«Η Λέιλα και τα Αδέρφια της» του Σαΐντ Ρουστάγι: Αγοράζοντας την τιμή σου

Οι δρόμοι προς τη φτώχεια - Δύο ώρες και τρία τέταρτα, 165 λεπτά, και στη «Λέιλα και τα Αδέρφια της» δεν υπάρχουν νεκροί χρόνοι, δεν υπάρχουν αργοί ρυθμοί, γίνονται διαρκώς πράγματα, έχουμε διαρκώς εξελίξεις

Φωτογραφίες: © Amirhossein Shojaei

Η Λέιλα έχει τέσσερα αδέλφια, μεγάλα πια παιδιά κι οι πέντε τους, ας πούμε χοντρικά από 35 ως 50. Δεν έχει ακριβώς σκίσει κανένας στη ζωή τους. Από τους πέντε, μόνο η Λέιλα κι ο ένας αδελφός, ο Αλιρεζά, έχουν αυτό που λέμε κανονική δουλειά, μισθωτή εργασία με πλήρες ωράριο. Από τους υπόλοιπους τρεις, οι δύο ασχολούνται με μικροδουλειές που δεν θα αρκούσαν να τους συντηρούν αν δεν ήταν ο μισθός της Λέιλα και η σύνταξη του πατέρα, κι ο τρίτος ασχολείται με μικροκομπίνες, φαντασιωνόμενος ότι είναι κάποιο μεγάλο ψάρι, ενώ στην πραγματικότητα είναι μικρό.

Η Λέιλα εργάζεται σε κυριλέ εμπορικό κέντρο της Τεχεράνης, ο Αλιρεζά σε εργοστάσιο έξω απ’ αυτήν. Αλλά το εργοστάσιο χρωστάει στους εργαζομένους του μισθούς ενός χρόνου, τα αφεντικά που δεν είναι μικρά ψάρια τους έχουν φλομώσει στο ψέμα και στις απειλές να μη διεκδικούν τα λεφτά τους. Κι όταν το εργοστάσιο τελικά θα κλείσει «για λίγες μέρες» και προκληθούν αναταραχές και συμπλοκές των εργαζομένων με την αστυνομία, ο Αλιρεζά δεν θα συμμετάσχει στις διαμαρτυρίες, θα σηκωθεί να φύγει σαν κλέφτης ή μάλλον σαν καλό παιδί. Δεν ήταν ποτέ συγκρουσιακός τύπος, ήταν πάντα το καλό παιδί. Επιστρέφει στο πατρικό του. 

Ο πάτερ φαμίλιας που τον βλέπεις και σου έρχεται αμέσως στο μυαλό η λέξη «ανθρωπάκι», ξερακιανός, σκυφτός ψυχή τε και σώματι, δουλικός σε όσους αναγνωρίζει ως ανώτερους του, επιθετικός ή έστω παθητικά επιθετικός και γκρινιάρης σε όσους θεωρεί ότι βρίσκονται υπό την εξουσία του, έχει τους δικούς του καημούς και μαράζια. Θα αποκτήσει επιτέλους εγγονό από τον γιο που του δίνει συνέχεια εγγόνες; Και ακόμα περισσότερο: θα κατορθώσει έστω και στα γεράματα να πετύχει την αναγνώριση από το ευρύτερο σόι του;

Γιατί έχει μια πλευρά του σογιού του αρκετά πιο ευκατάστατη οικονομικά αλλά και πιο ανεβασμένη κοινωνικά, την οποία κοιτούσε μια ζωή με κόμπλεξ, κάνοντας τα πάντα για την αποδοχή της, για να εισπράττει συγκατάβαση, απαξίωση, αποξένωση, απόρριψη. Τώρα όμως που έχει πεθάνει ο ξάδελφός του, πατριάρχης του σογιού, πρέπει να οριστεί ο νέος πατριάρχης της ευρύτερης οικογένειας. Κι αυτά πάνε συνήθως βάσει της ηλικίας -και είναι όντως πια ο γηραιότερος-  αλλά η ηλικία μόνη της δεν αρκεί. Κι όταν τελικά του ανακοινώνεται ότι η επιθυμία του μακαρίτη ήταν να γίνει εκείνος ο πατριάρχης, η προσφορά έρχεται μαζί με μια παγίδα. Αν δεχτεί να αναλάβει τον ρόλο, θα πρέπει να κάνει ένα πάρα πολύ ακριβό δώρο σε έναν επικείμενο γάμο. 

Έχει όμως τόσα λεφτά; Κι αν τα έχει γιατί ζούσε τόσο μίζερα μια ζωή; Και κάπου εδώ μπαίνει ένα κεντρικό ζήτημα στην προβληματική του «Η Λέιλα και τα Αδέρφια της»: πόσοι διαφορετικοί δρόμοι μπορούν να οδηγούν στη φτώχεια; Η τσιγκουνιά και η αποθησαύριση; Η βλακεία; Η δειλία; Η καλώς ή κακώς εννοούμενη ηθική; Η αβελτηρία; Η υποχωρητικότητα; Το να είσαι «καλός», να μη συγκρούεσαι, να μην ανακατεύεσαι, το να είναι παθητικός, το να αφήνεις να σε πατάνε, το να μη διεκδικείς; Οι γραμμές δεν είναι ξεκάθαρες, τα σύνορα είναι κινούμενα.

Και πόσο τελικά χαράσσει τα σύνορα και η εσωτερική διάθεση; Πόσο ενδιαφέρουσα ετυμολογικά είναι η λέξη «κακομοίρης»; Τι είναι ένας κακομοίρης, αυτός που του λαχαίνει κακή μοίρα ή αυτός που με έναν τρόπο ή από ένα σημείο και ύστερα την προκαλεί, που μαθαίνει να ζει με αυτή, που την φοράει πάνω του σαν ρούχο; «Το να μεγαλώνεις σημαίνει να εγκαταλείπεις αργά αλλά σταθερά τα όνειρά σου», θα ακούσουμε να λέει ένας ήρωας σε μια στιγμή.

Κι αντίστροφα: τι ιδιότητες απαιτούνται για να δραπετεύσει κανείς απ’ τα δεσμά της φτώχειας; Πέραν του να σκέφτεσαι ενεργητικά προς αυτή την κατεύθυνση, του να μην αγχώνεσαι μόνο για το μεροδούλι – μεροφάι αλλά κυρίως για να βρεις τρόπο να βγεις από τον φαύλο κύκλο του και να αλλάξεις βιοποριστική πίστα, πέραν από το να έχεις ανοιχτές κεραίες για να εντοπίσεις την όποια ενδεχόμενη ευκαιρία, μήπως απαιτείται και μια τόλμη, μια αποφασιστικότητα, ένα ρίσκο, μια διάθεση να συγκρουστείς με ταμπού και φυτευμένους αξιακούς κώδικες, μια διάθεση για ηθικά αμφιλεγόμενες επιλογές;

Σιγά σιγά θα σχηματιστούν τα δύο βασικά μέτωπα της ταινίας. Από τη μία η ευκαιρία του πατέρα να ζήσει το όνειρό του και να γίνει βασιλιάς όχι μόνο για μια νύχτα, αλλά για το υπόλοιπο της ζωής που του αναλογεί. Κι από την άλλη η ευκαιρία των παιδιών του, η ευκαιρία που εντόπισε η Λέιλα και η οποία πιστεύει ότι θα τους ξελασπώσει για το μέλλον τους, για το πολύ μεγαλύτερο υπόλοιπο ζωής που τους αναλογεί. Αν βάλουν όλοι μαζί ό,τι έχουν και δεν έχουν ως προκαταβολή θα αποκτήσουν δικαίωμα σε ένα κατάστημα που θα χτιστεί στο εμπορικό κέντρο.

Η Λέιλα οραματίζεται ένα μέλλον για όλους, ένα όχημα που δυνητικά θα τους βγάλει από την αγκαλιά της φτώχειας, της μιζέριας και της κακομοιριάς. Ένα όνειρο εκείνη για την ίδια και τα αδέλφια της – ένα όνειρο ο πατέρας της για την πάρτη του. Τα τέσσερα αδέλφια της αμφιταλαντεύονται. Με διακυμάνσεις και διαφορές μεταξύ τους, γιατί είναι και διαφορετικοί άνθρωποι, πάντως αμφιταλαντεύονται ανάμεσα στο να επιβιβαστούν στο όνειρό της ή να αφήσουν τον πατέρα τους να ζήσει το δικό του. Γιατί, για να συμπληρωθεί το ποσό για το μαγαζί, θα χρειαστεί και το ποσό που ο πατέρας θέλει να δώσει για να γίνει πατριάρχης. Είναι σωστό να του ζητάνε τα λεφτά και να του στερούν το όνειρό του; Εκείνος πάλι είναι σωστό να κοιτάει μόνο την πάρτη του; Κι είναι τα χαρτιά καθαρά; Είναι οι όροι του παιχνιδιού καθαροί ή υπάρχουν ψέματα, χειριστικές συμπεριφορές, εξαπατήσεις, συναισθηματικοί εκβιασμοί;

Βλέπεις τον πατέρα που ζει για μια στιγμή δόξας κι αναρωτιέσαι αρχικά για τα συστατικά της: πώς γίνεται να το θέλει τόσο και να μην τον ενοχλεί ότι για να γνωρίσει την κοινωνική αποθέωση, για να τον αναγνωρίσει το ευρύτερο σόι του ως αρχηγό του, θα πρέπει να πληρώσει πρώτα ένα όχι ευκαταφρόνητο τίμημα; Τι είδους παράταιρο ως κωμικό έθιμο είναι αυτό; Είναι όμως; Μας είναι στα αλήθεια τόσο ξένο; Εμείς δεν ζούμε σε κοινωνίες που για να απολαύσει κανείς την τιμή και την αποθέωση πρέπει πρώτα να την έχει αγοράσει; Καθόλου παράταιρο, καθόλου εξωτικό, η αναλογία είναι εντελώς ίδια: θα σε αποθεώσουμε, θα σε τιμήσουμε, θα σε βραβεύσουμε, θα σε βάλουμε σε θρόνο επειδή έχεις λεφτά, επειδή εσύ πληρώνεις για αυτό. Από την άλλη, όσο και να το ξέρει ο καθένας, αυτή η αναγνώριση, αυτή η δόξα, αυτές οι τιμές οι έστω οι θεατρικές, σπανίως σε χαλάνε. Στην κολακεία και στον έπαινο, τα εύγε δεν χρειάζεται να είναι ανεκτίμητα. Και αγορασμένα να είναι, εξακολουθούν να ηχούν στα αυτιά σου ως εύγε. 

Εκτός από το συμβολικό θρόνο του πατριάρχη της ευρύτερης οικογένειας στον οποίο ποθεί να καθίσει, ο πατέρας κάθεται ούτως ή άλλως στον αόρατο ηθικό θρόνο της δικής του. Η σχέση του με τα παιδιά του και η όποια σύγκρουση με τα παιδιά του δεν γίνεται επί ίσοις όροις, εκείνος είναι πατέρας και γέρος πια και βασανισμένος και τα παιδιά του οφείλουν να τον σέβονται και να τον αγαπούν και να τον φροντίζουν. Κι από την άλλη, είτε ισχύει είτε πιθανότατα σε μεγάλο βαθμό όχι, έχουμε μάθει να σκεφτόμαστε ότι οι γονείς βάζουν τα παιδιά τους πρώτα, ότι αυτή είναι η φύση των γονιών. Ότι εν πάση περιπτώσει ακόμα κι οι γονείς που δεν ασχολούνται και τόσο με τα παιδιά τους, οι γονείς που αφοσιώνονται στα του εαυτού τους, δεν έχουν έναν εγωισμό που λειτουργεί αντιπαραθετικά με τα θέλω των παιδιών τους. Είναι σχεδόν ταμπού και απαιτεί τόλμη από τον Σαΐντ Ρουστάγι να μας παρουσιάζει έναν πατέρα που δρα διαρκώς εγωκεντρικά, προτάσσοντας τα δικά του θέλω, να μας παρουσιάζει έναν πατέρα ηθικά εκθρονισμένο απ’ τον γονεϊκό του θρόνο.

Δύο ώρες και τρία τέταρτα, 165 λεπτά, και στη «Λέιλα και τα Αδέρφια της» δεν υπάρχουν νεκροί χρόνοι, δεν υπάρχουν αργοί ρυθμοί, γίνονται διαρκώς πράγματα, έχουμε διαρκώς εξελίξεις, το σενάριο είναι εντελώς γεμάτο και πλούσιο, αλλά και ουσιαστικό. Και δεν αναλώνεται μόνο στην ενδοοικογενειακή σύγκρουση ή στις παραδόσεις και τις αγκυλώσεις που δημιουργούν, αλλά πατά πάρα πολύ και σε ένα σωρό ακόμα πτυχές της σύγχρονης ιρανικής κοινωνικής και οικονομικής πραγματικότητας.

Το ιρανικό σινεμά εξακολουθεί να μας προσφέρει όχι μόνο εξαιρετικές ταινίες, αλλά και ταινίες που, παρά τα εμπόδια της λογοκρισίας, μας πετάνε μέσα στην καρδιά της ιρανικής κοινωνίας, παρουσιάζοντάς μας μια κοινωνία πολυσύνθετη και πολυεπίπεδη, που απέχει πόρρω από απλουστευτικές δυτικές προκαταλήψεις.

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.