Σκόρπιες αναμνήσεις από 22 χρόνια στην Αβινιόν

Φέτος είναι το 21ο μου Φεστιβάλ της Αβινιόν. Πρωτοήρθα εδώ σχεδόν τυχαία το 2001, κι έκτοτε δεν έχω χάσει καμιά χρονιά. Ακόμα θυμάμαι τα δάκρυά μου όταν έβγαινα από τις πρώτες μου παραστάσεις: ξαφνικά συνειδητοποιούσα πως στην Ελλάδα δεν είχαμε ιδέα τι ακριβώς συμβαίνει στο ευρωπαϊκό θέατρο

Η ζέστη, όπως συμβαίνει συχνά εδώ τα καλοκαίρια, είναι πνιγηρή –το ποτάμι γαρ. Οι 38°C στην Αβινιόν είναι διαφορετικοί από ότι στην Αθήνα. Αλλά όταν η παράσταση σε παρασύρει, ούτε θερμοκρασία καταλαβαίνεις ούτε τίποτα. Άλλωστε, για να βρίσκεσαι εδώ, σημαίνει πως αυτό που σε ενδιαφέρει πάνω από όλα είναι το θέατρο. Δεν είναι απλή ιστορία το Φεστιβάλ της Αβινιόν. Τι είναι, λοιπόν;

Το Φεστιβάλ της Αβινιόν που φέτος συμπληρώνει τα 76 του χρόνια, είναι το μεγαλύτερο της Ευρώπης μαζί με αυτό του Εδιμβούργου. Λαμβάνει χώρα κάθε Ιούλιο, και όταν ιδρύθηκε από τον μεγάλο θεατράνθρωπο Ζαν Βιλάρ το 1946 λεγόταν απλά Εβδομάδα των Τεχνών της Αβινιόν, και διαρκούσε περίπου τόσο. Σήμερα απλώνεται σε περίπου είκοσι ημέρες, και περιλαμβάνει γύρω στις σαράντα παραστάσεις θεάτρου και χορού –και λίγες μουσικής- από όλο τον κόσμο, επιλεγμένες από την καλλιτεχνική του διεύθυνση.

Παράλληλα με το επίσημο φεστιβάλ, το λεγόμενο «In», τρέχει το «Off», που ξεκίνησε πριν από 56 χρόνια, την ανήσυχη, ταραγμένη δεκαετία του ’60 ως ένα ελεύθερο, συμμετοχικό φεστιβάλ «των ομάδων», για να καταλήξει στις ημέρες μας σε ένα υδροκέφαλο φόρουμ περίπου 2000 (!!!) παραστάσεων, με βασικούς ωφελημένους τους ιδιοκτήτες των πολλών θεατρικών αιθουσών της πόλης, που πίνουν κυριολεκτικά το αίμα των ομάδων, ζητώντας τους υπέρογκα ενοίκια ή/και ποσοστά επί των εισιτηρίων και υποχρεώνοντάς τους σε ανήκουστες συνθήκες εργασίας: το στήσιμο και το ξεστήσιμο δεν υπερβαίνει τα 10-15 λεπτά. Όμως, σε μια πόλη κατάμεστη από κοινό διψασμένο για θέατρο, όλοι θέλουν να δοκιμάσουν την τύχη τους. Και πληρώνουν το βαρύ τίμημα…

COURS DHONNEUR, PALAIS DES PAPES

Η Αβινιόν είναι μια μικρή φοιτητούπολη της Προβάνς (Προβηγκίας) στη νότια Γαλλία. Ο πληθυσμός της, περίπου 90.000, το μήνα Ιούλιο τουλάχιστον τετραπλασιάζεται- είναι άγνωστο, λόγω των «μαύρων» ενοικιάσεων σπιτιών και δωματίων, πόσοι ακριβώς είναι οι θεατρόφιλοι επισκέπτες. Μετρώντας όμως τις παραστάσεις, μπορεί κανείς να υπολογίσει χονδρικά πόσοι είναι οι επαγγελματίες του θεάματος που βρίσκονται στην πόλη. Και είναι χιλιάδες…

PALAIS DES PAPES

Η φετινή έκδοση σημαίνει και το τέλος της θητείας του Ολιβιέ Πυ ως καλλιτεχνικού διευθυντή. Είναι ο πρώτος καλλιτέχνης που το ανέλαβε μετά τον Ζαν Βιλάρ. Πέρυσι, την πρώτη μέρα του Φεστιβάλ, ανακοινώθηκε το όνομα του αντικαταστάτη του: θα είναι ο Πορτογάλος Τιάγκο Ροντρίγκεζ, ο πρώτος μη Γάλλος που το αναλαμβάνει –έμμεση ομολογία της κρίσης που κατατρύχει το πάλαι ποτέ κραταιό γαλλικό θέατρο. Ταυτόχρονα ανακοινώθηκε η παράταση της θητείας του Πυ κατά μία χρονιά –τη φετινή- ώστε ο νέος διευθυντής να έχει στη διάθεσή του μια γεμάτη διετία ώσπου να παρουσιάσει στο κοινό τον πρώτο του προγραμματισμό. Τα καθ’ ημάς, η τριετία της Κατερίνας Ευαγγελάτου στο τιμόνι του Φεστιβάλ Αθηνών εκπνέει, το υπουργείο ποιεί την νήσσαν χωρίς να έχει προκηρύξει –ως οφείλει ηθικά μετά το προηγούμενο του Εθνικού και του ΚΘΒΕ- διαγωνισμό για την αντικατάστασή της, και διάφορες «διαρροές» υποκαθιστούν την επιβεβλημένη ενημέρωση για τη συνέχεια του θεσμού. Αναρωτιέμαι αν υπουργός και υφυπουργός συνειδητοποιούν πως είναι υποχρέωσή τους να ενημερώνουν: δεν ορίζουν δερβέναγα στο τσιφλίκι του παππού τους, αλλά διευθυντή σε κρατικό οργανισμό. Οι συγκρίσεις με την Αβινιόν προκαλούν θλίψη, αλλά και οργή.

Φέτος είναι το 21ο μου Φεστιβάλ της Αβινιόν. Πρωτοήρθα εδώ σχεδόν τυχαία το 2001, κι έκτοτε δεν έχω χάσει καμιά χρονιά. Ακόμα θυμάμαι τα δάκρυά μου όταν έβγαινα από τις πρώτες μου παραστάσεις: ξαφνικά συνειδητοποιούσα πως στην Ελλάδα δεν είχαμε ιδέα τι ακριβώς συμβαίνει στο ευρωπαϊκό θέατρο, ούτε ποιες είναι οι τάσεις για το μέλλον. Υπενθυμίζω πως ήταν πριν αναλάβει το Φεστιβάλ Αθηνών ο Γιώργος Λούκος: ιστορική στιγμή που μένει να αποτιμηθεί πλήρως στο μέλλον. Ξαφνικά είδαμε μαζεμένα στην Πειραιώς –και αλλού- όσα έπρεπε να έχουμε δει από χρόνια, και που πριν για να τα δει κανείς έπρεπε να βγάλει αεροπορικό εισιτήριο. Όμως τότε, το μακρινό 2001, παραστάσεις όπως ο «Μπόρις Γκοντούνοφ» του Ντέκλαν Ντόνελαν, που είδα σε ένα εργοστάσιο κάποια χιλιόμετρα από την πόλη, ή το «Σχολείο Γυναικών» του Ντιντιέ Μπεζάς με τον Πιερ Αρντιτί, Μολιέρος ανεβασμένος «σοβαρά», ως δράμα, με το κωμικό να προκύπτει ως αποτέλεσμα-με τον τρόπο που στα καθ’ ημάς το έκανε ο Λευτέρης Βογιατζής- ήταν όνειρο απατηλό στην Αθήνα, όπως και πολλά, πολλά άλλα που αργήσαμε να ανακαλύψουμε.

Παραδείγματα; Σχεδόν αμέτρητα. Οπότε απλώς θα παραθέσω σκόρπιες αναμνήσεις έτσι όπως μου έρχονται. Καθόλου τυχαίο: η πρώτη που με επισκέπτεται είναι η χρονιά του 2005, έτος Γιαν Φαμπρ! Οι Φλαμανδοί –μεγάλη σχολή στο θέατρο και το χορό- καταλαμβάνουν την πόλη. Τα θεάματά τους είναι σκληρά, πότε εικονοκλαστικά και πότε εικονολατρικά. Μέσα στους δεκάδες φόνους και τα εκατοντάδες λίτρα αίμα -δεν υπερβάλλω, όποιος έχει δει το αριστουργηματικό, επιβλητικό «Είμαι αίμα» του Φαμπρ ξέρει για τι μιλάω- δεν θυμάμαι να είδα ούτε ένα φιλάκι! Παρόλα αυτά, η Αβινιόν του 2005 συζητιέται ακόμα και περνά στην ιστορία.

ΓΙΑΝ ΦΑΜΠΡ, ΕΙΜΑΙ ΑΙΜΑ, 2005

«Το δωμάτιο της Ιζαμπέλα» του Γιαν Λάουβερς το 2004: κάποιες φορές ένα όνομα βρίσκεται στα χείλη όλων, μια παράσταση συζητιέται όσο καμία: αυτή ήταν η περίπτωση. Μια παράσταση αφοπλιστικής αθωότητας και μεγάλης Τέχνης, που ταξίδεψε παντού κι έφτασε μέχρι την Αθήνα, στο Φεστιβάλ Αθηνών επί Λούκου- όποιος την είδε δύσκολο να την έχει ξεχάσει.

Ο Ρομέο Καστελούτσι και η «Ενδογονιδιακή τραγωδία» του: πριν γίνει σταρ με τη «Θεία Κωμωδία», ερημίτης της Τσεζένα ακόμα, ο Καστελούτσι περιπλανάται επί τρία χρόνια στην Ευρώπη κάνοντας ένδεκα παραστάσεις σε διαφορετικές πόλεις. Τρεις από αυτές θα παιχτούν στην Αβινιόν, μαζί με τις λεγόμενες ”Crescita” -«Εκβλαστήσεις» θα τις μετέφραζα κάπως ελεύθερα: μικρά θεάματα 10 ή 20 λεπτών με απίστευτη ένταση και συμπύκνωση, συχνά σαν κομμάτια ενός εφιάλτη.

Φεστιβάλ Αβινιόν
ROMEO CASTELLUCI, CRESCITA, 2005

«Ο Οίκος της Δύναμης» της Ανχέλικα Λίντελ: μια παράσταση πέντε ωρών που βάζει την ξέφρενη Ισπανίδα στον ευρωπαϊκό θεατρικό χάρτη. Απίστευτη ένταση, παραληρηματικό ξέσπασμα, αληθινό αίμα επί σκηνής και μια σκηνή από τη «Μπερνάρντα Άλμπα» ανάμεσα σε λόφους ολόκληρους από κάρβουνο. Βγαίναμε όλοι σε κατάσταση σοκ. Αν δεν επαναλάμβανε τόσο τα χαρακτηριστικά της τα επόμενα χρόνια, αν έκανε λιγότερες δουλειές και δεν έλεγε «ναι» σε όλα τα φεστιβάλ που της ζητούν καινούρια παράσταση, αν δεν πουλούσε τόσο τον εαυτό της σε ένα διαρκές reality show δυστυχίας, αν, αν, αν… Όμως αυτή η πρώτη έκρηξή της υποσχόταν τόσα, μα τόσα πολλά…

”En atendant” και ”Cesena” της Ανν Τερέζα ντε Κεερσμάκερ: δυο αξέχαστα πειράματα με αφετηρία την μεσαιωνική μουσική, χωρίς τεχνητό φωτισμό ή ενίσχυση του ήχου των φυσικών οργάνων της εποχής. Η πρώτη ξεκινούσε στις οκτώ το βράδυ και τελείωνε με το τελευταίο φως, όταν πια στη σκηνή βλέπαμε μόνο σκιές, και η –αλησμόνητη- δεύτερη στις πέντε το πρωί στην Αυλή του Παλατιού των Παπών με την πρώτη αχτίδα της ανατολής, και τελείωνε στις επτά και κάτι, με φως ημέρας και τα πουλιά της χαραυγής να συνοδεύουν τους μουσικούς. Η εικόνα στις τέσσερις τα χαράματα της –άδειας, κανονικά- πλατείας μπροστά στο Παλάτι κατάμεστης από χιλιάδες ανθρώπους που είχαν έλθει για να δουν όλοι μαζί μια παράσταση, εξακολουθεί να μου φέρνει δάκρια στα μάτια κάθε φορά που τη φέρνω στη μνήμη μου.

CESENA 2011

Θα μπορούσα να συνεχίσω επί ατελείωτες σελίδες: όσα παραθέτω εδώ είναι λίγα –ίσως ούτε καν τα κορυφαία από όσα ανακάλυψα στην Αβινιόν. Ίσως αν έγραφα αύριο, τα μισά να ήταν διαφορετικά. Ούτως ή άλλως το σημαντικό είναι ένα: το Πάθος. Η αφοσίωση σε μια Τέχνη θνησιγενή, που γεννιέται και πεθαίνει κάτω από το βλέμμα μας χωρίς να αφήνει ίχνη, παρά μόνο μνήμες. Η Κοινωνία του Βλέμματος, όπως μου έλεγε κάποτε ο Καστελούτσι: εμείς που συγκεντρωνόμαστε για να δούμε κάτι όλοι μαζί. Κι η ανεξήγητη επιθυμία που νιώθω να βρίσκομαι εδώ και να βλέπω πώς το θέατρο κι ο χορός εξελίσσονται κάθε χρόνο, προς ποια κατεύθυνση μοιάζουν να πηγαίνουν: μια επιθυμία που κοστίζει σε χρόνο, χρήμα, κόπο και μοναξιά. Κάποτε μου είχαν πει ότι εδώ είναι ο Παράδεισός μου. Δεν ισχύει- ίσως και να είναι η Εξορία μου. Σίγουρα όμως είναι ένας τόπος που με κινητοποιεί και μου δίνει γνώση, υλικό και τροφή για σκέψη για όλη την υπόλοιπη χρονιά. Και την ψευδαίσθηση, ίσως, πως όταν βρίσκομαι εδώ είμαι ένας άνθρωπος σε αποστολή, κι όχι απλώς ένας ακόμη Ευρωπαίος που δειπνεί μόνος.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.