«Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου»: Η Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων για την πολιτική πράξη του θεάτρου και της ζωής

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, η Ξένια Θεμελή, ο Ντένης Μακρής και ο Γιώργος Κισσανδράκης μιλούν στο ελc για το έργο του Εντουάρ Λουί και όλα όσα θίγει: την ανάγκη για αποδοχή και τα εγκλήματα της κάθε μέρας

Φωτογραφίες: © Αναστασία Γιαννάκη

Το αγόρι βάζει τακούνια, μαύρα και ψηλά, ετοιμάζεται. Ο πατέρας ανασαίνει βαριά, στην ανάσα του χωράνε χρόνια δυσκολιών, για αυτόν η πολιτική είναι ζήτημα ζωής και θανάτου. Πατέρας και γιος γίνονται για λίγο όλον, χωρισμένο σε δύο. Η παράσταση ξεκινάει.

Η Ορχήστρα των Μικρών Πραγμάτων, πιστή σε μια άτυπη δέσμευση να καταπιάνεται με κείμενα που έχουν στον πυρήνα τους πολιτικό χαρακτήρα, ανεβάζει στο ΠΛΥΦΑ το αυτοαναφορικό έργο του Εντουάρ Λουί «Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου». Το βιβλίο είναι ταυτόχρονα μια προσωπική εξομολόγηση του συγγραφέα αλλά κι ένα πολιτικό μανιφέστο. Μέσα από την περιδίνηση στις αναμνήσεις του, ο Λουί επαναδιαπραγματεύεται τη σχέση με τον πατέρα του, επιστρέφει για να κοιτάξει κατάματα αυτά που τον διαμόρφωσαν και αποπειράται να ερμηνεύσει τους λόγους που έκαναν τη σχέση τους επώδυνη και συνάμα τρυφερή.

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, σκηνοθέτης της παράστασης, η Ξένια Θεμελή, χορογράφος και οι δύο ηθοποιοί, Ντένης Μακρής και Γιώργος Κισσανδράκης μιλούν στο ελc για το έργο και όλα όσα θίγει, τις αναμνήσεις, το παρελθόν και το παρόν, την ανάγκη για αποδοχή, το βάσανο της αγάπης, για την πολιτική που μας ορίζει και για τα εγκλήματα της κάθε μέρας.

έργο εξομολόγηση & μανιφέστο

Χρήστος: «Όταν διάβασα το βιβλίο, μου πήρε μόνο 45 λεπτά. Επικοινώνησα κατευθείαν. Αυτή είναι η μεγάλη μου δυσκολία, το να βρίσκω πράγματα με τα οποία θα ασχοληθεί η Ορχήστρα. Πρέπει να με συγκινήσει 100% το κείμενο. Συναισθηματικά, να με κινήσει προς τα κάπου. Για μένα πάντα μετράει και η περίοδος που αποφασίζεις για κάτι. Είναι πολύ σημαντικό να μιλάς για αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Με όποιον τρόπο και να επιλέξεις να το κάνεις. Με συγκίνησε και λόγω δικών μου προσωπικών βιωμάτων. Όταν διάβασα το βιβλίο, αναγνώρισα τρία περιστατικά που τα έχω ζήσει έτσι ακριβώς. Έκλαιγα ακατάπαυστα. Τώρα τελευταία όταν το ακούω, με συγκινεί η φράση γιατί δεν μου είχες πει πως με αγαπούσες; Μπορεί μπροστά στους άλλους ένας πατέρας να λέει ότι ο γιος του είναι καταπληκτικός και να μην το έχει πει ποτέ στο ίδιο του το παιδί. Θα μπορούσαν να είχαν γίνει πολλά πράγματα διαφορετικά, αυτό με συγκινεί πολύ».

Γιώργος: «Σαν μανιφέστο είναι το έργο. Ασχολείται με τη σχέση, πατέρα-γιου, η οποία από μόνη της έχει πολύ πράγμα να ψάξεις. Όποια εμπειρία, όποιο ερέθισμα και να έχεις, αυτή η σχέση έχει κάποια αγκάθια. Είναι πολύ ωραίο να προσπαθείς να βρεις αναλογίες με τη δική σου ζωή, να σκαλίζεις λίγο τις αναμνήσεις σου, να δεις πώς ένα συμβάν που καμία σχέση δεν έχει με τη δική σου ζωή, σου θυμίζει εσένα. Κάτι υπάρχει εκεί».

Ντένης: «Είναι κάτι που διαρκώς καίει. Είναι σε μια θερμοκρασία που δεν είναι διαχειρίσιμη. Είναι και δικό σου, το έχεις ζήσει, μπορεί να το έχεις πει, να το έχεις σκεφτεί. Μπορεί όμως και όχι. Είναι πάντα σε έναν ενδιάμεσο χώρο που σίγουρα έχεις περάσει από κει, έχεις βιώσει πράγματα, έχεις αισθανθεί. Μετά είναι θέμα διαχείρισης του τότε και του τώρα. Πόσο κυλάνε μέσα σου ακόμα αυτά τα πράγματα, πόσο κουμάντο κάνουν στις σχέσεις σου. Υπάρχει μια κατάσταση που καίει και ζητάει ή να απελευθερωθεί ή να γίνει κατανοητή. Πάντα κάτι διακυβεύεται. Ό,τι υλικό έρχεται, έρχεται με κόπο, δεν είναι ποτέ ανώδυνο. Με τη χαρά της κατανόησης, της συμφιλίωσης. Κάτι κουβαλάς και έρχεται με έναν τρόπο επιτακτικό και αναγκαίο. Η όποια μετακίνηση για συγχώρεση ή διάθεση κατανόησης, έχει τη διαδρομή της, τον κόπο της».

αγάπη & βάσανο | περιδίνηση στις αναμνήσεις

Μιλάμε για το βάσανο της αγάπης, για το πώς αυτοί που αγαπάμε και μας ορίζουν, μας πληγώνουν ερήμην τους. Για τον Χρήστο, αγάπη και βάσανο πάνε μαζί. Με ρωτά αν έχω βασανιστεί από αγάπη και χαμογελά:

Χρήστος: «Δεν έχεις βασανιστεί και αγαπήσει ταυτόχρονα; Δεν γίνεται να αγαπήσεις χωρίς βάσανο. Το βιβλίο το διάβασα ως ένα γράμμα συγχώρεσης από τον γιο στον πατέρα. Προσπαθεί να απαντήσει σε όλα τα αναπάντητα ερωτήματα που είχε μέχρι και την ενηλικίωσή του. Φαίνεται πως τον συγχωρεί. Στη δική μας ανάγνωση, το γεγονός ότι υπάρχουν δύο άτομα, έχει να κάνει με το ότι βλέπουμε καθαρά τι συνέβη μεταξύ των δύο, βλέπουμε και τις δύο πλευρές. Προσπαθούμε να κατανοήσουμε την πλευρά του πατέρα όλοι μαζί.

Σίγουρα υπάρχει πολύς πόνος, σίγουρα υπάρχει ένα τεράστιο κατηγορώ. Οι ανθρώπινες σχέσεις μπορεί να έχουν πολύ πόνο αλλά η εκκίνησή τους να είναι από αλλού. Κανείς από τους δύο να μη θέλει να πληγώσει κάποιον. Κι αν χαράξεις τη ζωή κάποιου, μπορεί να μην το θες. Ταυτόχρονα με το κατηγορώ του, όμως, για να μπορέσει να ηρεμήσει, προσπαθεί να καταλάβει τι οδήγησε τον πατέρα του σε αυτή τη συμπεριφορά. Σε αυτή του την απόπειρα, φτάνει στη λύση του φταίχτη που οδηγεί το έργο στο πολιτικό κομμάτι. Ο ίδιος ο Λουί, δεν είχε στο μυαλό του να τελειώσει το βιβλίο με αυτόν τον τρόπο. Απλά προέκυψε με αυτή την ένταση. Η πολιτική ούτως ή άλλως τον ορίζει. 

Ένα στοιχείο του βιβλίου που έλεγα στην αρχή ότι δεν καταλαβαίνω είναι το πώς αυτός ο άνθρωπος αποφασίζει και του αγοράζει τον Τιτανικό. Κάτι υπάρχει εκεί. Κάνει απόπειρες να επικοινωνήσει με τον γιο του, με όποιον τρόπο μπορεί».

Αναρωτιέμαι με ποιους τρόπους λειτουργεί η μνήμη, πώς πλάθουν οι ηθοποιοί έναν φαντασιακό κόσμο επί σκηνής που όμως είναι φτιαγμένος από τα υλικά των στιγμών του Λουί. Ρωτώ τον Ντένη και τον Γιώργο αν ανακαλούν δικές τους αναμνήσεις για να δομήσουν αυτό το σύμπαν.

Ντένης: «Το έργο μου θυμίζει τη δική μου προσπάθεια να βρω διόδους να επικοινωνήσω. Να συναντήσω τον πατέρα μου, τη μητέρα μου, το σχολείο, να βρω τρόπους να υπάρξω. Συναντώ το κλάμα μου, μέσα από το δικό του κλάμα. Καταλαβαίνω τι δεν μπόρεσα να πω ή τι κατάφερα να πω. Βράζει αυτό. Μου δίνει τη δυνατότητα να ψηλαφίσω αυτά που τότε δεν καταλάβαινα, αυτά από τα οποία έτρεχα να φύγω. Τώρα τα αγκαλιάζω, τα κατανοώ. Το κάνουμε όλοι μαζί αυτό, για εμάς τότε και για εμάς τώρα».

Γιώργος: «Θα ήταν ωραίο όποιος έρθει και δει την παράσταση, να έχει μια σύνδεση. Κάναμε μια συζήτηση για το κατά πόσο η παράσταση αφορά ομοφυλόφιλους άνδρες, ομοφυλόφιλες γυναίκες ή straight άνδρες. Θεωρώ πως δεν είναι μόνο ένα queer έργο. Ο καθένας μπορεί να αναγνωρίσει πράγματα από τη δική του ζωή, από τη ζωή των γύρω του, από πράγματα που ακούει στις πολυκατοικίες των δίπλα, που βλέπει, που μαθαίνει. Μια επιδίωξη θα ήταν να μπορέσουμε να φτάσουμε μαζί με το κοινό σε μια συμφωνία για το ποια είναι η θέση μας από εδώ και πέρα, τι γίνεται στον κόσμο, πώς μπορούμε να είμαστε ο εαυτός μας, να είμαστε ευτυχισμένοι με αυτό που είμαστε.

Το έργο είναι αυτοβιογραφικό, δεν είναι ντοκιμαντέρ. Δεν είμαστε εκεί την ώρα που συμβαίνει. Από τη στιγμή που ο Λουί το ανακαλεί στη μνήμη του και μπαίνει στη διαδικασία να το γράψει, ούτως ή άλλως, είναι μυθοπλασία. Αποφασίζει πως θα το μεταφέρει».

Χρήστος: «Η ανάμνηση είναι υποκειμενική πραγματικότητα».

Ντένης: «Αυτή είναι η πρόσκληση προς τον θεατή, να επικαλεστεί με τον δικό του τρόπο, τις δικές του μνήμες, με αφορμή αυτό που παρουσιάζεται… (ελπίζουμε να) είναι ανοιχτό σε νόημα. Με χώρο για να δεις πράγματα που δεν ακουμπάνε στον σεξουαλικό προσανατολισμό ή στη σχέση πατέρα-γιου. Έχουν να κάνουν με μια γενικότερη βία που συνεχώς επιβάλλεται. Όταν επιβάλλεται κάτι είτε σε προσωπικό επίπεδο είτε σε συλλογικό, αυτό από μόνο του ασκεί κάτι. Σε όλους μας έχει επιβληθεί μια προσδοκία, μια απαίτηση από τον μπαμπά, τη μαμά, την κοινωνία, τους φίλους. Δεν μπορείς παρά να δεις εσένα και όλα αυτά που σε έχουν κάνει να ορίσεις τη ζωή σου ώστε να είναι αρεστή, να συγχρονίζεσαι με τα δεδομένα του πλαισίου».

η αποδοχή από τους άλλους & όσα δεν κάναμε ποτέ

Ξένια: «Θεωρώ πως πρώτα πρέπει να αποδεχτούμε εμείς τον εαυτό μας. Ο Λουί, από μικρό παιδί ήξερε ποιος είναι. Μετά ψάχνει πολύ την αποδοχή από τους άλλους. Το έχει κερδίσει όμως, από μικρό παιδί, να αποδεχτεί ποιος είναι. Μετά προκύπτει η ανάγκη να τον αποδεχτούν οι άλλοι, σε όλα τα επίπεδα. Κοινωνικά, πολιτικά, τη σεξουαλική του κατεύθυνση…».

Χρήστος: «Σε κάποιες περιπτώσεις βοηθάει και η αποδοχή από τους άλλους. Πρέπει να ξεκινήσει σίγουρα από σένα. Αυτός είναι ο αγώνας. Να αποδεχτείς τις επιθυμίες, τις ανάγκες, τα απωθημένα και τους δαίμονές σου. Παρόλα αυτά, με αγαπάω. Έτσι αποδέχεσαι. Μετά είναι θέμα ταχύτητας. Αν συμβεί να σε αποδέχονται, είναι σημαντικό. Βλέπεις ανθρώπους που πασχίζουν να τους αποδεχτούν οι υπόλοιποι. Αυτό σημαίνει ότι δεν έχουν αποδεχτεί αυτό που είναι».

Αναφερόμαστε στις παράλληλες πραγματικότητες, σε όσα δεν κάναμε και όμως αυτά είναι που μας ορίζουν. Για τον Χρήστο, αυτά που δεν έχουν γίνει, περιμένουν να γίνουν:

Χρήστος: «Είναι μια παράλληλη πραγματικότητα αυτά που δεν έχεις κάνει. Την επισκέπτεσαι συνέχεια. Σκέφτεσαι πράγματα που θα ήταν υπέροχο να κάνεις. Είναι δίπλα σου και υπάρχουν στιγμές που αναδύονται, τα ζεις σαν να τα έχεις κάνει. Προσωπικά, δεν κατάφερα λόγω οικονομικής κατάστασης να βγω έξω να σπουδάσω, να ζήσω στο εξωτερικό. Φανταζόμουν ότι τριάντα χρονών θα παίρνω τη μάνα μου και θα πηγαίνουμε ταξίδια, κάτι θα της δώσω. Δεν έχω καταφέρει ακόμα να δώσω κάτι πίσω στη μάνα μου. Αυτά είναι πράγματα που προφανώς σε ορίζουν. Είναι αυτά που δεν έχεις κάνει. Είναι αυτά που δεν έχεις πει. Σε ανθρώπους που αγαπάς, σε ανθρώπους που δεν αγαπάς. Μπορεί να μην έχεις πει σ’ αγαπώ κάπου που έπρεπε. Αυτά που δεν έχουν γίνει, περιμένουν να γίνουν».

Ντένης: «Πολλές φορές αυτά που δεν έχουν γίνει τρέχουν πολύ πιο ισχυρά μέσα μας. Σαν χώροι που δεν έχουν εκφραστεί, δεν έχουν εκτονωθεί. Ίσως να σε ορίζουν και περισσότερο, είναι εκεί. Σε στοιχειώνουν, σε καταδυναστεύουν. Σου δημιουργούν μια αίσθηση προσωπικότητας ή ταυτότητας, που μένει κουκουλωμένη. Δεν μπορεί να επικοινωνηθεί. Αναρωτιέμαι αν αυτό μένει σε ένα σκοτάδι ή τελικά καταφέρνει και εκφράζεται με υπόγειους τρόπους στις σχέσεις, ασυνείδητα. Το ασυνείδητο που τελικά εμφανίζεται στις πιο ακραίες συνθήκες, σε πιο ακραίες καταστάσεις».

Ξένια: «Ποτέ δεν είναι αργά. Άμα πάψουμε να ελπίζουμε, δεν υπάρχει λόγος να ζούμε. Η διάθεση της αλλαγής είναι μέχρι το τέλος. Ποιο είναι το νωρίς;».

Χρήστος: «Ο καθένας έχει τον δικό του χρόνο κατανόησης των πραγμάτων. Αρκεί αυτό που συμβαίνει να τον καίει. Είναι άνθρωποι που έχουν οριστεί από κάτι αλλά δεν τους νοιάζει. Συνεχίζουν με αυτή τη ζωή. Αυτός κοιτάζει πίσω και αναρωτιέται τι έχει συμβεί».

η πολιτική, η βία, τα επιδόματα, τα εγκλήματα | κάλεσμα για επανάσταση

Η Ξένια τονίζει την ανάγκη της ομάδας να ασχολείται με έργα με πολιτικό έρεισμα. Από την Αναγνωστάκη και τον Αντόνιό της, μέχρι τον Λουί.

Ξένια: «Ασχοληθήκαμε πολύ με πολιτικά έργα. Με το έργο της Λούλας Αναγνωστάκη που η πολιτική της σκέψη είναι έντονη. Τώρα, ήρθε κάτι ακόμα πιο σύγχρονο για μένα: μιλάει για τον Μακρόν, για ανθρώπους που βλέπω τη δράση τους. Αυτό μου κούμπωσε. Επειδή είμαι πολύ παρορμητική και συναισθηματική, θαύμασα το πώς ο Λουί μπορεί να αρθρώνει έναν πολύ προσωπικό λόγο και να κατορθώνει να τον ανοίξει με την τέχνη, με την κοινωνία».

Χρήστος: «Είσαι στην πολιτική ό,τι και να κάνεις. Δεν γίνεται να μην είσαι στην πολιτική, δεν γίνεται να μην είσαι πολιτικός. Είναι πολιτική πράξη να χορέψεις μπροστά στους γονείς σου με γυναικεία ρούχα. Είναι πολιτική πράξη να κατέβεις στον δρόμο και να διεκδικήσεις τα δικαιώματά σου. Όλα είναι πολιτική, δεν γίνεται να μην είναι. Το σύστημα το βολεύει πολύ να είμαστε χωρισμένοι σε ομάδες. Να έχει ο καθένας μια δική του ταμπέλα. Να ασχολούμαστε ο ένας με τον άλλον και να μην ανοίγει ρουθούνι».

Ξένια: «Ο Λουί δίνει απάντηση. Ονοματίζει τα πράγματα. Είναι ένα μεγάλο βήμα αυτό. Είναι ωραία θέση στη ζωή. Να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Είμαστε μια κοινωνία που φοβάται να μιλήσει. Όταν έγινε η ομιλία για το #ΜeΤoo στο Εθνικό Θέατρο, ήμασταν δύο ώρες εκεί και δεν τόλμησε κανείς να πει το όνομα του Λιγνάδη. Σηκώθηκε ο Πρόδρομος (Τσινικόρης) και είπε γιατί δεν αναφέρετε το όνομα του Λιγνάδη; Δεν είναι αυτονόητο δυστυχώς. Ο ρατσιστής είναι ρατσιστής, ο παιδεραστής παιδεραστής και ο παιδοκτόνος είναι παιδοκτόνος».

Χρήστος: «Σκέψου τα επιδόματα που δίνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη εδώ. Παίρνουν ο ένας τον άλλον για να ρωτήσουν πόσα πήρε. Αυτό είναι κατάντια. Απόλυτα εξηγήσιμη γιατί ένας άνθρωπος που δεν έχει, προφανώς χρειάζεται τα 60 ευρώ που θα δώσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Για αυτόν είναι ζωή και θάνατος. Για τον Μητσοτάκη ή την αστική τάξη που τον υποστηρίζει δεν είναι τίποτα. Για μας είναι. Αν δεν έχω να πληρώσω τίποτα και ξαφνικά μου δίνονται 60 ευρώ, κάτι είναι αυτό».

και πώς έρχεται η επανάσταση;

Γιώργος: «Η Ιστορία δείχνει ότι επανάσταση χωρίς να χυθεί αίμα δεν γίνεται. Όμως, η Ιστορία δείχνει επίσης ότι καμία επανάσταση δεν πέτυχε. Μάλλον έχουν αποτύχει όλες μέχρι στιγμής. Προσπάθειες είναι. Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο για την επανάσταση να λειτουργήσει. Είμαστε σε μια κρίσιμη χρονική στιγμή. Πού πάει αυτό το πράγμα;».

Χρήστος: «Υπάρχουν κύματα βίας. Ζούμε το απόλυτο θράσος. Όλα είναι απροκάλυπτα. Η ανοχή της κοινωνίας είναι αδιανόητη. Σε μουδιάζει το να βλέπεις κάτι το τόσο απροκάλυπτο. Έχουμε φτάσει σε μια στιγμή που είναι διαφορετική. Πάντα υπήρχε η βία από τους κυρίαρχους, από όσους έχουν εξουσία».

Ξένια: «Η σκέψη μας και τα σώματά μας δεν είναι γυμνασμένα προς μια διάθεση αλλαγής, ο κόσμος είναι μαλθακός. Αυτό που συμβαίνει τώρα με την υγεία…Στην πορεία πήγαν μόνο 1.000 άτομα. Εμείς κατεβαίνουμε στις πορείες και στη συγκεκριμένη δεν πήγαμε. Το σύστημα υγείας καταλύεται και εμείς ασχολούμαστε με την τέχνη. Παίρνω την ευθύνη πάνω μου. Είμαστε μαλθακοί και δεν διεκδικούμε αυτά που πρέπει να διεκδικήσουμε».

Χρήστος: «Έχουμε μουδιάσει. Η ορμή που είχα το 2011 και η πίστη ότι τώρα θα αλλάξουν τα πράγματα πια δεν υπάρχουν. Έχει να κάνει με τη συνεχή απογοήτευση. Υπάρχει πάντα μια στιγμή σε έναν άνθρωπο σκεπτόμενο να μπει στη διαδικασία να αλλάξει τα πράγματα, να ελπίζει. Όταν αυτό το πράγμα ματαιώνεται επανειλημμένα και η άλλη πλευρά έχει αποθρασυνθεί, εισβάλλει μέσα στην αυλή του σπιτιού σου και κάποιος πρέπει να κλείσει την πόρτα για να μη φας τα σκάγια από το χώμα. Με πόσα πράγματα τη μέρα μπορώ να ασχολούμαι; Η συγκεκριμένη κυβέρνηση σε απασχολεί καθημερινά με ένα έγκλημα. Κάθε μέρα συμβαίνει ένα έγκλημα. Πρέπει να το λέμε».

Ντένης: «Αυτή η συνεχής ματαίωση που συμβαίνει έχει να κάνει και με το ότι πολύς κόσμος -όπως και εγώ- αναζητά τρόπους να ξαναμιλήσει στα πράγματα, σε περιεχόμενο και σε όρους. Η επανάσταση ως λέξη, τι φέρει αυτή, πώς θα γίνει. Πρέπει να ξαναδούμε αθώα νέους όρους για να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα, να επαναστατήσουμε με έναν τρόπο που να μην είναι μάταιος. Κι αυτό θα αιφνιδιάσει κι εμάς τους ίδιους, θα αλλάξει κάτι. Θα αλλάξει η οπτική μας, η εκκίνησή μας, η αφετηρία μας, η απεύθυνσή μας, μπορεί να αλλάξει ο τρόπος, η συλλογικότητα ή η ατομικότητα. Εκεί έρχεται το να ξεκινήσουμε από μέσα μας, που έχει πια εκφυλιστεί. Μπορεί να δημιουργηθεί μια συνθήκη που θα ανάψει φλόγα με νέους κώδικες και νέο αντίκρισμα».

Ξένια: «Για να δοκιμάσεις κάτι πρέπει να πράξεις. Είναι πολύ ωραίο να καθόμαστε να τα συζητάμε αλλά δεν φτάνει. Πρέπει τα λόγια να γίνουν πράξεις. Αυτό μας κρατάει πίσω. Στη δίκη της Χρυσής Αυγής αν δεν είχε κατέβει ο κόσμος, δεν θα υπήρχε όλη αυτή η ένταση».

Γιώργος: «Ξέρεις πότε μαζεύτηκε περισσότερος κόσμος στην Ελλάδα; Όταν πήραμε το Euro. Δεν κατεβαίνουμε για άλλα πράγματα, κατεβήκαμε για αυτό…

Με συγκινεί το ότι ο Λουί είχε το θάρρος να μοιραστεί με όλον τον κόσμο τη δική του προσωπική ιστορία θέλοντας να κάνει κάτι για να αλλάξει τον κόσμο. Δεν κρύφτηκε. Είπε το έχω ζήσει, υπάρχει το πρόβλημα μέσα στο σπίτι μου, υπάρχει μέσα στο σπίτι και άλλων, υπάρχει φταίχτης, ελάτε να το λύσουμε, ας κάνουμε αυτό το βήμα. Αυτό με συγκινεί. Με συγκινεί επίσης ότι αυτός ο άνθρωπος (ο πατέρας) θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Μέσα στο έργο κάνει αυτή τη διαδρομή, αλλάζει.

Η στιγμή που τρέχουν με το αυτοκίνητο, δίπλα στη θάλασσα: Αν ποτέ κάνω παιδί, αυτό θέλω να κάνω. Να τρέχω δίπλα στη θάλασσα. Είναι αγνή χαρά. Πήραν εκατό ευρώ και πήγαν στη θάλασσα να το χαρούν. Ζεστό, τρυφερό».

Ξένια: «Εμένα με συγκινεί το ότι βρισκόμαστε, είμαστε νηφάλιοι και καθαροί και αντιμετωπίζουμε τα θέματα του έργου, συζητάμε… Το γεγονός ότι εμείς βρισκόμαστε και μπορούμε να διαχειριστούμε το έργο με αυτή την ανοιχτωσιά και με ειλικρινή διάθεση, αυτό για μένα είναι το πιο συγκινητικό. Έχει να κάνει με την προσπάθεια των δυο τους, των πέντε μας, όλων μας, να επικοινωνήσουμε. Δεν είναι αυτονόητο».

αντί επιλόγου 

«Σε εκείνους που τα έχουν όλα, δεν έχω δει ποτέ οικογένεια να πηγαίνει στη θάλασσα για να γιορτάσει μια πολιτική απόφαση, επειδή για κείνους η πολιτική δεν αλλάζει σχεδόν τίποτα. Το συνειδητοποίησα όταν πήγα να ζήσω στο Παρίσι, μακριά από σένα: οι κυρίαρχοι μπορούν να παραπονιούνται για μια αριστερή κυβέρνηση, μπορούν να παραπονιούνται για μια δεξιά κυβέρνηση, αλλά καμία κυβέρνηση δεν τους διαλύει ποτέ τα σωθικά, καμία κυβέρνηση δεν τους τσακίζει ποτέ τη μέση, καμία κυβέρνηση δεν τους κάνει ποτέ να πάνε στη θάλασσα».  – Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου, Εντουάρ Λουί

 

 

Info παράστασης:

Ποιος σκότωσε τον πατέρα μου | ΠΛΥΦΑ – Πρεμιέρα Παρασκευή 9.12 στο ΠΛΥΦΑ

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.