Έλαβε τη σκυτάλη από τον Μάνο Χατζιδάκι, όταν ο ίδιος δήλωσε: «Ο διάδοχος του Χατζιδάκι είναι γυναίκα. Και λέγεται Λένα Πλάτωνος», και σήμερα την αποκαλούν ιέρεια της ηλεκτρονικής μουσικής
Κείμενο: Στέλιος Παρρής
Υπήρξε ένα παιδί θαύμα, έλαβε τη σκυτάλη από τον Μάνο Χατζιδάκι, όταν ο ίδιος δήλωσε: «Ο διάδοχος του Χατζιδάκι είναι γυναίκα. Και λέγεται Λένα Πλάτωνος», και σήμερα την αποκαλούν ιέρεια της ηλεκτρονικής μουσικής.
Η Λένα Πλάτωνος εισέβαλε στις ζωές μας με τις μουσικές συνθέσεις της και τα τραγούδια που ερμήνευσε για τη Λιλιπούπολη. Η παιδική μουσική ραδιοφωνική σειρά του Τρίτου Προγράμματος εκτός του ότι ήτανε πρωτοποριακή και ενόχλησε πολλούς με τις πολιτικές σάτιρες που «άθελα» της έκανε παραλληλίζοντας τις ζωές των κατοίκων της Λιλιπούπολης με κείνες των Ελλήνων (δω έφτασε ο Αβέρωφ να πει “Ακούμε τη Λιλιπούπολη και νομίζουμε ότι ακούμε Ράδιο Μόσχα!”) άντεξε από το 1977 ίσαμε το 1980 και άφησε πίσω της ένα μύθο που ορίζει το παρόν μας.
Όντας δεύτερης γενιάς Λιλιπουπολίτης άκουσα πολλές φορές τον δίσκο της Λιλιπούπολης, ήτανε βλέπεις μέσα στην ύλη της παιδικής μου ηλικίας. Μεγάλωσα όπως όλοι μας με το Χοντρό Μπιζέλι που χορεύει τσιφτετέλι στον χορό των μπιζελιών, το άκουγα με τη φωνή της Λένας Πλάτωνος κι όταν ακούς τόσες φορές ένα τραγούδι το ηχόχρωμα στα αυτιά σου γίνεται οικείο. Έτσι πάντα θα παραμένει ανεξίτηλη η απαλή ψηλή φωνή της με αυτό το ψεύδισμα το γλυκό στο σίγμα της το τελικό, σαν χάδι στο δικό μου το αυτί.
Από την άλλη το αυτί της Λένας Πλάτωνος άκουγε τη μουσική του μέλλοντος από παράλληλα σύμπαντα. Ο πατέρας της Γεώργιος Πλάτων μπορεί να ήτανε μουσικοπαιδαγωγός, συνθέτης και πιανίστας μα όταν η κόρη του έπαιξε στα δυόμιση της χρόνια πιάνο με τα δυο της τα χέρια τότε κατανόησε ότι ήταν παιδί θαύμα και δεν την πίεσε ποτέ να μάθει θεωρία. Αλλά έλα που την χρειάστηκε προκειμένου να συμμετέχει σε διαγωνισμό τον οποίον μεν κέρδισε, αφού έμαθε μέσα σε ένα καλοκαίρι τη θεωρητική ύλη μουσικής αξίας πέντε ετών σπουδής, κάτι που την καθιστά και ιδιοφυία. Κατάφερε πριν τα δεκαοχτώ της χρόνια να γίνει επαγγελματίας πιανίστρια, αφού άφησε εποχή ως μαθήτρια του Ωδείου Αθηνών και μάλιστα έπαιζε πιάνο σταυροπόδι, όχι όμως από θράσος μα από μια άνεση φυσική διότι η Λένα Πλάτωνος παίζει και συνθέτει μουσική σαν να αναπνέει, τόσο φυσική της λειτουργία είναι.
Η ζωή της Λένας Πλάτωνος δεν είναι τύχη είναι «αποστολή» κι αυτό το απέδειξε με πράξεις. Ενώ θα μπορούσε να εξελιχθεί σε μια επιτυχημένη παγκοσμίου φήμης πιανίστρια και συνθέτρια αποφάσισε θωρακισμένη με όλες της τις κατακτήσεις στην κλασική μουσική να βουτήξει στα βαθιά και να πειραματιστεί με τους ήχους και τα μέσα της νέας εποχής. Η «αποστολή» της εκτός του να μεγαλώσει μουσικά τα ελληνόπουλα και να μελοποιήσει Καρυωτάκη, Καβάφη και αρχαίες Ελληνίδες ποιήτριες με «των σιωπηλών σπαράγματα» ήτανε και να εισάγει τους Έλληνες στην ηλεκτρονική μουσική.
Οι δίσκοι της Σαμποτάζ (1981), Μάσκες του Ήλιου (1984), Γκάλοπ (1985) και Λεπιδόπτερα (1986) ήτανε τόσο πρωτοποριακοί που δεν εκτιμήθηκαν στην εποχή τους. Ειδικά οι Μάσκες του Ήλιου το παραδέχεται και μόνη της ότι ήτανε ένας «δύσκολος δίσκος» όπου έχασε πολύ από το κοινό της και ένιωσε πως το κοινό της την πρόδωσε. Δισκογραφικά «Η πιάτσα με εξαφάνισε και μετά εξαφανίστηκα και γω», έχει δηλώσει και θα της απαντήσω και γω «Ε, Λένα μου δεν είναι και εύκολο πράμα να είσαι άνθρωπος μπροστά από την εποχή σου».
Έλα όμως που μέσα στην ιδιοφυία της και τη φαντασία της που υπερλειτουργεί δεν υπολόγισε ένα άλλο κοινό, το κοινό που τη δεκαετία του ’80 και του ’90 δεν είχε ακόμα αγοραστική δύναμη, το κοινό που μεγάλωσε και μεγαλώνει ακόμη και σήμερα με τη Λιλιπούπολη. Όλοι εμείς που σε διαφορετικούς χρόνους αναρωτηθήκαμε μεγαλώνοντας ποια είναι αυτή που μας μεγάλωσε μουσικά και όταν αναζητήσαμε τη δισκογραφία της σοκαριστήκαμε ευχάριστα με το μουσικό της σύμπαν και τους στίχους της. Γιατί η Λένα Πλάτωνος είναι και ποιήτρια.
Το κοινό αυτό που την εντυπωσίασε στη μυσταγωγική πλατωνική συναυλία της το 2008 για τα 30 χρόνια της μουσικής της δημιουργίας. Σε ένα γιομάτο Ηρώδειο όπου όλοι τραγουδούσαμε τα τραγούδια της σαν μια μεγάλη παρέα και κείνη φανερά σοκαρισμένη έκανε τα αστεία της πάνω στη σκηνή και απολάμβανε το «Λένα σε αγαπάμε» που ακουγόταν συχνά με κείνη να μας απαντά «και γω σας αγαπώ». Ε, εκείνη τη βραδιά υποσχέθηκα στον εαυτό μου πως δεν θα χάσω εμφάνισή της και ομολογώ το κατάφερα, έκτοτε γράφτηκα στην Ακαδημία Λένα Πλάτωνος κι ωσάν γκρούπι της την ακολουθώ.
Κάθε εμφάνισή της με εξαγνίζει μου προκαλεί μια μυσταγωγία ισάξια με την κάθαρση. Με βουτάει στα παιδικά μου χρόνια με τη Ρόζα Ροζαλία που πάντα με μελαγχολούσε, με πετάει στην εφηβεία μου που θέλω να κάνω σαμποτάζ με μάτια λέιζερ και μαλλιά τιρκουάζ. Με πάει σε μια άσκηση φυσικής άλυτη που άφησα ως μαθητής και στους πρώτους μου έρωτες που έδινα ραντεβού στην Όαση στις 22:30 κι είχα το νου μου μην χαθώ στα σκοτεινά. Με ταξιδεύει στις πρώτες μου βόλτες στο κράτος της κυψέλης, τους Μάρκους που έχω συναντήσει να κείτονται στον δρόμο, τις πτήσεις 201 που πήρα για να φτάσω σε σένα και τις πιθανότητες ευτυχίας μου στην περιοχή της αμερικάνικης πρεσβείας. Κι όταν θυμώνω με του συστήματος τη συστολή και διαστολή που μας έχει εγκαταλείψει σ ένα σταθμό με μια βαλίτσα, χαίρομαι, που όμως μέσα της υπάρχει η κόκκινη καρφίτσα που σύντομα θα σπάσει του σύμπαντος την πλαστική στολή.
Για μένα η κάθε συναυλία της είναι σαν ένα δρώμενο αρχαίο. Οργασμός στη σκηνή από τους συνεργάτες της τεχνικούς και μουσικούς να τα έχουν όλα έτοιμα. Ένα έντονο χειροκρότημα καθώς μπαίνει συνοδευόμενη με αργά βήματα με το μειδίαμα στο πρόσωπό της, κάθεται στο πιάνο της και μεταμορφώνεται σε μια ψιψίνα. Εμείς την χειροκροτάμε και της φωνάζουμε Τι νέα ψιψίνα και κείνη πια είναι αυτό το κοριτσάκι που λέει ότι κρύβει μέσα της, η κόρη που δεν έχει κάνει. Κατόπιν μπαίνουν οι πρωταγωνιστές της, λέει στη Σαβίνα Γιαννάτου με παράπονο «Γιατί δεν σε βλέπω; Θέλω να σε βλέπω όταν τραγουδάς». Κάνει νάζια στον Γιάννη Παλαμίδα που την προσέχει και της φτιάχνει το μικρόφωνο.
Το έργο ξεκινά, ψέλνουμε όλοι μαζί τους ύμνους της και όλοι χορεύουμε μαζί και μόνοι σ’ έναν έγχρωμο χορό που όλο αλλάζει και ποτέ δεν θέλουμε να τελειώσει. Μήτε κείνη όμως θέλει, αυτό φαίνεται κάθε φορά που την βοηθάνε να σηκωθεί από το πιάνο και να αποχωρήσει από τη σκηνή αφού πρώτα έχει παίξει δύο τρία κομμάτια παραπάνω προς τέρψιν μας. Φαίνεται στο πρόσωπο της ότι θα ‘θελε να μας παίζει τα τραγούδια της όλη νύχτα αν μπορούσε, ότι της δίνει ζωή η αγάπη του νέου της κοινού που πια έχει κατανοήσει τη μουσική της και δεν αντιμετωπίζει τον ήχο της ως ιδιόρρυθμο και δύσκολο.
Φεύγω από κάθε της εμφάνιση πιο αλαφρύς πιο ελεύθερος σα να με επαναπρογραμμάτισε σα να μου έδωσε δύναμη. Την ίδια δύναμη που θέλω ο Θεός να της δίνει για να συνεχίσει να δημιουργεί, γιατί η Λένα Πλάτωνος και στον Θεό πιστεύει και στα θαύματα ίσως γιατί ένα θαύμα είναι κι αυτή.
«Σ’ αγάπησα. Σ’ αγάπησα πολύ. Ήσουν η αντανάκλαση, σημείο φωτεινό στον άναστρο καθρέφτη του ουρανού μου. Γέρασες γέρασα You are my last hope σου ψιθύρισα και ο καθρέφτης ουρανός έσπασε στις ρυτίδες μας» λέει στο τραγούδι της «Σ΄αγάπησα». Γερνάς Λένα μου γερνάμε και μεις μα γυναίκες σα κι εσέ παραμένουνε οι ελπίδες μας. Ήσουνα άτυχη στον έρωτα λες μα γω λέγω είμαστε τυχεροί όλοι εμείς που ερωτευτήκαμε τη μουσική σου.
Ακούστε Λένα Πλάτωνος και αφεθείτε στον μουσικό της σύμπαν και στην ποίησή της, πιστέψτε με λειτουργεί ιαματικά κι ας μην το κατανοούμε συνειδητά. Είμαι βέβαιος στο μέλλον θα το συστήνουν και οι γιατροί όπως στο παρόν όλοι οι παιδαγωγοί συστήνουν στους γονείς ν’ ακούνε τα παιδιά τους τη Λιλιπούπολη.
Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!
ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ
Κάθε βδομάδα μπορείτε να λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc mag με τις προτάσεις μας