«Απόφαση Φυγής» του Παρκ Τσαν-Γουκ: Τα Απομεινάρια Μιας Υποψίας

Η μεγάλη γιορτή της δεξιοτεχνίας

Υποψία και ύποπτος: λέξεις που προέρχονται ετυμολογικά από το υπό + οράω. Ύποπτος: αυτός που μπαίνει υπό την όραση κάποιου, υπό το βλέμμα κάποιου. Όπως όταν σε ερωτεύονται έχεις καρφωμένα πάνω σου τα μάτια εκείνου που σε ερωτεύτηκε, έτσι και άπαξ και καθίστασαι ύποπτος έχεις καρφωμένα πάνω σου τα μάτια εκείνου που σε παρακολουθεί. Και όταν ερευνάται πιθανή εμπλοκή σου σε έγκλημα, είναι χρέος του αστυνομικού να σε παρακολουθεί. Κι όταν ο συγκεκριμένος αστυνομικός υποφέρει κι από χρόνιες αϋπνίες, τότε μπορεί να κατασκηνώνει έξω από το σπίτι σου και να σε παρακολουθεί με κιάλια. Και έχοντάς σε διαρκώς στο βλέμμα του, καταφέρνει να το ανακουφίζει τελικά, τα μάτια που δυσκολεύονται τόσο πολύ να κλείσουν κλείνουν έχοντας την εικόνα σου μέσα τους. 

Βρισκόμαστε στην Μπουσάν της Νότιας Κορέας, η ύποπτος είναι η Κινέζα σύζυγος ενός μεγαλύτερης ηλικίας άνδρα, o oποίος εργαζόταν στην υπηρεσία μετανάστευσης. Έτσι τη γνώρισε, η γυναίκα προσπάθησε να εισέλθει παράτυπα ως μετανάστης στη χώρα, δεκάδες άλλοι που επιχείρησαν να το κάνουν μαζί της απελάθηκαν, εκείνη ήταν η μόνη που έγινε δεκτή. Είχε μαζί της ντοκουμέντα για την καταγωγή της που έκαναν την εξαίρεση εφικτή. Αλλά παντρεύτηκε και τον υπάλληλο που τώρα έχει βρεθεί νεκρός.  Ήταν έμπειρος ορειβάτης και ξαφνικά βρέθηκε νεκρός σε γκρεμό κάτω από μια πλαγιά που ανέβαινε συχνά. 

Ατύχημα, αυτοκτονία, ή μήπως τον σκότωσε η γυναίκα του; Είχε λόγο; Είχε. Υπάρχουν στοιχεία εις βάρος της; Υπάρχουν. Ο αστυνομικός την υποπτεύεται στα αλήθεια όμως; Ο βοηθός του τον κατηγορεί ότι επειδή είναι όμορφη και Κινέζα κάνει αντίστροφη διάκριση, ότι αν ήταν Κορεάτης άντρας θα τον αντιμετώπιζε πολύ πιο αποφασιστικά. Από την άλλη, δεν μπορείς να του προσάψεις πως έχει στα χέρια του οτιδήποτε ακλόνητο εις βάρος της. Έτσι παίρνει τον χρόνο του μέχρι να βεβαιωθεί προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Και την παρακολουθεί. Και την ανακρίνει. Και θα της αγοράσει στην αίθουσα ανακρίσεων το πιο ακριβό σούσι. Και όταν το φάνε μαζί, θα καθαρίσουν και μαζί το τραπέζι. Θα πετάξουν μαζί στην ντιζαϊνάτη σακούλα τα ντιζαϊνάτα κουτιά του φαγητού. Και θα της δώσει οδοντόκρεμα και οδοντόπαστα να πλύνει τα δόντια της. Και όταν τα σαββατοκύριακα φεύγει από τη Μπουσάν και πηγαίνει και βρίσκει τη γυναίκα του που δουλεύει σε μια άλλη, μικρότερη, φιλήσυχη, γεμάτη ομίχλη πόλη, δεν μπορείς να ξέρεις αν είναι τα κοντά δεκαεπτά χρόνια του γάμου που έχουν μετατρέψει τη σχέση τους σε κάτι το οποίο αδυνατεί πια να κοιτάξει με βλέμμα έντονο, ή αν πάντα φυλούσε την ένταση του βλέμματός του για τις υποθέσεις που αναλάμβανε να διαλευκάνει, για τους υπόπτους που ερευνούσε, μια ένταση που στη συγκεκριμένη ύποπτο παύει να έχει αμιγώς αστυνομικό χαρακτήρα και αποκτά ταυτόχρονα ερωτικό. 

Μπορείς να μιλήσεις σήμερα για τον έρωτα με απλό και ευθύ τρόπο, χωρίς να γίνεις αφόρητα μπανάλ; Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι μπορείς, ο Παρκ Τσαν-Γουκ έχει δείξει σε διάφορους σταθμούς της καριέρας του ότι δεν τον αφορά κάτι τέτοιο, ότι αντίθετα τον αφορά να βρίσκει τον ένα μετά τον άλλο πιο περίπλοκο τρόπο. Στην «Απόφαση Φυγής» γίνεται -δικαίως- μεγάλος λόγος για επιρροές από τον Χίτσκοκ, ξαναβλέποντας όμως μια φωτογραφία της, θυμήθηκα μια αντίστοιχη από τα «Aπομεινάρια Μιας Μέρας», κάτι που μπορεί κάλλιστα να είναι τυχαίο, θεωρώ ωστόσο ότι οι δύο ταινίες συγγενεύουν στην ένταση των βλεμμάτων ανάμεσα στους πρωταγωνιστές, στο βλέμμα ως λαχτάρα και πόθο, στο βλέμμα ως όριο, στο ερωτευμένο βλέμμα ως κεντρικό θέμα. 

Έχω δει την «Απόφαση Φυγής» ήδη τρεις φορές και πραγματικά νομίζω ότι αν μείνει κανείς στην πρώτη θα έχει χάσει πολλά πράγματα. Είναι τόσο εντυπωσιακά πυκνή η αφήγηση, που όσο προσηλωμένος κι αν είσαι, κάτι θα σου έχει ξεφύγει. Η δεύτερη και η τρίτη φορά βοηθούν για να αρχίσεις να προσέχεις λίγο πιο προσεκτικά την τρομερή δουλειά που έχει γίνει στο μοντάζ, ή μάλλον, για την ακρίβεια, το πώς το μοντάζ, το σενάριο, η σκηνοθεσία, η μουσική επένδυση ενώνονται τόσο άρρηκτα μεταξύ τους, ώστε κάθε πλάνο να σε αφήνει τελικά με ανοιχτό το στόμα, ώστε η ροή των πλάνων, η ροή της ιστορίας, η ιστορία που συνεχώς σε αιφνιδιάζει και συνεχώς ανατρέπει τις προσδοκίες σου και τις βεβαιότητές σου, συνολικά η ταινία από την αρχή ως το τέλος της, να αποτελούν ένα τεράστιο θρίαμβο. Δεν είναι έκπληξη, αυτή η δεξιοτεχνική κατασκευαστική σύνθεση είναι σήμα κατατεθέν του κινηματογράφου που φτιάχνει ο Παρκ Τσαν-Γουκ  («Υπηρέτρια», “Stoker“, «Δίψα», “Oldboy” και άλλα).

Κι επίσης ο τρόπος που σκηνοθετούνται τα κινητά, ο τρόπος που αξιοποιούνται σεναριακά οι δυνατότητές τους, ποιος άλλος έχει σκηνοθετήσει άραγε ως τώρα έτσι τα κινητά τηλέφωνα; Δίπλα στο ζευγάρι των πρωταγωνιστών γίνονται πραγματικά ο τρίτος πόλος και κεντρικός μοχλός της αφήγησης. Αλλά και η εμμονή του Παρκ Τσαν-Γουκ με ακραίες σκηνές σε ταράτσες, η εμμονή του με παράδοξες σκηνές σε χιονισμένα βουνά, απόηχοι προηγουμένων ταινιών του, στιγμιότυπα μιας λαμπρής κινηματογραφικής παρακαταθήκης.

Ο αστυνομικός είναι άνθρωπος που, σε συνειδητό τουλάχιστον επίπεδο, τα έχει καλά με τον εαυτό του. Είναι πάντα καθαρός, πάντα φροντισμένος, έχει πλήρη έλεγχο του εαυτού του. Του αρέσει να μαγειρεύει. Του αρέσει να φέρει εις πέρας τη δουλειά του και συνήθως το κάνει. Και για τις λίγες υποθέσεις που δεν έχει καταφέρει να εξιχνιάσει στην καριέρα του, έχει ειδικό πίνακα με φωτογραφίες στο σπίτι. Μήπως μια μέρα τις εξιχνιάσει κι αυτές. Αλλά δεν είναι εξαιτίας τους που δεν μπορεί να κοιμάται τα βράδια. Ίσως είναι οργανικό, ίσως πάλι τον τρώει κάτι άλλο, ίσως όσο κι αν τα έχει όλα σε έλεγχο, υπάρχει κάτι που του λείπει. Την ερωτεύεται και έρχεται σε μια θεμελιακή σύγκρουση με ό,τι είναι και με ό,τι νόμιζε πως είναι. Την ερωτεύεται και χάνει για πρώτη φορά τον έλεγχο. Ή ίσως την ερωτεύεται ακριβώς επειδή κάτι μέσα του ζητούσε να χάσει τον έλεγχο κι εκείνη μπορούσε να του το προσφέρει. Εκείνη πάλι είναι η σκηνοθέτιδα και η σεναριογράφος της δικής τους ζωής, εκείνη πάλι είναι συνεχώς μερικά βήματα μπροστά. Τρεις θεάσεις μετά και παραμένει ακόμα εν μέρει μυστήριο.

Πότε αρχίζει και πότε τελειώνει η αγάπη του καθενός; Πόσα είδη έρωτα υπάρχουν; Ο έρωτας που περνάει από το βλέμμα, που έρχεται μέσω του βλέμματος και ο έρωτας που περνάει από την καρδιά, που επικυρώνεται όταν εισπραχθεί όχι απλά το βλέμμα, αλλά η αλήθεια του, το κόστος του, η οδύνη του, αυτό που κάνει κομμάτια.

Πολύ μεγάλη ταινία. 

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.