Περπατάς πάνω σε μπλε άμμο, ανοίγεις πόρτες εγκαταλελειμμένων μανάβικων στην παλιά Αγορά και ανακαλύπτεις κόσμους ολόκληρους, περπατάς ανάμεσα σε νέον λουλούδια ακούγοντας (αληθινά) τιτιβίσματα, ζεις συνεχείς διακοπές ηλεκτρισμού, περνάς από βροχή χωρίς να βρέχεσαι, χάνεσαι σε πορφυρά εμβρυικά μέλη Purple Rain, περιδιαβαίνεις ανάμεσα σε «πειραγμένα» αγάλματα αποικιοκρατών έξω από τον φυσικό τους χώρο, τη Βρετανία. Περιστρέφεις μια λοταρία που σκορπά κορεάτικα χαρτονομίσματα και διαψευσμένες προσδοκίες μιας καλύτερης ζωής, πίνεις τσάι από φυτά που οι σπόροι τους συγκεντρώθηκαν απ’ όλον τον κόσμο, ακούς τραγούδια γυναικείων αγώνων σε ένα κωνικό φωτεινό δωμάτιο, γίνεσαι κοινωνός σε ιστορίες μιας ζωής περαστικής, in transit, δανεικής και δανεισμένης μέσα από βίντεο, υφαντά, ψιθύρους, εγκαταστάσεις, ζωντανά βρώσιμα υλικά, αρχεία, νότες και κεραμικά.
Το 2019 που είχα βρεθεί στην πόλη Sharjah επισκέφθηκα την 14η Μπιενάλε με μότο “Leaving the Echo Chamber” και εντυπωσιάστηκα από τον τρόπο που διαπραγματευόταν θέματα ταυτότητας φύλου, ελευθερίας και έκφρασης, διαφυγής από mainstream επιταγές και κυρίαρχες απόψεις.
Η φετινή 15η Μπιενάλε της Σάρζα ξεκίνησε τον Φεβρουάριο και διαρκεί έως τις 11 Ιουνίου του 2023 και σε αυτήν συμμετέχουν πάνω από 150 καλλιτέχνες με 300 έργα – 70 από τα οποία έχουν δημιουργηθεί ειδικά για τη διοργάνωση.
Η θεματική της “Thinking historically in the present” δεν είναι απλή ή, για να το θέσω καλύτερα, πονάει πολύ, γιατί ανακινεί θέματα καταπίεσης, αναγκαστικής μετακίνησης, από-αποικιοποίησης, διακρίσεων και πραγματεύεται και τον ρόλο της Ευρώπης απέναντι στον παγκόσμιο νότο, αλλά και αυτήν ακόμα την ευρωκεντρική αντίληψη περί τέχνης.
Η Σάρζα αποτελεί το τρίτο μεγαλύτερο κρατίδιο στα Αραβικά Εμιράτα και μια ήσυχη όαση μόλις μισή ώρα μακριά από το πολύβουο Ντουμπάι. Μια πόλη με ιστορία δέκα χιλιάδων ετών, αποτυπωμένη στον χάρτη του Έλληνα γεωγράφου Πτολεμαίου, η οποία χαρακτηριζόταν από αλιεία ψαριών και μαργαριταριών, ευδοκίμησε ως κέντρο εμπορίου, έγινε βιομηχανική και ναυτιλιακή ζώνη, μιας που είναι η μόνη που ενώνεται με τον κόλπο του Ομάν, και που πλέον θεωρείται πρωτεύουσα των γραμμάτων και των τεχνών και το κέντρο του σύγχρονου αραβικού πολιτισμού και αρχιτεκτονικής.
Πολυφωνική και πολυπολιτισμική, με μουσεία, γκαλερί, residencies και πολιτιστικά ιδρύματα, η Σάρζα ανακηρύχθηκε το 1998 αραβική πολιτιστική πρωτεύουσα και το 2019 παγκόσμια πρωτεύουσα βιβλίου από την UNESCO αντίστοιχα. Η Μπιενάλε ξεκίνησε το 1993 και παρουσιάζει έργα τέχνης, μεγάλης κλίμακας εγκαταστάσεις, performances, φιλμ, ομιλίες με συμμετοχές μεγάλων διεθνών καλλιτεχνών, επιμελητών, ακαδημαϊκών, αλλά και ακτιβιστών.
Οργανωτικός φορέας της Μπιενάλε είναι το Sharjah Art Foundation, το οποίο ιδρύθηκε το 2009 από την καλλιτέχνιδα και επιμελήτρια Hoor Al Qasimi και έχει αναλάβει τη στήριξη και προώθηση του σύγχρονου πολιτισμού με εκθέσεις σταθερές αλλά και περιοδεύουσες στον κόσμο, προγράμματα φιλοξενίας και υποστήριξης δημιουργών, εκδόσεις, performances, προβολές, εκπαιδευτικά προγράμματα, προγράμματα ανταλλαγής, αναθέσεις έργων, και σε συνεργασία με την Μπιενάλε Βενετίας, τη Documenta και άλλους διεθνείς θεσμούς, καθώς και μια συλλογή με πάνω από 1000 έργα από το 1920 μέχρι σήμερα.
Έναν ακόμη σημαντικό ρόλο παίζει το Art Foundation στην προστασία της αρχιτεκτονικής παράδοσης, την οποία και φέρνει σε διάλογο με το παρόν και το μέλλον, αναμορφώνοντας και επαναπροσδιορίζοντας τη χρήση κτηρίων στην πόλη για την αναζωογόνηση γειτονιών και την επανάκτηση του κέντρου με την παράλληλη αποφυγή του gentrification. Αυτό ακριβώς είναι κι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα και σημαντικά στοιχεία της Μπιενάλε: Η αναπαλαίωση και αξιοποίηση λιγότερο ή περισσότερο εμβληματικών κτηρίων της πόλης, αλλά και η αποκέντρωση που επιδιώκεται όλο και περισσότερο.
Η Μπιενάλε έχει φύγει από το αρχικό εκθεσιακό κέντρο Expo, και απλώνεται πέρα κι έξω από το ιστορικό κέντρο, προς άλλα μέρη και κοινότητες – συνολικά σε 19 τοποθεσίες σε 5 πόλεις της Σάρζα. Οι γκαλερί στο συγκρότημα κτηρίων του Al Mureijah Art Spaces (μέσα στα στενά του οποίου λατρεύεις να χάνεσαι!) εγκαινιάστηκε το 2013 κατά την 11η Μπιενάλε και αποτελεί χώρο για εκθέσεις και residencies.
Επίσης, τα Al Hamriyah Studios στην παράκτια ζώνη έξω από την πόλη που τώρα είναι χώροι εκθέσεων και εκδηλώσεων – το ένα κτήριο μάλιστα υπήρξε δικαστήριο. Το Flying Saucer, παλιό καφέ εστιατόριο με σχήμα αστεριού – ή διαστημικού δίσκου – από τα τέλη δεκαετίας του ‘70, και πλέον αποτελεί σταθερός χώρος της Μπιενάλε.
Στο παλιό σχολείο Khalid Bin Mohammed που επεκτείνεται για να στεγάσει το Αφρικανικό Ινστιτούτο, στις τάξεις του φιλοξενούνται προσωρινά εκθέματα και βίντεο εγκαταστάσεις. Το Kalba Ice Factory, παλιό εργοστάσιο πάγου σε μια εντυπωσιακή διαδρομή ανατολικά της πόλης, το Old Al Jubail Vegetable Market, η παλιά σκεπαστή λαχαναγορά της πόλης που εξερευνά την έννοια της γειτονιάς και της κοινότητας και αποτελεί τη βάση της Αρχιτεκτονικής Τριενάλε της πόλης και άλλα 25 κτήρια επαναδιαμορφώνονται αυτόν τον καιρό.
Η Hoor Al Qasimi ανέλαβε τη διεύθυνση της Μπιενάλε το 2003. Όπως λέει η ίδια, έχοντας συμμετάσχει στην Documenta 11 στο Κάσελ το 2002, διατήρησε έντονη την επιρροή από το σκεπτικό του Νιγηριανής καταγωγής επιμελητή τέχνης Okwui Enwezor για τις δυνατότητες του μοντέλου των Μπιενάλε για δημιουργικό πειραματισμό, κοινωνικό αντίκτυπο και συσσώρευση γνώσης.
Στη φράση άλλωστε του Enwezor από το 2005 βασίστηκε και η θεματική της Μπιενάλε “Thinking historically in the present”. Η ίδια η Σάρζα είχε συγκεντρώσει, τον 16ο-19ο αιώνα το ενδιαφέρον Πορτογάλων, Ολλανδών, Βρετανών αλλά και Περσών που προσπάθησαν να ελέγξουν τις εμπορικές ζώνες μεταξύ Αφρικής, Ερυθράς Θάλασσας, Αραβικού Κόλπου και Ινδίας και αποτελεί και σήμερα κέντρο μετακινούμενων και προσφυγικών πληθυσμών.
Μια πόλη, από τη φύση της πολυφωνική, που απαιτεί μη παραδοσιακούς τρόπους επιμέλειας, απαιτεί «να μάθουμε ο ένας από τον άλλον», όπως χαρακτηριστικά λέει η Hoor Al Qasimi, η οποία επεδίωξε και πέτυχε να ξεφύγει η Μπιενάλε από τον αρχικά αραβοκεντρικό χαρακτήρα της σε πιο οριακά αφηγήματα της παγκόσμιας κυκλοφορίας, εκτοπισμού και διασποράς, ώστε να αποκτήσει διεθνή χαρακτήρα με κεντρικό άξονα την ιστορική σκέψη στο παρόν.
Οι επιρροές του Enwezor βασίστηκαν στη διερεύνηση των πολιτισμών που είχαν βιώσει την αποικιοκρατία ως αντιπρότυπα στις ισοπεδωτικές και ολοκληρωτικές δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης. Απομυθοποίησε την ευρωπαϊκή κανονιστική αβανγκάρντ κριτικάροντας τον συντηρητισμό και την αντιφατική του κληρονομιά σε μεγάλα συμπεράσματα και νεκρές βεβαιότητες.
Η μετα-αποικιοποίηση γκρεμίζει τη στενή επικέντρωση στη δυτική οπτική και επικεντρώνει τη ματιά της στην ευρύτερη σφαίρα των νέων πολιτικών, κοινωνικών και πολιτιστικών σχέσεων, όπως αυτές προέκυψαν μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο. Μέσα από αυτά λοιπόν τα ερεθίσματα η Al Qasimi επικεντρώθηκε στο να κάνει τη Σάρζα μέρος αυτού του παγκόσμιου μοντέρνου ως κομμάτι μιας μη δυτικής κουλτούρας και μια κριτικής σημασίας εναλλακτική, έναν τόπο έκφρασης για τους καλλιτέχνες του Νότου αλλά και όλου του κόσμου.
Η 15η Μπιενάλε της Σάρζα αντανακλά ακριβώς αυτό. Χρειάζεται να σταθεί κανείς πίσω από κάθε έργο και να μελετήσει τα γιατί του. Τις ιστορίες της κάθε γυναίκας μετανάστριας που δουλεύει σε ξένα σπίτια. Τους κοινωνικούς αγώνες των γυναικών σε Αφρική, Αμερική και Ασία μέσα από τραγούδια που λογοκριμένα ή απαγορευμένα έφτασαν από γενιά σε γενιά στο σήμερα. Το χώμα που μας διηγείται την ιστορία του προσφυγικού camp στον Λίβανο που φιλοξένησε παλαιστίνιους πρόσφυγες το 1948, μετατράπηκε σε εμπόλεμη ζώνη και η ολική καταστροφή του μετά το 2007 αποκάλυψε την αρχαία εξαφανισμένη πόλη Ορθωσία. Το τραπέζι δείπνου και τα κρεμασμένα καλώδια, αποτέλεσμα της έρευνας που έκανε ζευγάρι Λιβανέζων για τις συνεχείς διακοπές ρεύματος στην ιστορία της χώρας που συνδέονται τελικά με θέματα εξουσίας και πολιτικών μηχανισμών.
Παράλληλα στην Μπιενάλε πραγματοποιούνται εκδηλώσεις, παραστάσεις θεάτρου και χορού, συναυλίες, όπως αυτή του Youssou N’Dour, performances, όπως το συγκινητικό και δυνατό Windows of Displacement για την προσφυγιά, την ταυτότητα και το ανήκειν με την τεχνική Beatmotion του Akeim Toussaint Buck, Τζαμαϊκανού που μεγάλωσε στο Λονδίνο αλλά και υπαίθριες κινηματογραφικές προβολές.
Μια τέτοια προβολή ήταν το Still We Rise του John Harvey που παρουσιάζει τη μικρότερη αυτοσχέδια πρεσβεία στον κόσμο, μια σκηνή που τοποθετήθηκε από Αβορίγινες ακτιβιστές απέναντι από τη Βουλή στο Σίδνεϋ το 1972 και που ακόμα είναι ενεργή διεκδικώντας τα δικαιώματά τους.
Κοιτώντας πίσω στις Μπιενάλε, πώς συμπυκνώνεται η φιλοσοφία τους, ποια τα αποτελέσματα των πολιτικών πράξεων στην τέχνη, αυτό που φαίνεται από τις δουλειές των συμμετεχόντων καλλιτεχνών είναι ότι η Μπιενάλε μπορεί να αποτελέσει ένα σταυροδρόμι, όπου συναντώνται και αναμιγνύονται διαφορετικοί πολιτισμοί.
Το March Meeting που πραγματοποιήθηκε και φέτος στο πλαίσιο της 15ης Μπιενάλε ήταν μια τέτοια ώσμωση. Άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών από κάθε γωνιά της Γης, ιστορικοί, ακαδημαϊκοί, επιμελητές, ιστορικοί τέχνης, φοιτητές, καλλιτέχνες, ντοκιμαντερίστες, ερευνητές συγκεντρώθηκαν για 4 μέρες, μελετώντας τα κινήματα ανεξαρτησίας, τις διαδράσεις του πολιτισμού, τις παγκόσμιες πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και δομικές αλλαγές που χαρακτήρισαν τον κόσμο μας μετά το 1960.
Όπως μας είπε και ο Terry Smith, επίτιμος καθηγητής των Πανεπιστημίων Σίδνεϋ και Πίτσμπουργκ, «Ακόμα και οι αποικιοκρατικές χώρες είναι σε μεταβατική διαδικασία. Οι λαοί μετακινούνται από έθνος σε έθνος, όλοι είμαστε κατά κάποια έννοια σε κίνηση, είτε από είτε χωρίς την επιλογή μας. Είναι κάτι διαφορετικό από την παγκοσμιοποίηση και τα κυρίαρχα αφηγήματα δεν έχουν πια νόημα». Συζητώντας δε για τη μεγάλη άνοδο που έχει η αυτόχθονη τέχνη ειδικά την τελευταία εικοσαετία και ρωτώντας τον για τυχόν ενοχές των ισχυρών κρατών που την προωθούν, μου είπε χαρακτηριστικά: «Η ενοχή είναι ένα αντάλλαγμα για εκεί που θες να καταλήξεις χωρίς ευθύνη».
Στο τετραήμερο March Meeting λοιπόν συζητήθηκαν θέματα από τη φυλή των Σάμι μέχρι το Πακιστάν και τα σύνορα με την Ινδία και από τα ερευνητικά ντοκιμαντέρ μέχρι τον νεοφιλελευθερισμό, τις ιδιωτικοποιήσεις, το προσφυγικό, αλλά και τον ρόλο των Μπιενάλε.
Ειδικά για τον ρόλο των Μπιενάλε μιλήσαμε στη Σάρζα με τον Christian Oxenius, συγγραφέα, επιμελητή, υπεύθυνο έρευνας της Διεθνούς Ένωσης Μπιενάλε (IBA) και με τον Anthony Gardner, καθηγητή Ιστορίας Σύγχρονης Τέχνης στην Οξφόρδη.
Όπως μας είπε ο Christian Oxenius «Κάθε μπιενάλε έχει τον ειδικό γενεσιουργό της λόγο που δημιουργήθηκε, εξελίχθηκε και υπάρχει. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο για μένα είναι ότι σου δίνει μια αίσθηση για το τι βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής της κάθε πόλης, οπότε βλέποντάς το ιστορικά βλέπεις και την εξέλιξή της, τα θέματα και τα προβλήματα – π.χ. έλλειψη θεσμών, χώρων, διαλόγου δημόσιου. Αυτό μπορεί να δώσει πολλά ερεθίσματα. Το τι μπορεί να σημαίνει για μια πόλη, διαφέρει ανά πόλη και θεσμό. Αλλά θεωρώ ότι η διετία μεταξύ των μπιενάλε είναι πιο ενδιαφέρουσα από το τι συμβαίνει σε γκαλερί και μουσεία, γιατί δίνει χρόνο σε επιμελητές, διοργανωτές, καλλιτέχνες να σκεφτούν ποιος είναι ο ρόλος της για την επόμενη φορά.».
Στην ερώτησή μας, τι συμβαίνει όταν οι Μπιενάλε πραγματοποιούνται σε χώρες με ιδιαίτερα πολιτικά καθεστώτα, ο Christian παρατηρεί:
«Μπορώ να σας δώσω δυο παραδείγματα από μπιενάλε, σε μέρη όπου υπάρχουν κάποιοι περιορισμοί στη δημόσια συζήτηση. Η μία είναι στην Κωνσταντινούπολη και η άλλη είναι η Μπιενάλε Βιομηχανικής Τέχνης στην Αγία Πετρούπολη. Απ’ ό,τι διαπίστωσα, μπορείς να συναντήσεις εκεί μεγαλύτερο επίπεδο ελευθερίας, προκειμένου να μιλήσεις για μειονότητες, φύλο, ζητήματα όπως π.χ. το κουρδικό στην Τουρκία, απ’ ό,τι αλλού. Οι μπιενάλε αποτελούν μια πλατφόρμα, όπου μπορούν να συζητηθούν θέματα που συνήθως δεν βγαίνουν στη δημόσια σφαίρα. Φυσικά είναι εκ φύσεως αρκετά πιο περιορισμένες, απευθύνονται σε επισκέπτες και όχι σε εκατομμύρια κόσμου και η εκάστοτε εξουσία δεν τις θεωρεί απειλή. Παίζουν όμως ζωτικό ρόλο».
«Και βέβαια μπορεί να αντιμετωπίσουν περιορισμούς», συνεχίζει ο Christian. «Αλλά περιορισμοί μπορεί να υπάρχουν και στη Γερμανία, όπως είδαμε στην πρόσφατη Documenta. Ήταν περίεργο, ότι η μοναδική αντίδραση σε έργο που ήταν προβληματικό, γιατί περιείχε αντισημιτικά στοιχεία, ήταν να το κατεβάσουν, αντί να το χρησιμοποιήσουν για να μιλήσουν για τον αντισημιτισμό. Οπότε ας μην κοιτάμε μόνο για καθεστώτα, αλλά για τον ρόλο της τέχνης κι αν αυτή είναι ικανή να θέσει προβληματισμούς. Νομίζω ότι οι μπιενάλε προσφέρονται για κάτι τέτοιο, εκτός των άλλων επειδή προσελκύουν ειδικό μεν αλλά διεθνή τύπο, και επιτρέπουν ανταλλαγή και ανοιχτοσύνη».
Ο Anthony Gardner στην ομιλία του στο March Meeting αναφέρθηκε εκτεταμένα στον ρόλο των Μπιενάλε, που είναι τόσες πολλές παγκοσμίως, ώστε κάθε εβδομάδα να εγκαινιάζεται και κάποια, στις σχέσεις με χορηγούς, στα πολιτικά άλλοθι που έχουν προσφέρει αλλά και τις αντιδράσεις που έχουν ενσωματώσει απέναντι σε καθεστώτα ή κακώς κείμενα. Μας μίλησε σχετικά με αυτά:
«Είναι όντως πιο περίπλοκος ο ρόλος των μπιενάλε σε χώρες, όπως Σιγκαπούρη, Σαγκάη, Πεκίνο, Σαουδική Αραβία, Λατινική Αμερική, κλπ. Κάποιες φορές οι διοργανωτές μπορεί να υποβιβάσουν και να κρύψουν την προσοχή από ένα σοβαρό πολιτικό θέμα, ανθρώπινα δικαιώματα, εργασιακά δικαιώματα, νεοκαπιταλισμό ή ελευθερία έκφρασης. Επίσης είναι μια ματαίωση, όταν νιώθει κανείς ότι είναι εκεί ως branding για τους χορηγούς.
Από την άλλη οι μπιενάλε μπορούν να είναι και ‘bubbles of exception’, που επιτρέπουν μια ελευθερία έκφρασης που δεν θα ήταν δυνατή αλλιώς, ίσως λόγω διεθνούς και φιλελεύθερου χαρακτήρα. Μπορεί δηλαδή να χρησιμοποιήσουν την ευκαιρία για καλό σκοπό, για διάλογο σε έναν συγκεκριμένο χώρο. Όπως π.χ. έχει συμβεί στην πρόσφατη ιστορία της Kochi-Muziris Biennale στην Ινδία. Κάποια θέματα τραβούν τη δημόσια προσοχή και τον ανοικτό διάλογο μέσα από μποϊκοτάζ και διαμαρτυρίες, αλλιώς θα θεωρούνταν εσωτερικής κατανάλωσης. Στην Μπιενάλε του Σίντνεϊ λ.χ. το 2014, οι καλλιτέχνες εξεγέρθηκαν δημόσια για χορηγούς που σχετίζονταν με εταιρείες security σε κέντρα συγκέντρωσης του αυστραλέζικου κράτους κι αυτό άλλαξε ολόκληρη τη διοργάνωση μέσα στην Μπιενάλε».
«Στην Αγία Πετρούπολη το 2014 υπήρξε η ευκαιρία και για τους Ευρωπαίους να εξερευνήσουν τη ρωσο-κινεζική κουλτούρα, όχι μέσα από εχθρότητα και φόβο από τη δαιμονοποίηση των ΜΜΕ, αλλά μέσα από διάλογο και ανταλλαγή απόψεων. Ήταν δύσκολα, ιδιαίτερα τις δεκαετίες του ‘60 και ‘70 στη Λατινική Αμερική και σε ψυχροπολεμικές χώρες με πολλές πολιτικές παρεμβάσεις, αλλά πάντα βρίσκεις και ξεγλιστράς μέσα από χαραμάδες. Και τώρα υπάρχουν προβλήματα με δομές νεοφιλελεύθερες και νεοθρησκευτικές. Και αν με ρωτάτε, φυσικά υπάρχει ένας ελέφαντας στο δωμάτιο, σχεδόν παντού, πχ για θέματα εργασιακής εκμετάλλευσης, ανισοτήτων, διακρίσεων κλπ. Γι’ αυτό είναι σημαντικό το τι θέματα θα βάλουμε κάθε φορά στο τραπέζι».
«Ίσως η Σάρζα ανοίγεται σε πολλές δυνατότητες και έξω από τη χώρα για όλη την περιοχή και είναι ένα παράθυρο για κριτική σκέψη και για το τι συμβαίνει και για άλλους στην περιοχή. Η Μπιενάλε της έχει ελεύθερη πρόσβαση και έχω δει να έρχεται κόσμος άλλων εθνοτήτων που ζει εδώ, κυρίως σε διάφορες ανοικτές εκδηλώσεις της, όπως κινηματογράφο ή μουσική – ήμουν σε δημόσια προβολή ταινίας Μπόλιγουντ και ήταν γεμάτη Ασιάτες που ζουν εδώ».
«Υπάρχουν κοινωνικές όψεις όχι μόνο στις μπιενάλε – οι συγγραφείς, καλλιτέχνες, δημοσιογράφοι, επιμελητές, δεν λειτουργούμε τελικά και τόσο ξεχωριστά! Πολλές φορές μέσα από την αντίσταση γίνεται εκπληκτική δουλειά. Υπάρχουν δυνατές φωνές που δεν είναι μέρος της γνωστής σκηνής, τοπικοί μικρόκοσμοι που χρειάζεται να εμπλακούν και χρειάζεται η αλληλεγγύη. Η αλλαγή είναι αργή, αλλά συμβαίνει. Έχει να κάνει με το πώς μιλάμε ο ένας με τον άλλον και το πώς μιλάμε για την Ιστορία, γκρεμίζοντας έτσι στεγανά».
SB15 Working Group: Tarek Abou El Fetouh (Director of Performance and Senior Curator, Sharjah Art Foundation), Ute Meta Bauer (professor and Founding Director, NTU CCA Singapore), Salah M. Hassan (professor and art historian, Cornell University, and Director of The Africa Institute, Sharjah), Chika Okeke-Agulu (professor and art historian, Princeton University) and Octavio Zaya (independent curator, art writer and Executive Director, Cuban Art Foundation), alongside an Advisory Committee that includes Sir David Adjaye (architect) and Christine Tohmé (Director, Ashkal Alwan, Beirut).