίνουν και τόσο καλά μεταξύ τους. Νομίζω λοιπόν ότι μπορεί και να έχει τελειώσει αυτό. Ποιος ξέρει; Ίσως κάποια στιγμή να κάνουμε κάτι μαζί, αλλά για τώρα προτιμώ να αφήσω τα πράγματα έτσι όπως είναι: εκείνος κάνει τα δικά του, εγώ κάνω τα δικά μου. Άλλωστε η τωρινή μουσική του κατεύθυνση είναι ριζικά διαφορετική από τη δική μου.

Αυτό όμως, κατά κάποιον τρόπο ήταν πάντα έτσι.

Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Αλλά ποτέ τόσο όσο τώρα. Αυτός έχει στραφεί περισσότερο προς την κλασική σύνθεση, και δεν δουλεύει τόσο με ηλεκτρονικά όργανα, δεν τον αφορά η δουλειά που ηχογραφείται σε στούντιο –ποτέ άλλωστε δεν ήταν ο τύπος που τον αφορά η τεχνική δουλειά στο στούντιο. Στο συγκρότημα αυτά τα κάναμε εγώ και ο Peter Principle.

Πόσος καιρός έχει περάσει από την απώλεια του Peter;

Τον Ιούλιο κλείνουν έξι χρόνια –ήταν τον Ιούλιο του 2017. Σήμερα επικοινώνησα με το συγκρότημα: ένας τύπος από την Ολλανδία ηχογράφησε το «The Cage» με στίχους στα ολλανδικά και ήθελε την άδειά μας για να το βάλει στο άλμπουμ του. Μιλούσα λοιπόν σήμερα με το Tuxedomoon Estate.

Πώς λειτουργείτε σε αυτή την κατεύθυνση; Αποδέχεσαι κάθε είδους διασκευή τραγουδιών των Tuxedomoon;

Συνήθως είμαι ευτυχής που συμβαίνει να διασκευάσουν κάποιο τραγούδι μας. Εξαρτάται, φυσικά, κι από το ποιος το κάνει. Αν κάποιοι ηχογραφήσουν ένα από τα τραγούδια μας, πουλήσουν κάποιες κόπιες και βγάλουν κάποια χρήματα, τότε θα ήθελα αυτό να γίνει με τον καθιερωμένο τρόπο και να πληρώσουν κάποια δικαιώματα. Αλλά πολύ συχνά άνθρωποι μου στέλνουν ένα μήνυμα και μου λένε πως θα ήθελαν να βάλουν ένα τραγούδι των Tuxedomoon σε ένα βίντεο στο YouTube, για παράδειγμα. Και τότε τους λέω: ναι, κάντε το. Δεν με πειράζει καθόλου. Αν πρόκειται να βγάλουν χρήματα από αυτό, τότε θέλω ένα μερίδιο. Αν όμως πρόκειται απλά για κάτι που κάνουν οι fans, τότε δεν με ενοχλεί καθόλου -αντιθέτως μου αρέσει. Άλλωστε δεν διασκευάζουν τα κομμάτια μας και τόσο συχνά. Αλλά υπάρχουν πολλές διασκευές τους.

“No tears” που κυκλοφορούν από δω κι από κει. Υποθέτω πως οι μόνες που είχαν αντίκτυπο στον κόσμο ήταν αυτές του “In a manner of speaking”, η διασκευή των Nouvelle Vague, όπως κι αυτή του Martin Gore των Depeche Mode. Φυσικά, ο Winston Tong πήρε τα χρήματα από αυτές, εμείς δεν πήραμε τίποτα. Αλλά, πέρα από αυτό, χαίρομαι πραγματικά όταν κάποιος διασκευάζει το υλικό μου. Και δεν με νοιάζει πώς το κάνουν. Δεν με πειράζει αν είναι κακές διασκευές -τόσο το καλύτερο! Μου αρκεί το γεγονός ότι θέλουν να το κάνουν. Αρκεί στο τέλος να μην καταλήγει σε κάτι του στυλ «Σκοτώστε τους Εβραίους». Ή να μην βρίσκεται πίσω τους το πολιτικό κόμμα του Τραμπ και να προσπαθεί να τους δώσει κάποιο διαφορετικό νόημα. Σε κάθε άλλη περίπτωση, όλα καλά!

Υπάρχουν άλλα σχέδια για το μέλλον;

Αυτά είναι περίπου. Θα βγει το άλμπουμ μου, και προσπαθούμε να διοργανώσουμε κάποιες συναυλίες αργότερα μέσα στη χρονιά. Έχω μια συναυλία στη Βιέννη, και κάποιες ακόμα εμφανίσεις στην Ιταλία, αλλά και στην Ελλάδα. Θα παίξουμε στην Πάτρα και σε κάποιες πόλεις ακόμα. Συζητάμε με χώρους και ανθρώπους σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας. Την τελευταία φορά έπαιξα στις Σέρρες, λίγο πριν τον covid, και πήγε πραγματικά πολύ καλά. Είχαμε περισσότερο κόσμο κι από ότι στη Θεσσαλονίκη. Εξεπλάγην, ίσως συνέβη γιατί δεν είχα παίξει ποτέ εκεί. Αυτά από πλευράς συναυλιών στην Ελλάδα. Έχουμε κι ένα φεστιβάλ στη Γερμανία το καλοκαίρι, και προσπαθούμε να προσθέσουμε μερικές εμφανίσεις ακόμα εκεί. Με προσκάλεσαν να λάβω μέρος σε πολλές ενδιαφέρουσες συναυλίες τους τελευταίους μήνες. Έπαιξα με τους Crime and the City Solution, με τη Lydia Lunch, με τους Savage Republic… Έκανα τη γύρα μου δηλαδή! Σε όλες αυτές τις συναυλίες έρχεται πολλές φορές ο ίδιος κόσμος, άνθρωποι με σκούρα ρούχα, μαυροντυμένοι…

Info παράστασης:

Παρεξήγηση | Θέατρο Τέχνης

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.