Μετά το Μπλε Βελούδο

Mε αφορμή τις Νύχτες Πρεμιέρας και το αφιέρωμα Post "Blue Velvet" Days

Είκοσι χρόνια Νύχτες Πρεμιέρας (και είκοσι πέντε χρόνια περιοδικό «Σινεμά», που τα γιορτάζει με ένα συλλεκτικό και νοσταλγικό για όλους εμάς τους κάποιας ηλικίας τεύχος) και πειθόμενος τοις ρήμασι της αρχισυνταξίας του ελculture θα πω λίγα λόγια για το αφιέρωμα του φεστιβάλ με τίτλο Post “Blue Velvet” Days.

Αλλά πρώτα ας πάρουμε μια ιδέα για το ίδιο το αφιέρωμα, από τον Τhe Boy που το επιμελήθηκε: «Μιλάμε για μια σειρά από τις πιο περίεργες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ, λίγα μόλις χρόνια μετά το «Μπλε Βελούδο» (1986), και που επηρεάστηκαν από αυτό είτε καλλιτεχνικά είτε πιο έμμεσα, με την έννοια ότι αν δεν υπήρχε η επιτυχία της ταινίας του Ντέιβιντ Λιντς το πιο πιθανό είναι ότι δεν θα έπαιρναν ποτέ και αυτές το πράσινο φως από τα στούντιο για να προχωρήσουν στην ολοκλήρωσή τους. Βασικό χαρακτηριστικό αυτών των φιλμ είναι ότι άσκησαν έντονη κριτική στο αμερικανικό όνειρο και ότι όλες τους υπήρξαν εμπορικές αποτυχίες, κοστίζοντας σε κάποιες περιπτώσεις τις καριέρες των δημιουργών τους. Και παίρνοντας τη σκυτάλη από ένα κομμάτι του σύγχρονου ελληνικού κινηματογράφου που διαπρέπει στο εξωτερικό και που χαρακτηρίζεται από τους ξένους δημοσιογράφους ως «weird», δηλαδή «αλλόκοτο», οι ταινίες του Post «Blue Velvet» Days αφιερώματος θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως οι πρώτες συντονισμένες απόπειρες μιας ευρύτερα weird θεματολογίας και αισθητικής, που την τελευταία εικοσαετία έχει απλωθεί σε όλες τις τέχνες, περνώντας από τα ανεξάρτητα και underground κυκλώματα μέχρι και τις πιο mainstream δουλειές δημιουργών όπως ο Τσάρλι Κάουφμαν, ο Σπάικ Τζόουνς και ο Γουές Αντερσον».

Βούτηξα λοιπόν στην παρανομία και στα πειρατικά νερά του ίντερνετ για να δω ή ξαναδώ τις πέντε ταινίες του αφιερώματος και αναδυόμενος μεταδίδω:


«Ο Άνθρωπος με τα Τρία Χέρια» (“Τhe Dark Backward”) του Άνταμ Ρίφκιν (Δευτέρα 22.9, Όπερα 2, 19:00 & Παρασκευή 26.9, Όπερα 2, 21:00) είναι η ταινία που μας δίνει την σκηνοθετικά πιο ενδιαφέρουσα υπογραφή, όσο κι αν η μετέπειτα πορεία του Ρίφκιν καθόλου δεν έδειξε κάτι τέτοιο. Ένα γκροτέσκ σύμπαν στυλιζαρισμένης ασφυξίας, τίγκα στο σκουπίδι, τον ιδρώτα και την ηλιθιότητα. Η ανθρώπινη βλακεία δίνεται σε γελοιογραφική υπερβολή, αλλά ακόμη κι έτσι ο Μπιλ Πάξτον είναι σαρωτικός. Δυο σκουπιδιάρηδες, ο Πάξτον και ο Τζαντ Νέλσον, ο Νέλσον είναι ο λιγότερο αστείος άνθρωπος του κόσμου, κι όμως επιμένει να παριστάνει τον σταντ απ κωμικό, μέχρι που εμφανίζει στην πλάτη του ένα σπυρί, το οποίο όλο και μεγαλώνει, μέχρι να γίνει παλάμη και στη συνέχεια ολόκληρο χέρι. Στην σκηνή που μένει περισσότερο στο μυαλό, ίσως όχι μόνο από την ταινία αλλά και από ολόκληρο το αφιέρωμα, ένα βράδυ που πέφτει να κοιμηθεί, το χέρι της πλάτης του τον αγκαλιάζει κι εκείνος το πιάνει και το κρατάει σφιχτά. Αν η ταινία αξιοποιούσε περισσότερο αυτή τη διάσταση και αν δεν έκανε άλλες σεναριακές επιλογές που την οδηγούν προς μια πολύ πιο πεζή κατεύθυνση (αν και η εντελώς σκορσεζική τελευταία σκηνή σε αποζημιώνει), πιθανότατα να μιλούσαμε για ένα έργο που θα είχε αφήσει ήδη από την εποχή του εντονότατο το στίγμα του. Ακόμη κι έτσι όμως, σπάνια το αμερικάνικο όνειρο έχει αποτυπωθεί στο σινεμά τόσο πολύ ως γελοιότητα και εφιάλτης.


Ο «Ανεμοστρόβιλος» (“Twister”) του Μάικλ Αλμερέιντα (Δευτέρα 22.9, Δαναός 2, 22:00) γυρίστηκε λίγα χρόνια πριν το “Τwister” του Γιαν Ντε Μποντ και σε αντίθεση με το δεύτερο που το πιασάρικο θέμα του είναι όντως ανεμοστρόβιλοι, εδώ ο ανεμοστρόβιλος θα έρθει και θα περάσει γρήγορα από την έπαυλη που ζουν οι ήρωες του, αφήνοντάς τους σχετικά ανέπαφους. Η δυσλειτουργική οικογένεια του Χάρι Ντιν Στάντον και των παιδιών του όμως είναι χτυπημένη εκ των ένδον, είναι σαρωμένη από εσωτερικούς ανεμοστρόβιλους, που φέρνουν τα μέλη της σε κατάσταση μόνιμης παραζάλης. Τα δύο παιδιά της οικογένειας, γύρω στα 25, έχουν πάνω από 150 ΙQ, η συναισθηματική ανάπτυξη τους όμως είναι στο πάτωμα. Αν είχαμε να κάνουμε με ταινία του ελληνικού weird, όλο αυτό θα ήταν ζοφερό, εδώ δίνεται πολύ πιο ανάλαφρα. Η έμφαση δεν είναι στην πληγή που έχει προκαλέσει την αφασία τους, η έμφαση είναι στην απεικόνιση της αφασίας. Ταινία μικρή στις προθέσεις, η σαφώς λιγότερο φιλόδοξη και των πέντε, αλλά ταυτόχρονα και ταινία που επίσης έχεις να τις προσάψεις τις λιγότερες αστοχίες, καθώς ο Αλμερέιντα όχι μόνο παραδίδει τελικά αυτό που είχε στο κεφάλι του, αλλά το κάνει με στυλ, κέφι, τρυφερότητα και απολαυστικούς διαλόγους.


Το «70 Λεπτά για να Πεθάνεις» (“Μiracle Mile”) του Στιβ Ντε Τζαρνάτ (Tρίτη 23.9, Ιντεάλ, 22:00) είναι κατά τη γνώμη μου η χειρότερη ταινία του αφιερώματος. Η αρχή της είναι πολλά υποσχόμενη, μέχρι που στο εικοάλεπτο ο Άντονι Έντουαρντς κάνει το λάθος να σηκώσει ένα τηλέφωνο και να ακούσει πάλι κατά λάθος ότι το πυρηνικό χτύπημα έχει ήδη συμβεί και ότι σε λίγη ώρα το τέλος του κόσμου έρχεται. Από το σημείο αυτό και πέρα, ό,τι ήταν υπόσχεση μετατρέπεται σε κακό μπι μούβι. Ρηχό, αλλά ας του αναγνωριστεί τουλάχιστον ότι προσπάθησε να μιλήσει για την αρχή και το τέλος του κόσμου παράλληλα με δυο ερωτικές ιστορίες, μια δυο νέων ανθρώπων και μια δυο ηλικιωμένων, σαν ο έρωτας να είναι η αρχή και το τέλος του κόσμου. Mερικά χρόνια αργότερα το “Last Night” του Ντον Μακ Κέλαρ έκανε σωστά ό,τι ο Ντε Τζαρνάτ έκανε εδώ λάθος.


Στο «Μοtorama» του Μπάρι Σιλς (Παρασκευή 26.9, Ταινιοθήκη, 22:00), ένα δεκάχρονο αγόρι παρατάει την οικογένειά του και τους τσακωμούς της, φτιάχνει ένα εργαλείο για να φτάνει στα πετάλια του αυτοκινήτου, κλέβει ένα αυτοκίνητο και διασχίζει την Αμερικάνικη ενδοχώρα, με φόντο ερήμους και φαράγγια, πηγαίνοντας από βενζινάδικο σε βενζινάδικο προσπαθώντας να μαζέψει από αυτά χαρτάκια για να κερδίσει έναν παλιό διαγωνισμό, με τον οποίο κανείς δεν ασχολείται πια. Αν τον κερδίσει, αν συμπληρώσει όλα τα χαρτάκια που του λείπουν, πιστεύει ότι θα γίνει πλούσιος. Στο νου έρχεται ένα άλλο road movie, το περσινό “Νebraska” του Αλεξάντερ Πέιν. Εκεί ένας άνθρωπος στο τέλος της ζωής του βρίσκει καταφύγιο σε ένα εμφανώς άκυρο λαχείο, εδώ ένα παιδί. Ένας άνθρωπος σχεδόν εξόριστος από τον κόσμο των μεγάλων κι ένα παιδί που δεν έχει ακόμη μπει σε αυτόν.Ένα ταξίδι όχι ακριβώς ενηλικίωσης, ένα ταξίδι κατά βάση παράδοξο, ένα ταξίδι όπου ο πιτσιρικάς θα νιώσει κυριολεκτικά στο πετσί του πόσο ζόρι είναι ο έξω κόσμος, ένα ταξίδι πάντως τελικά σε αναζήτηση μιας άλλης οικογένειας. Ίσως η ταινία που καταδεικνύει καλύτερα από όλες αυτό που αναφέρει ο Τhe Boy, πως το σωστό μάτι για να δούμε τις ταινίες του αφιερώματος, είναι όταν δεν περιμένουμε από αυτες την τελειότητα και τη λογική. Πράγματι, εκεί που το “Νebraska” είναι άρτιο, κατασταλαγμένο, βαθύ, σημαντικό, το “Μοtorama” έχει με όλες του τις ατέλειες και όλη του την μη αρτιότητα άλλου είδους χάρες.


Στην «Έκσταση» (“Τhe Rapture”) του Μάικλ Τόλκιν (Κυριακή 28.9, Δαναός 1, 22:30), η Μίμι Ρότζερς είναι μια τηλεφωνήτρια που βιώνει πολύ έντονα ένα υπαρξιακό κενό. Η δουλειά της εντελώς απρόσωπη, ο ελεύθερος χρόνος της αναλώνεται σε απρόσωπες σεξουαλικές συνευρέσεις. Κάτι της λείπει. Αποφασίζει να το γεμίσει με τον Θεό. Ο Τόλκιν δεν παρουσιάζει τόσο μια αίρεση, όσο μάλλον όλον τον χριστιανισμό ως μια εσχατολογική αίρεση. Η λέξη “God” ακούγεται κάθε δεύτερη πρόταση, ενίοτε και πολλές φορές μέσα στην ίδια πρόταση. Ελαττώματα μπορείς να βρεις, η μετατροπή της Ρότζερς όσο και του Ντέιβιντ Ντουκόβνι σε θρησκόληπτους, δραματουργικά δεν δίνεται πειστικά. Επίσης οι βασικοί προβληματισμοί της ταινίας είναι πολύ in your face. Aλλά τελικά τίποτα από αυτά δεν έχει σημασία, καθώς ο Τόλκιν στο τελευταίο κομμάτι του Rapture τα γυρνάει όλα τούμπα. Μας παραδίδει μια ηρωίδα ξεροκέφαλη, μια ηρωίδα που πιστεύει απόλυτα στον Θεό όσο δεν υπάρχουν αποδείξεις κι όταν οι αποδείξεις επιτέλους παρουσιαστούν τότε εξοργίζεται μαζί του. Στον συμφεροντολογισμό του παραδείσου, ο Τόλκιν αντιπαραβάλλει μια ηθική στάση αρχής. Αφού υπάρχεις Θεέ, τότε φταις ακόμη περισσότερο. Αν απλά σε είχαμε εφεύρει για να παρηγορούμαστε, το πρόβλημα θα ήταν δικό μας. Τώρα το πρόβλημα είναι όλο δικό σου. Ο Τόλκιν λέει όχι πως αν δεν υπάρχει Θεός θα έπρεπε να τον εφεύρουμε, αλλά πώς αν υπάρχει τότε είναι για φτύσιμο.

Info: Το 20ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας πραγματοποιείται από 17 έως 28 Σεπτεμβρίου σε μια πληθώρα κινηματογράφων της πόλης

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.