«Τζακ» της Μέριλιν Ρόμπινσον: Μια μνημειώδης ηθική πυξίδα

Το τέταρτο μυθιστόρημα της αριστουργηματικής σειράς της Ρόμπινσον δεν απογοητεύει

Συχνά χρησιμοποιούμε φράσεις όπως «ο μεγαλύτερος εν ζωή συγγραφέας» ή «ο σπουδαιότερος συγγραφέας του αιώνα». Τις έχω κι εγώ χρησιμοποιήσει πολλές φορές και η αλήθεια είναι ότι τραβάνε τα βλέμματα, ικανοποιούν τη βαθιά ανάγκη του καθενός για καφενειακή κουβέντα γεμάτη από μελοδραματικές απόλυτες αλήθειες και υπερβολές, τις αγαπημένες σε όλους υπερθετικές συγκρίσεις. Γι’ αυτό άλλωστε και σε όλους μας αρέσουν οι διάφορες λίστες, π.χ. οι εκατό καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, τα δέκα καλύτερα μυθιστορήματα του αιώνα κλπ. Η βαρετή αλήθεια όμως είναι ότι όλα τα παραπάνω δεν έχουν κανένα νόημα ή αντίκρισμα. Αυτό δεν οφείλεται στο ότι δεν μπορούν να υπάρξουν συγκρίσεις με το πρόσχημα του υποκειμενικού γούστου. Αλίμονο, αυτό θα σήμαινε μια εξίσωση της μεγαλοφυίας με το ασήμαντο, του μεγαλειώδους με το χυδαίο.

Ο λόγος που οι παραπάνω μεγαλόσχημες ετικέτες και λίστες δεν έχουν νόημα είναι ότι ενώ μπορούν να υπάρξουν συγκρίσεις, δεν μπορούν να υπάρξουν απόλυτες συγκρίσεις, δεν μπορεί κανείς  να πει ότι ένας είναι ο σπουδαιότερος και πάει και τελείωσε. Κι αυτό επειδή κάθε μεγάλος καλλιτέχνης και στοχαστής έχει ένα συγκεκριμένο όραμα και τα δικά του εκφραστικά υλικά για να το αποτυπώσει. Μπορεί να γίνει ο καλύτερος εκφραστής του συγκεκριμένου οράματος, το απόλυτο σημείο τελειότητας. Δεν μπορεί όμως να εκφράσει κάθε όραμα που υπάρχει. Για μια άλλη γεύση, μια άλλη θεώρηση του κόσμου θα πρέπει να απευθυνθείς σε κάποια άλλη ιδιοσυγκρασία. Έτσι, μπορεί ενδεχομένως να χαρακτηριστεί κάποιος ο καλύτερος στο είδος του, αλλά είναι άτοπο να χαρακτηριστεί ως ο καλύτερος γενικά και απόλυτα.

Αφού έκανα αυτή την εισαγωγή, διαγράψτε ότι είπα και πάμε να μιλήσουμε για τους σπουδαιότερους όλων. Τα λέω όλα αυτά επειδή η τεράστια Μέριλιν Ρόμπινσον έχει χαρακτηριστεί από αρκετούς ως η μεγαλύτερη εν ζωή Αμερικανίδα πεζογράφος. Είπαμε ότι τέτοιες κρίσεις είναι εξ’ ορισμού άτοπες και υπερβολικές, (άλλωστε ο μεγαλύτερος εν ζωή συγγραφέας, Αμερικανός ή μη, είναι ο Κόρμακ Μακάρθι), αλλά και μόνο που η Ρόμπινσον μπαίνει σε αυτή τη συζήτηση, είναι κάτι που δείχνει το πόσο μεγάλη φιγούρα αποτελεί στα παγκόσμια γράμματα. Η ιδιοφυία της είναι αναμφισβήτητη αλλά είναι ταυτόχρονα και ιδιαίτερη, μοιάζει να ανήκει σε άλλη εποχή, σε άλλα ήθη. Τα τελευταία πενήντα χρόνια το κυρίαρχο ρεύμα της αμερικάνικης (και όχι μόνο) λογοτεχνίας χαρακτηρίζεται από γλωσσικούς παροξυσμούς και ακροβασίες, υπερβολές πάσης φύσεως, φρενήρεις ρυθμούς, μια μαξιμαλιστική, αυτοαναφορική, εξυπνακίστικη και εξαντλητική προσέγγιση που ως ένα βαθμό οφείλεται στην κληρονομιά του μεταμοντερνισμού. Εξαιρέσεις σαφώς και υπάρχουν, ουκ ολίγες. Μία από αυτές είναι και η Ρόμπινσον.

Η Ρόμπινσον γράφει λακωνικά, ταπεινά, ανθρώπινα, με αργούς ρυθμούς που απαιτούν υπομονή και προσοχή. Αγνοώντας την υστερία της σύγχρονης ζωής, στρέφει τη γραφή της προς ένα φυσικό, κιρκάδιο ρυθμό, εναρμονισμένο με την πνευματική ενδοσκόπηση. Σε έναν κυνικό κόσμο, η Ρόμπινσον υπεραμύνεται σθεναρά της αξίας της πίστης, έχοντας διατηρήσει την παράδοση του καλβινιστικού προτεσταντισμού στην οποία γαλουχήθηκε. Στα κορυφαία της έργα ανατέμνει την έννοια της πίστης και προσπαθεί να την προσαρμόσει στις αντιφάσεις και τις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου, θυμίζοντας λίγο από Γκράχαμ Γκριν που επιχειρούσε να κάνει το ίδιο με τον καθολικισμό. Τα σπαρακτικά ανθρώπινα έργα της πλημμυρίζουν από συμπόνοια και ενσυναίσθηση, από κατανόηση και απουσία επίκρισης.

Στην εργογραφία της Ρόμπινσον κυριαρχεί το αριστουργηματικό κουαρτέτο μυθιστορημάτων του μυθοπλαστικού σύμπαντος της κωμόπολης Γκίλιαντ της Άιοβα. Το πρώτο εξ’ αυτών ήταν το ομώνυμο Γκίλιαντ (βραβείο Πούλιτζερ και βραβείο Ένωσης Κριτικών 2004), Στο Σπίτι (βραβείο Όραντζ, 2008), Λάιλα (Βραβείο Ένωσης Κριτικών, 2014) και πρόσφατα το Τζακ (2020). Σε αυτά τα τέσσερα έργα ασχολείται με τις οικογένειες Έιμς και Μπάουτον στο Γκίλιαντ της Άιοβα τη δεκαετία του 1950, δύο οικογένειες παστόρων που ήταν και επιστήθιοι φίλοι. Κάθε μυθιστόρημα επισκέπτεται λίγο πολύ τα ίδια γεγονότα, αλλά εστιάζει περισσότερο σε κάποιους συγκεκριμένους χαρακτήρες. Το Γκίλιαντ αποτελεί το στοργικό γράμμα του ηλικιωμένου πάστορα Τζον Έιμς προς το νεαρό γιο του και λειτουργεί σαν μια εκ βαθέων εξομολόγηση και μια σούμα των εμπειριών και πνευματικών του αναζητήσεων. Το Σπίτι επικεντρώνεται στη γειτονική οικογένεια του πρεσβυτεριανού ιερέα Ρόμπερτ Μπόουτον, ενώ η Λάιλα έχει ως πρωταγωνιστή την ομώνυμη νεαρή σύζυγο του Τζον Έιμς. Σε όλα τα μυθιστορήματα όμως, ο χαρακτήρας που ξεχωρίζει και ενδεχομένως αποτελεί τον καταλύτη συγκρούσεων και πνευματικών αναζητήσεων είναι ο Τζακ Μπάουτον, ο «άσωτος» υιός του πάστορα Μπάουτον. Ήταν επομένως λογικό για τη Ρόμπινσον να αφιερώσει το τέταρτο μυθιστόρημα της σειράς σε εκείνον.

Ο Τζακ είναι ίσως ο πιο ενδιαφέρων χαρακτήρας του μυθοπλαστικού σύμπαντος του Γκίλιαντ, και η Ρόμπινσον τον έχει πλάσει επίτηδες έτσι, σαν ένα σύνολο αντιφάσεων. Γοητευτικός και ταυτόχρονα μπελάς, ευφυής αλλά αυτοκαταστροφικός, στοργικός αλλά ανεύθυνος, εικονοκλάστης και καλοπροαίρετος, καταραμένος στη μοναξιά και την αυτοταπείνωση, ο βασανισμένος Τζακ Μπόουτον είναι ένα περίπλοκο και συνάμα σπουδαίο λογοτεχνικό δημιούργημα. Στο ομώνυμο μυθιστόρημα η Ρόμπινσον καλύπτει επιτέλους το κενό που επίτηδες είχε αφήσει σχετικά με τη ζωή του Τζακ στο Σεντ Λιούις, και στο οποίο είχε αναφερθεί με λιγοστές μόνο νύξεις. Είναι μια ζωή που στα μάτια της οικογένειάς του θα επιβεβαίωνε τη διαρκή υποψία που κατατρώει τον Τζακ σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία, το ότι είναι το μαύρο πρόβατο της οικογένειας: μεθύσια, μια καθημερινότητα χωρίς πυξίδα και σταθερή δουλειά, χωρίς όραμα και μέλλον. Με μία εξαίρεση, η οποία αποτελεί και τον πυρήνα της μυστηριώδους ζωής του Τζακ στο Σεντ Λιούις: του έρωτά του για μία έγχρωμη δασκάλα, κάτι που στις αρχές του πενήντα αποτελούσε βεβαίως ταμπού. Η διστακτική και γεμάτη κινδύνους και επιφυλάξεις αυτή σχέση, αποδίδεται με εξαιρετική ευαισθησία από την Ρόμπινσον, η οποία και τονίζει τον κεντρικό ρόλο που θα μπορούσε να έχει στην κοσμοθεωρία του Τζακ.

Διότι αυτό που κατά βάθος βασανίζει τον Τζακ, αυτό που ενδεχομένως ευθύνεται για τη διαρκώς αυτοκαταστροφική του συμπεριφορά είναι το πόσο στοιχειωμένος νιώθει, από όταν ήταν παιδί ακόμα, από την περίφημη καλβινιστική θεωρία του προκαθορισμού. Η έννοια δηλαδή ότι είναι εκ γενετής προαποφασισμένο ποιοι άνθρωποι θα λυτρωθούν και θα λάβουν τη θεία χάρη και ποιοι όχι. Έτσι, είναι λογικό ότι σαν προβληματικό παιδί ο Τζακ να πιστεύει ότι ο ίδιος ανήκει στους καταραμένους και αποτελεί ντροπή για την οικογένειά του, εντύπωση την οποία ο ίδιος πλέον με τις πράξεις του καθιστά πραγματικότητα, εξ’ ου και η αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Και σε αυτό το σημείο θα ήταν εύκολο για τη Ρόμπινσον να παρουσιάσει την οικογένεια του Τζακ ως πουριτανική και σκληρή, όμως η πραγματικότητα είναι ακριβώς η αντίθετη. Προσπαθούν να τον στηρίξουν με κάθε τους ευκαιρία, δεν τον κρίνουν ούτε τον αποξενώνουν. Αυτό είναι που κάνει ακόμα πιο δύσκολο για τον Τζακ το να σταθεί αντάξιος της καλοσύνης και της συγχώρεσής τους.

Ο έρωτάς του για την Ντέλα, αυτή τη μαύρη κοπέλα, η οποία επίσης τυγχάνει να είναι κόρη ιεροκήρυκα, συμβολίζει για τη Ρόμπινσον τη θεία χάρη, τη δυνατότητα που έχει ο Θεός να δίνει τη λύτρωση μέσα από έναν άλλο άνθρωπο, ακόμα και σε όποιον αδυνατεί να πιστέψει. Όμως, λόγω της ισχύουσας νομοθεσίας, τα διαφυλετικά ζευγάρια στην πολιτεία του Μιζούρι ήταν παράνομα και μπορούσαν να οδηγηθούν και οι δύο στη φυλακή. Συνεπώς ο βασανισμένος Τζακ καλείται να απαρνηθεί την Ντέλα, δηλαδή τον μοναδικό άνθρωπο που μπορεί να τον λυτρώσει, για το δικό της καλό, ώστε να μην ζήσει ως παρίας από την οικογένειά της και τη φυλή της. Είναι μια απίστευτα σκληρή ηθική επιλογή, η οποία προσφέρεται για πολλές προεκτάσεις και ερμηνείες.

Το να μπλέξεις τη θεολογία με το ανθρώπινο δράμα βεβαίως δεν είναι εύκολη υπόθεση, και στα χέρια ενός κατώτερου συγγραφέα το αποτέλεσμα θα ήταν τουλάχιστον αμήχανο. Όμως στα χέρια της Ρόμπινσον, και παρά τα σημεία εκείνα του βιβλίου που θυμίζουν λίγο κατήχηση, η γραφή της μπορεί να εξυψώνει, να θυμίζει πράγματι ολίγον από αυτή τη χάρη, θεϊκή ή μη, την οποία ευαγγελίζεται. Ολόκληρη η σειρά μυθιστορημάτων της Ρόμπινσον αποτελεί ένα πολύτιμο κεφάλαιο της παγκόσμιας λογοτεχνίας, μια σειρά σύγχρονων κλασικών. Οι κρίσεις σε υπερθετικό βαθμό μπορεί να είναι άτοπες, αλλά στο μυαλό μου δεν χωράει αμφιβολία ότι η Ρόμπινσον συγκαταλέγεται στους μεγαλύτερους συγγραφείς της εποχής μας.

 

«Τζακ» της Μέριλιν Ρόμπινσον από τις εκδόσεις Μεταίχμιο

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.