Η ηθοποιός Στέλλα Μαγγανά ταυτίζεται με μια Αλίκη που ακροβατεί στη Χώρα των Θαυμάτων και των Αινιγμάτων

Η δημιουργός Στέλλα Μαγγανά, με αφορμή τη νέα της παράσταση-λαβύρινθο «Η ΑΛΙΚΗ στη χώρα των θαυμάτων ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΒΙΒΛΙΟ» στο Μπάγκειον, μοιράζεται τις σκέψεις της για το χάσιμο σε μαγικούς κόσμους

«Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων δεν είναι βιβλίο…για παιδιά».

Το παραμύθι του Λιούις Κάρολ δημιουργεί ένα γοητευτικό σύμπαν που, παρότι φαίνεται να είναι πλασμένο από τα υλικά της παιδικής φαντασίας, είναι ευαίσθητο όσο ένα παιδί μα σκληρό όσο ένας ενήλικας. Εμπνεόμενη από αυτό το παραμύθι που ποτέ δεν της διάβαζε η μητέρα της, η δημιουργός Στέλλα Μαγγανά αντιμετωπίζει αυτά τα υλικά των μαγευτικών κόσμων και της περιδίνησης μέσα σε αυτούς με περιέργεια, στήνοντας μια παράσταση-λαβύρινθο με τίτλο «Η ΑΛΙΚΗ στη χώρα των θαυμάτων ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΒΙΒΛΙΟ» που περνά μέσα από εικόνες άλλοτε αλληγορικές και άλλοτε βίαια πραγματικές, επηρεασμένες από τη ζάλη της επικαιρότητας και τον ίλιγγο του ονείρου.

Με αφορμή αυτόν τον λαβύρινθο που μας καλεί να τον ανακαλύψουμε στο Μπάγκειον, η Στέλλα Μαγγανά μιλάει στο ελc για την ενήλικη πλευρά της Αλίκης, τη μαγεία του παραμυθιού, την ελπίδα και τη ματαίωση, τον θάνατο και την ανάγκη για ζωή, την αποδοχή αυτού που είμαστε (ακόμα και αν δεν ξέρουμε τι είναι αυτό), τη σκληρή ευαισθησία του κόσμου στον οποίο ζούμε.

«Η ΑΛΙΚΗ στη χώρα των θαυμάτων ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΒΙΒΛΙΟ» - Μπάγκειον

«Δεν μπορώ να σταματήσω να γελάω από τότε που κάναμε πρεμιέρα. Περίμενα 2.5 χρόνια, αυτή η παράσταση μεγάλωσε μέσα μου. Στην πρώτη μου δουλειά παίζαμε με λιγότερο κόσμο, πράγμα που είχε μια εσωστρέφεια και μια μικρή μοναξιά. Φοβόμουν λίγο στην αρχή, αλλά το αποτέλεσμα με δικαίωσε.

Την Αλίκη δεν μου τη διάβαζε ποτέ η μαμά μου. Λατρεύω αυτές τις ιστορίες και ό,τι γράφω προσπαθώ να είναι σαν παραμύθι, είναι το είδος μου. Μου αρέσει η ποίησή τους, είναι ένα αφηγηματικό είδος που επιτρέπει σε όποιον το διαβάζει να ταξιδέψει. Ζούμε ένα χάος και τα παραμύθια έχουν τον τρόπο να μας ταξιδεύουν σε εικόνες και χρώματα. Την Αλίκη τη διάβασα στα δεκαοχτώ μου. Την είχα στο μυαλό μου από τη δραματική σχολή. Δεν ξέρω γιατί. Ίσως επειδή είναι nonsense, ίσως επειδή είναι γεμάτη πυκνά νοήματα και εικόνες. Επιτρέπει στον καλλιτέχνη να είναι ελεύθερος, να ταξιδεύει μαζί με το κείμενο και ο ίδιος.

Είναι ένα κείμενο που πραγματικά δεν είναι για παιδιά. Για παράδειγμα, η σκηνή με τη Δούκισσα και το στήθος δεν είναι παιδική. Είναι μια σκηνή που μια γυναίκα δέρνει το παιδί της και τραγουδάει ένα νανούρισμα. Είναι ένα παραμύθι σύγχρονο, στο οποίο μπορούσα να βρω πολλές αναφορές για όσα συμβαίνουν σήμερα.

Η Αλίκη διαπερνά τη δυτική κουλτούρα χωρίς να το καταλαβαίνουμε. Εκφράσεις που χρησιμοποιούμε, το “rabbit hole”, το χάσιμο, ο αντίστροφος κόσμος. Υπάρχουν τόσοι πίνακες και μουσικές που εμπνέονται από την Αλίκη.

Για κάποιο λόγο την Αλίκη την έβρισκα παντού, το χάσιμο αυτού του κοριτσιού. Από παιδί γίνεται γυναίκα όπως εμείς από παιδιά γινόμαστε πολίτες. Νιώθω πως η Αλίκη είναι η περσόνα μου, θα με ακολουθεί καλλιτεχνικά. Δεν συνδέονται ακριβώς τα πράγματα στη δραματουργία. Και αυτό με με βοηθά να εκφραστώ με μεγαλύτερη ελευθερία, η οποία είναι εγγενής της ίδιας της Αλίκης. Ταυτίζομαι με ένα κορίτσι που ακροβατεί, χάνεται και ανακαλύπτει μια ελευθερία στο ποια είναι. Είναι αυτό που είναι και δεν χρειάζεται να πει πάρα πολλά. Ο τρόπος που αντιμετωπίζει όλα αυτά τα όντα έχει μια δυναμική. Συνειδητοποιεί ότι όλα αυτά είναι στο κεφάλι της. Με αυτόν τον τρόπο τα αποδέχεται».

ταξίδι αυτογνωσίας σε έναν κόσμο ευαισθησίας & σκληρότητας

Ίσως να είναι και μια ιστορία ενηλικίωσης η Αλίκη, ιστορία αναζήτησης του εαυτού μας που όλο τρέχουμε να βρούμε από τι είναι φτιαγμένος, μα λαχανιάζουμε πριν καν προλάβουμε να ανταλλάξουμε χειραψία με το είδωλο στον καθρέφτη. Στέλλα;

«Η Αλίκη είναι μια ωραία ευκαιρία και για μένα να αποδεχτώ ότι σκέφτομαι και εγώ περίεργα, όπως όλοι μας, και δεν πειράζει. Είναι ωραίο να αποδεχόμαστε το χάσιμο που αισθανόμαστε, τις περίεργες εικόνες που δημιουργούμε, τις παράξενες σκέψεις. Είμαστε εμείς που είμαστε. Οι άλλοι προσπαθούν συνεχώς να προσδιορίσουν την Αλίκη. Της λένε πως είναι αυστηρή, πως είναι ένα κορίτσι που σκέφτεται με τον ένα τρόπο ή τον άλλο. Εκείνη τους λέει πως δεν είναι τίποτα από όλα αυτά. Απελευθερώνεται, σπάει τις ταυτότητες. Η κάθε συνθήκη της αποκαλύπτει και μια καινούρια ταυτότητα, μια άγνωστη πτυχή.

Ο κόσμος που ζούμε είναι ένας σκληρός κόσμος γιατί υπάρχει πάντα μια απαίτηση πάνω από το κεφάλι μας, μια γρηγοράδα που μας σκληραίνει και δεν μας αφήνει να σκεφτούμε. Αν κοιτάξουμε τους ανθρώπους, μπορούμε να δούμε την ευαισθησία. Όταν αφήνομαι στον κόσμο και περπατάω μόνη μου, κοιτάζω τους ανθρώπους και αυτό είναι συγκινητικό. Η μοναξιά του καθένα, πώς περπατάει, οι σκέψεις που κάνεις και αναρωτιέσαι για ποιον λόγο να βιάζεται ο άλλος, εμένα μπορεί να με κάνει να κλάψω. Ο κόσμος που ζούμε είναι ένας κόσμος σκληρότητας και ευαισθησίας. Σκεφτόμαστε πάντα πως ο κόσμος είναι απάνθρωπος γιατί δεν κοιτάμε καλά. Κρύβουμε μεγάλη αγάπη και μεγάλη ευαισθησία. Πρέπει μόνο να σταματήσουμε να τρέχουμε.

Λίγο να σταθείς στην Ομόνοια, σε περιοχές που θεωρούνται υποβαθμισμένες και υπάρχει κόσμος που ζει στην ανέχεια, ακούς τους ανθρώπους και βλέπεις την ανάγκη την ανθρώπινη. Υπάρχουν και τα δύο αλλά το focus μου είναι στην ευαισθησία. Στην παράσταση μένω με τον άστεγο μέσα στον κάδο και λέμε πως θα πάμε μαζί.

 Έχουμε στοιβάξει ανθρώπους σε μια περιοχή και την έχουμε ονοματίσει εγκληματική. Ζούμε σε μια πολυπολιτισμική πρωτεύουσα και πρέπει να είμαστε περήφανοι για αυτό. Περπατάς στον δρόμο, ακούς ανθρώπους να προσεύχονται στο Κοράνι, άλλοι παίζουν τάβλι, τα πιτσιρίκια τρέχουν, βλέπεις μικρά μαγαζιά με φτηνά ρούχα. Είναι μια κοινωνία που έχει μεγάλο ενδιαφέρον να την ανακαλύπτεις».

«Η ΑΛΙΚΗ στη χώρα των θαυμάτων ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΒΙΒΛΙΟ» - Μπάγκειον

η Χώρα των Θαυμάτων & η Χώρα των Τεράτων

Από τη δολοφονία του Ζακ και τη δίκη της Χρυσής Αυγής, στη διαπραγμάτευση με τη ζωή και τον θάνατο, η Στέλλα έχει φτιάξει μια παράσταση που στοχεύει το θυμικό σε ένα επίπεδο βαθιά υπαρξιακό όσο και πολιτικό:

«Η παράσταση ήταν αποτέλεσμα των ιδεών μου και όσων ήθελα καιρό να πω. Πράγματα που με έκαναν να αισθάνομαι άσχημα, πράγματα που με έκαναν να αισθάνομαι ωραία ή πράγματα που με ευαισθητοποιούσαν. Όταν κάναμε το βίντεο για την παράσταση και βλέπαμε αποσπάσματα από όσα προβάλλονται, κλαίγαμε. Τη δολοφονία του Ζακ, τη δίκη της Χρυσής Αυγής. Νιώθω ακόμα πιο ευσυγκίνητη τώρα πια.

Θυμάμαι εκείνη τη μέρα (μέρα της καταδίκης της Χρυσής Αυγής). Ήμουν πολύ τυπική με την καραντίνα, δεν έβγαινα. Η πορεία έξω από το Εφετείο ήταν ένα συμβάν στο οποίο ήταν σαφές για μένα ότι θα πάω. Ήταν σημαντικό. Θυμάμαι τους ανθρώπους γύρω μου να κλαίνε. Φυσικά, ήμασταν εκεί και είδαμε τη μάνικα με την αύρα να βγαίνει τη στιγμή που όλοι πανηγύριζαν και έκλαιγαν και ξαφνικά άρχισαν να τρέχουν πανικόβλητοι, η συγκέντρωση διαλύθηκε. Η αντίδραση της Κυβέρνησης ήταν ότι δεν είμαστε ακριβώς όλοι μαζί σε αυτό. Υπήρχε μια διαχωριστική γραμμή.

Όταν συνειδητοποίησα ότι υπάρχει κάποιος που μου παίρνει τη χαρά όταν την αισθάνομαι, που με βάζει μέσα στο σπίτι ή με δέρνει όταν βγαίνω, που κόβει πρόστιμα σε αστέγους, τότε έλυσα το «πρόβλημα» με την Αλίκη, το πώς δηλαδή να την κάνω να μεγαλώσει. Ένιωσα το κεφάλι μου να γίνεται πελώριο. Το ότι ένιωθα πως δεν αντέχω να έχω κάποιον μονίμως να μου βάζει εμπόδια, μας βοήθησε να βρούμε λύσεις και τρόπους για να κάνουμε την παράσταση.

Είναι μια πολιτική παράσταση και μακάρι να ήταν και περισσότερο. Πολιτικό είναι και το υπαρξιακό. Ήθελα να υπάρχει το ερέθισμα ότι ό,τι συμβαίνει γύρω μας μας κάνει να αμφισβητούμε, κάνει τα άκρα μας να μεγαλώνουν, να τρελαινόμαστε, να μην μπορούμε να διαχειριστούμε τα πράγματα και εκεί οδηγούμαστε στο υπαρξιακό που είναι αλληλένδετο με ό,τι συμβαίνει έξω.

Όταν κάναμε την παράσταση και σκεφτόμασταν όλα αυτά που συζητάμε, δεν μπορούσαμε να αγνοήσουμε το ζήτημα του Ζακ. Επανέρχεται μονίμως. Δεν αντιλαμβανόμαστε πόση βία εμπεριέχεται και στους ανθρώπους που ζουν «κανονικά». Υπάρχει ο άνθρωπος που είναι τοξικοεξαρτημένος και θα του συμπεριφερθούμε άσχημα για χίλιους δύο λόγους επειδή νομίζουμε πως εμείς είμαστε οι «κανονικοί». Δεν σκεφτόμαστε πόση βία κρύβει η δική μας «κανονική» οικογένεια.

Μου έχει τύχει παλαιότερα να δω την πορεία ενός ανθρώπου στο να γίνει άστεγος. Δούλευα σε ένα μαγαζί και μπήκε ένα παλικάρι γύρω στα 35. Πίστεψα ότι μπήκε απλά για να πάρει καφέ. Ζήτησε τον καφέ, δεν τον πλήρωσε και κατάλαβα ότι μάλλον κάτι δεν πάει πολύ καλά. Κοίταζε στον καθρέφτη με ένα βλέμμα χαμένο. Αυτός ο άνθρωπος έφτασε να είναι άπλυτος, δαρμένος…Πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας ότι κάθε άνθρωπος μπορεί εύκολα να αποκλίνει. Πάντα ζούσαν άνθρωποι στην ανέχεια, πάντα υπήρχαν σοβαρά προβλήματα.

Είναι θέμα αντίληψης. Αντιλαμβανόμουν τα πράγματα ως κανονικά μόνο μέχρι τα 18 μου. Στα 24 έχασα τον πατέρα μου και έσπασε η φούσκα. Άρχισα να νιώθω πιο συνδεδεμένη με τη θλίψη, άρχισα να παρατηρώ τι συμβαίνει εκεί έξω. Στα 24 κατάλαβα ότι τα πράγματα δεν ήταν ποτέ φυσιολογικά ή αν ήταν, τότε το φυσιολογικό είναι τα πράγματα να είναι περίεργα.

Όταν έσκασε η φούσκα του θανάτου, δεν μπορούσα να κατανοήσω το γιατί τρέχουμε, γιατί κάνουμε έτσι. Αφού όλοι θα πεθάνουμε. Μετά προφανώς ξαναμπαίνεις σε αυτή τη διαδικασία, συνεχίζεις να τρέχεις. Δεν έβρισκα λόγο να σηκωθώ από το κρεβάτι, να πληρώσω τη ΔΕΗ. Και τι έγινε; Όλο αυτό δεν μπορούσα να το διαχειριστώ μέχρι να συνειδητοποιήσω ότι δεν είναι κάτι που βιώνω μόνη μου. Δεν είμαι μόνη μου. Σκέφτομαι ότι ακόμη και στην πανδημία, ενώ εξακολουθεί και υπάρχει αυτό το συναίσθημα, κρατάει πολύ λίγο γιατί κατευθείαν σκέφτομαι ότι όλοι είμαστε έτσι. Η συνθήκη με έκανε να αισθάνομαι πιο συνδεδεμένη με τους ανθρώπους γιατί αρχίσαμε να πηγαίνουμε για ποτό, να βγαίνουμε βόλτες, να γράφουμε μουσική, κάτω από την ίδια ομπρέλα. Να επικοινωνούμε με μεγαλύτερη ειλικρίνεια. Έχει περάσει η φάση που πηγαίναμε για ποτά και λέγαμε πως όλα είναι καλά χωρίς να είναι».

το προσωπικό στο καθολικό | η Αλίκη μας λέει πως στο τέλος της μέρας «δεν πειράζει»

«Κάποια στιγμή ήμουν στο λεωφορείο και ένιωθα ότι όσα συνέβαιναν γύρω μου ήταν παράλογα. Είδα μια κυρία να μπαίνει στο μετρό με μια πάπια. Συνέβαιναν διάφορα τέτοια περιστατικά και τότε σκέφτηκα τον τίτλο Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων δεν είναι βιβλίο, γιατί η Αλίκη είναι εδώ.

Ακριβώς επειδή αισθανόμουν χαμένη όταν έφτιαχνα την παράσταση, νομίζω πως το πιο προσωπικό κομμάτι της παράστασης είναι ο μονόλογος στην αρχή: «Είμαι ένας σύγχρονος Φρανκενστάιν, είμαι μια τεράστια πινιάτα και θέλω να με χτυπήσετε και να με φάτε σα να τρώγατε καραμέλες».

Ντρεπόμουν πολύ να το πω γιατί είναι πολύ προσωπική σκέψη και έντονη. Όταν το έγραφα ήμουν πολύ φορτισμένη. Δεν ήθελα καθόλου να το μοιραστώ».

Της ζητώ να μοιραστεί μαζί μου μια φράση που της είπε θεατής για την παράσταση και την άγγιξε:

«Δεν πειράζει. Σκεφτόμαστε όλα αυτά τα πράγματα, παθαίνουμε όλα αυτά τα πράγματα. Αυτό που εκείνος ένιωσε ήταν μια κάθαρση. Θεώρησε ότι δεν πειράζει να αισθάνεται παράξενος. Αυτό το δεν πειράζει, θα μου άρεσε πολύ να περάσει και σε άλλους θεατές».

Info παράστασης:

Η ΑΛΙΚΗ στη χώρα των θαυμάτων ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΒΙΒΛΙΟ | Μπάγκειον

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.