«Το γυάλινο ξενοδοχείο» της Emily St. John Mandel: Στη διασταύρωση των ζωών

Το γυάλινο ξενοδοχείο

Ενδιαφέρουσα πλοκή και ορατές οι ικανότητες στη γραφή, αλλά η αισθητική ευπώλητου και οι ανεπαρκώς διαμορφωμένοι χαρακτήρες υπονομεύουν το τελικό αποτέλεσμα

Η Emily St. John Mandel είναι μία από τις ταλαντούχες και πολλά υποσχόμενες νέες φωνές της καναδικής λογοτεχνίας. Το μυθιστόρημά της Σταθμός 11 (2014) σημείωσε μεγάλη εμπορική και κριτική επιτυχία θολώνοντας τα όρια μεταξύ της συμβατικής ρεαλιστικής αφήγησης και του δυστοπικού μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας. Παρομοίως, ρίχνοντας μια ματιά στις διεθνείς κριτικές των πλέον έγκυρων εντύπων για το νέο της μυθιστόρημα Το Γυάλινο Ξενοδοχείο, βλέπει κανείς μια αντίστοιχα θετική ανταπόκριση. Τα εγκωμιαστικά σχόλια που διαβάζω στο αυτί έχουν μια μικρή δόση αλήθειας αλλά πολύ μεγαλύτερη δόση υπερβολής.

Το μυθιστόρημα της Mandel χαρακτηρίζεται από μία πολυπρισματική αφήγηση. Η συγγραφέας είναι ικανή στο να κόβει και να ράβει τις διάφορες αφηγηματικές κλωστές, να εστιάζει σε διαφορετικούς χαρακτήρες και να διαχειρίζεται με ευχέρεια το μπρος πίσω στον χρόνο. Το ερώτημα είναι κατά πόσο αυτή της η ικανότητα προσφέρει κάτι ή είναι απλώς ένα τέχνασμα, μία στείρα επίδειξη. Τείνω να πιστέψω ότι είναι το δεύτερο.

Το γυάλινο ξενοδοχείο

Το μυθιστόρημα περιστρέφεται γύρω από ένα πυραμιδικό σχήμα απάτης που οργάνωνε για χρόνια ένας από τους κεντρικούς χαρακτήρες, ο χρηματιστής Τζόναθαν Αλκάιτις, και είναι ξεκάθαρα βασισμένο στη διαβόητη υπόθεση του Μπέρνι Μέιντοφ. Οι διασταυρώσεις των διαφόρων χαρακτήρων εν τέλει σχετίζονται με αυτή την υπόθεση και η Mandel εξερευνά τους τρόπους που αυτή η απάτη έχει καταστρέψει τόσες ζωές, έχει διαβρώσει συνειδήσεις, έχει στοιχειώσει, ενδεχομένως και κυριολεκτικά, ανθρώπους από διαφορετικά υπόβαθρα.

Είναι αλήθεια ότι ο αναγνώστης στην αρχή δυσκολεύεται να φανταστεί ότι η πλοκή της Mandel θα πάρει τέτοια τροπή, κι αυτό διότι η συγγραφέας ανοίγει το βιβλίο επικεντρωμένη στα δύο ετεροθαλή αδέρφια, τον Πολ και την Βίνσεντ, και οι δύο εκ των οποίων έχουν περάσει μια δύσκολη παιδική ηλικία, γεμάτη προβλήματα και απώλειες, και οι οποίοι δυσκολεύονται να βρουν σταθερή πορεία στην ενήλικη ζωή τους. Ο Πολ μπαινοβγαίνει σε κέντρα απεξάρτησης και προσπαθεί ανεπιτυχώς να ξεκινήσει σπουδές στο πανεπιστήμιο, ενώ η Βίνσεντ προχωράει στη ζωή με μια τυχοδιωκτική διάθεση, ανήμπορη να βρει μια δομή, μια βασική οργάνωση. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα και οι δύο καταλήγουν να εργαστούν στο ίδιο ξενοδοχείο σε ένα απομονωμένο σημείο της δυτικής ακτής του Καναδά, στη νήσο Βανκούβερ, το οποίο τυχαίνει να ανήκει στον Αλκάιτις.

Στα θετικά του μυθιστορήματος λογίζεται η ενδιαφέρουσα πλοκή, η αβίαστη αναγνωστική ροή, μερικοί πραγματικά ενδιαφέροντες και καλοσχηματισμένοι χαρακτήρες όπως ο Λίον και η Ολίβια, και ορισμένες όμορφες και συγκινησιακά φορτισμένες σελίδες, όπως η παρουσία της Βίνσεντ στην οπτικοακουστική συναυλία του Πολ και η ονειρική αποκορύφωση στο τέλος.

Στα αρνητικά όμως συγκαταλέγεται η απουσία συνοχής και ιδιαίτερα οι κατά βάση προσχηματικοί και μονοδιάστατοι χαρακτήρες (με ορισμένες εξαιρέσεις στις οποίες αναφέρθηκα) που μοιάζουν βγαλμένοι από καλογραμμένα μπεστ σέλερ της λίστας των Νιου Γιορκ Τάιμς που έχουν ήδη κλείσει το μάτι στα κινηματογραφικά στούντιο. Μου φαίνεται ξεκάθαρο ότι η Mandel είναι επηρεασμένη από τον Βρετανό Ντέιβιντ Μίτσελ, τον συγγραφέα του Άτλας του Ουρανού και των Κοκάλινων Ρολογιών. Ίδια πολυφωνική αφήγηση, παρόμοιο θεματικό ενδιαφέρον προς την επιστημονική φαντασία και ίχνη του υπερφυσικού, αντίστοιχη crossover διάθεση ενοποίησης των μυθοπλαστικών συμπάντων των διαφορετικών μυθιστορημάτων της. Όμως άλλα τα μάτια του λαγού και άλλα της κουκουβάγιας. Εκεί που ο Μίτσελ σαν χαμαιλέοντας μπορεί να υιοθετεί αβίαστα διαφορετικές περσόνες και να μας κάνει να πιστέψουμε στις εντελώς διαφορετικές φωνές των χαρακτήρων του, η Mandel δεν έχει αντίστοιχες δυνατότητες και πολλοί από τους χαρακτήρες της είναι βασισμένοι σε στερεότυπα, παρά το όποιο υπόβαθρο τούς δίνει.

Η Mandel έχει αδιαμφισβήτητα χαρίσματα και χειρίζεται έξυπνα τους ποικίλους τρόπους που η ενοχή μπορεί να κυριεύσει την ανθρώπινη φαντασία, ενώ το Γυάλινο Ξενοδοχείο διαβάζεται ευχάριστα. Όμως διαπνέεται από μια νότα νοοτροπίας μπεστ σέλερ, κι αυτό δεν είναι απαραιτήτως κακό. Αρκεί να είναι κανείς προσγειωμένος όσον αφορά τις προσδοκίες του.

«Το Γυάλινο Ξενοδοχείο» της  Emily St. John Mandel κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.