«Μα πού πήγαν όλοι;»: Ένα βιβλίο ύμνος στη λυτρωτική δύναμης της Τέχνης και των Μουσείων

Μια ιστορία που στην καρδιά της βρίσκεται η αγάπη για την τέχνη, η λατρεία για τα μουσεία και την παρηγορητική τους δύναμη

Ο Πέδρο ζει σε έναν πίνακα εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Δίχως περιττά σχόλια για το παρελθόν του, συστήνεται σύντομα. Την ηλικία του δεν τη γνωρίζει. Είναι λίγο πιο μικρός ή λίγο πιο μεγάλος από σένα. Ο ζωγράφος του ήταν Ισπανός, όπως άλλωστε κι εκείνος. Φοράει τα «καλά» του ρούχα για να τον ζωγραφίσουν και έτσι δεν παίζει όπως κάνει συνήθως. Τα ρούχα του άβολα, τον περιορίζουν. Δίπλα του έχει μια χήνα, όχι μια παπιά. Δεν ξέρει γιατί του την έβαλε εκεί. Τη λένε πάντως Ραφαέλα και πάντα ακούει στην προστακτική έγκλιση: έλα.

Μένει σε μια αίθουσα με άλλους αριστοκράτες της εποχής. «Κρεμασμένοι» όλοι στα κάδρα τους, πάνω σε τοίχους. Η παρέα του διαλεχτή: ο κόμης-δούκας Ολιβάρες, η Μαρία Τερέζα, η δόνα Τζούλια, η κυρία με τη βεντάλια, η δούκισσα της Οσούνα – ακόμα και αν δεν τους ξέρεις όλους αγαπημέν@ αναγνώστ@, για όλα έχει φροντίσει η συγγραφέας του βιβλίου και στο τέλος θα μάθεις πολλά για τα πρόσωπα που μόλις σου σύστησα.

   

Το φως είναι ίδιο πάντα, τα παράθυρα ανοίγουν σπάνια και γύρω μυρίζει κάπως σαν κερί. Οι φύλακες τους προσέχουν, τους φροντίζουν και τους νοιάζονται. Αλλά αυτό που του αρέσει και του δίνει ζωή, σύμφωνα πάντα με τα δικά του λεγόμενα, είναι το βλέμμα των επισκεπτών. Θυμάται καθέναν από αυτούς. Και όταν τους ξαναβλέπει, ακόμα και μετά από πολλά χρόνια, λίγο αλλαγμένους, χαίρεται ακόμα πιο πολύ. Τα πρωινά είναι γεμάτα κόσμο και έτσι εκείνοι σιωπούν, αφουγκράζονται τη στιγμή. Τα βράδια όμως που ο κόσμος φεύγει, παίρνουν και πάλι ζωή, γίνονται ομιλητικοί και μοιράζονται τις πρωινές τους εμπειρίες.

Όμως, μια μέρα κόσμος σταμάτησε να έρχεται. Ο Πέδρο και όλοι οι γείτονές τους με τα αυστηρά προφίλ άρχισε να ανησυχεί. Το ίδιο και οι φύλακες που τώρα πια μοιάζουν φοβισμένοι, αναστατωμένοι. Κάτι κακό συμβαίνει. Σφραγίζουν παράθυρα, τρέχουν και μεταφέρουν πίνακες στο υπόγειο. Και από τότε δεν τους ξαναείδε ποτέ ούτε και αυτούς.

Έχει έρθει η καθοριστική στιγμή. Ο Πέδρο θα πάρει τη γενναία απόφαση να μετακινηθεί, να βγει από το κάδρο και να αναζητήσει την αλήθεια. Μακριά από τους αυστηρούς και σοβαρούς αριστοκράτες, ο Πέδρο αποφασίζει να κάνει τη μικρή του επανάσταση, να αναζητήσει την αλήθεια, να βρει το φως. Δεν αποδέχεται εύκολα τη νέα πραγματικότητα. Θέλει να μάθει τι έχει συμβεί. Η περιπλάνησή του μεγάλη.

Η Σοφία Δάρτζαλη επανέρχεται στις Εκδόσεις Μεταίχμιο με το τέταρτό της παιδικό βιβλίο, με τίτλο Μα πού πήγαν όλοι; Μια και η ιστορία της διαδραματίζεται μέσα σε ένα μουσείο, ένα άγνωστο μουσείο που συγκεντρώνει όμως σπουδαία έργα τέχνης, για να μας αφηγηθεί με έναν καινοτόμο τρόπο την ιστορία της. Μια ιστορία που στην καρδιά της βρίσκεται η αγάπη για την τέχνη, η λατρεία για τα μουσεία και την παρηγορητική και κατευναστική τους δύναμη αλλά και τη σημασία της αυτοδιάθεσης.

Ο Πέδρο ξεκινάει μια μαγική περιπλάνηση, δραπετεύοντας από την αυστηρή και απόλυτη συνθήκη σιωπής και στασιμότητας που οι γύρω του είχαν επιβάλει. Και αυτή η περίεργη διαδρομή του, θα πάρει τελικά τη μορφή μιας ιδιότυπης περιπλάνησης στους διαδρόμους των μεγαλύτερων μουσείων του κόσμου, ανάμεσα σε μερικά από τα πλέον εμβληματικά έργα σπουδαίων καλλιτεχνών και ρευμάτων.

Ρούμπενς και Γκόγια, Βαν Γκογκ, Κλέε και Βελάθκεθ, Γκογκέν και Σεζάν, Πικάσο, Κλιμτ και Σερά, Μαγκρίτ και Νταλί, Μονέ, Ματίς και Κάλο, Τέτσης, Μπέικον. Νούφαρα, Γκερνίκα, Σεβάχ ο θαλασσινός, φλεγόμενη καμηλοπάρδαλη, κραυγή, τρία κορίτσια μερικές μόνο από τις στάσεις μας. Κυβισμός, ιμπρεσιονισμός, σουρεαλισμός/υπερρεαλισμός, μπαρόκ, εξπρεσιονισμός.

Σε κάποιους διαδρόμους οι «κρεμασμένοι» άνθρωποι μοιάζουν διαφορετικοί, ένα μάτι, αλλού τα χέρια και η μύτη (αναφορά στο έργο του Πικάσο), γυναίκες τρέχουν με τις νυχτικιές τους ξυπόλυτες, άνθρωποι κρύβονται πίσω από μήλα, αντί να τα φάνε (αναφορά στο έργο του Ρενέ Μαγκρίτ), ψιλόλιγνες γυναίκες με συρτάρια στα φουστάνια τους (αναφορά στο έργο του Νταλί), το χαμένο περιστέρι, πόλεμος, αλληλοσπαραγμός, κραυγές και πόνος (αναφορά στο έργο του Πικάσο) και μαζί η χαμένη ελπίδα για μια στιγμή του Πέδρο αλλά και ολόκληρης της ανθρωπότητας που στο πρόσφατο παρελθόν της βίωσε μια, αν όχι τη μεγαλύτερη, υγειονομική της κρίση που φυσικά και οδήγησε στην ερήμωση των Μουσείων, στο κλείσιμο των πάντων.

Η περιπλάνηση αυτή ανάμεσα στους δρόμους της Τέχνης θα φέρει στον Πέδρο ένα σημαντικό συνοδοιπόρο, έναν ιδανικό ξεναγό, τον Σεβάχ τον Θαλασσινό που με τις πλούσιες αφηγήσεις από τα θαλασσινά του ταξίδια, θα γίνει το νήμα για να ενώσει το παρελθόν με το παρόν, την απεραντοσύνη με ένα σημείο, το φανταστικό με το πραγματικό.

Η εικονογράφηση του Βασίλη Κουτσογιάννη είναι εμπνευσμένη, και οι εικόνες του μεταμορφώνουν κυριολεκτικά μερικά από τα ομορφότερα έργα τέχνης. Η Σοφία Δάρτζαλη, εύστοχα και ευρηματικά ενσωματώνει, πίνακες αλλά και μερικά από τα σημαντικά γνωμικά καλλιτεχνών γύρω από τις απόψεις τους για τη ζωή και την τέχνη:

«Η τέχνη ξεπλένει από την ψυχή τη σκόνη της καθημερινότητας», έχει αναφέρει ο Πάμπλο Πικάσο.

Θέλει να μυήσει τον αναγνώστη στην τέχνη που έχει τη δύναμη να προσφέρει χαρά, αγαλλίαση, ηρεμία, να φέρνει πιο κοντά τους ανθρώπους μεταξύ τους αλλά και με το ίδιο τους τον εαυτό, να διδάσκει τον σεβασμό, τον διάλογο, την κριτική σκέψη, θέλει να μοιραστεί την αγάπη της για το Μουσείο ως τόπος συνεύρεσης του πνεύματος που μεταμορφώνει, δίνει ελπίδα. Και μπορεί να λυτρώσει.

 

Το βιβλίο Μα πού πήγαν όλοι; κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.