«Η Θάλασσα της ηρεμίας» της Emily St. John Mandel: Ο πειρασμός μιας επιτυχημένης συνταγής

Η Μάντελ πρέπει να υπερβεί τη βολική προσκόλληση σε μια δοκιμασμένη φόρμουλα και την ευκολία των εύπεπτων κεφαλαίων της μίας σελίδας και να δοκιμάσει να ωριμάσει ως δημιουργός και στιλίστας

Το προφίλ της Έμιλι Σεντ Τζον Μάντελ είναι πιο προβεβλημένο από ποτέ. Ο κύριος λόγος για αυτό είναι η εκπληκτική μεταφορά του μυθιστορήματός της «Σταθμός Έντεκα» σε τηλεοπτική σειρά, ίσως την καλύτερη του 2022 (και την οποία συστήνω ανεπιφύλακτα σε όσους δεν έχει τύχει να δουν). Το προηγούμενο μυθιστόρημά της «Γυάλινο Ξενοδοχείο» παγίωσε μεν το αναμφισβήτητο αφηγηματικό της ταλέντο και την ευρηματική της φαντασία, αλλά αποδείχθηκε πολύ πιο άνισο και ελαττωματικό από τον «Σταθμό Έντεκα», το οποίο παραμένει το πιο μεστό της έργο, με τις ουσιαστικότερες προεκτάσεις και σαφώς το πιο επιτυχημένο από πλευράς δραματικής έντασης.

Το νέο της μυθιστόρημα ονομάζεται «Η Θάλασσα της ηρεμίας» και ακολουθεί την γνωστή συνταγή της Μάντελ: σύντομα κεφάλαια που εναλλάσσονται σαν ντόμινο και εστιάζουν σε διαφορετικούς χαρακτήρες, αναφορές στο μυθοπλαστικό σύμπαν των προηγούμενων μυθιστορημάτων της, ταξίδι μπρος πίσω στον χρόνο (στην προκειμένη περίπτωση και κυριολεκτικά). Βεβαίως, στην προκειμένη περίπτωση η Μάντελ μπαίνει πιο βαθιά στο πεδίο της καθαρής επιστημονικής φαντασίας, κάτι με το οποίο φλέρταρε πιο διστακτικά στα προηγούμενα έργα της. Στο καινούριο της μυθιστόρημα, η πλοκή μας μεταφέρει από τη νήσο Βανκούβερ το 1912 μέχρι τις αποικίες στη Σελήνη τον εικοστό πέμπτο αιώνα, με αρκετούς ενδιάμεσους σταθμούς.

Στην κριτική μου για το προηγούμενο μυθιστόρημα της Μάντελ, είχα αναφερθεί στον βαθμό που δείχνει να είναι επηρεασμένη από τον Ντέιβιντ Μίτσελ. Αυτό είναι ακόμη πιο εμφανές στο εν λόγω μυθιστόρημα, στο οποίο η Μάντελ δείχνει να ακολουθεί πιστά την δομική φόρμουλα του ευρηματικού Βρετανού συγγραφέα. Διαφορές βεβαίως υπάρχουν, τόσο στο όραμα όσο και στην ικανότητα. Για παράδειγμα η Μάντελ δεν μπορεί να ακολουθήσει τον Μίτσελ στο χτίσιμο χαρακτήρων και στην απόδοση της διαφορετικής χροιάς του κάθε χαρακτήρα, κάτι που είναι νευραλγικής σημασίας για την δομή των μυθιστορημάτων του Μίτσελ. Οι χαρακτήρες της Μάντελ μοιάζουν πιο επίπεδοι, λιγότερο αληθινοί, περισσότερο με σκαριφήματα. Αντίστοιχα όμως, το σύμπαν της Μάντελ χαρακτηρίζεται από μια σπαρακτική μελαγχολία και μια πειστικά ανθρώπινη οπτική.

Είναι λοιπόν προφανές, ότι η Μάντελ ισχυροποιεί την θέση της ως ένας από τους εξέχοντες παραμυθάδες της σύγχρονης λογοτεχνίας. Με τον όρο αυτό εννοώ έναν συγγραφέα με αναντίρρητο ταλέντο στην αφήγηση και ιδιαίτερα στην φαντασία. Η Μάντελ μπορεί να συνδυάσει πλοκές που υφαίνουν ένα αρμονικό αφηγηματικό πέπλο, το οποίο είναι γόνιμο από πλευράς προεκτάσεων και δυνατοτήτων. Όταν αυτό συνδυάζεται με την απλότητα της γραφής και την συντομία των κεφαλαίων, το αποτέλεσμα είναι μια αφήγηση που διαβάζεται πολύ εύκολα και γρήγορα. Η Μάντελ μπορεί να δημιουργεί κόσμους στους οποίους ο αναγνώστης να θέλει να χαθεί.

Το πρόβλημα όμως είναι η εξ’ ίσου εμφανής ροπή που επιδεικνύει προς την φόρμουλα. Ακολουθεί την ίδια ακριβώς δομή, το ίδιο μονοπάτι, την βολική πεπατημένη. Και να πει κανείς ότι η φόρμουλα αυτή είναι δικής της έμπνευσης να το δεχτώ, αλλά δεν είναι. Είναι κάτι δοκιμασμένο και τελειοποιημένο από τον Μίτσελ. Θα μου πει κανείς, γιατί να αλλάξει την συνταγή της επιτυχίας; Διότι η διατήρηση μιας συγκεκριμένης φόρμουλας για την εξασφάλιση της εμπορικής επιτυχίας είναι μια προσέγγιση ενός μπεστσελερίστα και όχι ενός συγγραφέα με φιλοδοξίες εξέλιξης και ωρίμανσης. Αυτή η στασιμότητα επιδεικνύει έναν συντηρητισμό και μία φοβία, και ίσως υποκρύπτει ότι η Μάντελ, παρά το ταλέντο και τη φαντασία της, δεν ξέρει να γράφει αλλιώς, δεν είναι ικανή για περισσότερα. Μέχρι και η έκταση του μυθιστορήματος, για παράδειγμα, είναι πολύ μικρή για να χωρέσει τόσες χρονικές περιόδους και χαρακτήρες, δεν αρκεί για να αναπτυχθούν ικανοποιητικά οι σπόροι της πλοκής. Είναι στιγμές που μοιάζει περισσότερο με πρόχειρο σχεδιάγραμμα του μυθιστορήματος παρά με το ίδιο το μυθιστόρημα.

Εδώ λοιπόν προκύπτει ένα συγκεκριμένο ζήτημα σχετικά με την Μάντελ ως συγγραφέα. Είναι αναμφίβολο ότι έχει ιδέες και γόνιμη φαντασία. Το ερώτημα είναι αν μπορεί η γραφή της να υποστηρίξει τις ιδέες της. Η απάντηση αν κρίνει κανείς από την «Θάλασσα της Ηρεμίας» είναι μάλλον όχι. Κι αυτό μοιάζει με χαμένη ευκαιρία, διότι η Μάντελ είναι συγγραφέας που μπορεί και δημιουργεί κόσμους, κάτι που αποτελεί ένα πολύ σημαντικό επίτευγμα από μόνο του. Προκειμένου όμως αυτοί οι κόσμοι να αναπτυχθούν και να είναι πιστευτοί, πρέπει να γεμίσουν από τρισδιάστατους χαρακτήρες και ανθρώπινες λεπτομέρειες. Η Μάντελ πρέπει να υπερβεί την βολική προσκόλληση σε μια δοκιμασμένη φόρμουλα και την ευκολία των εύπεπτων κεφαλαίων της μίας σελίδας και να δοκιμάσει να ωριμάσει ως δημιουργός και στιλίστας. Και τότε δεν αποκλείεται να μας δώσει κάτι σπουδαίο.  

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.