«Ένας νεαρός άνδρας που προσπαθεί να εντυπωσιάσει πέραν των ικανοτήτων του».
Ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση του να υπάρχει κανείς στη ζωή είναι να το πράττει σε ισορροπία με τον εαυτό του. Να κερδίζει στιγμή τη στιγμή, μέρα τη μέρα, αυτή τη μάχη του ίδιου με τον εαυτό και να καταφέρνει να σταθεί μπροστά στον καθρέφτη αποδεχόμενος το είδωλο. Το έργο «Αμαντέους» του Πήτερ Σάφερ λέει την ιστορία ενός από τους σημαντικότερους μουσικούς που έζησαν ποτέ, του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ, κινούμενο σε περιοχές ευαίσθητες για την ανθρώπινη ύπαρξη. Μέσα από τη συνάντηση του Αμαντέους με τον αρχιμουσικό της αυλής του Αυτοκράτορα, τον Σαλιέρι, και τη συγκρουσιακή σχέση που ανέπτυξαν, το έργο ανοίγει τη συζήτηση του πώς μπορούμε να έρθουμε σε αρμονία με το ποιοι είμαστε, με την ταυτότητά μας, το όποιο ταλέντο ή την όποια ικανότητά μας, να βρούμε τη θέση μας στη ζωή και να αποδεχτούμε τη μετριότητά μας.
Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος σκηνοθετεί το δικό του «Αμαντέους» προσηλωμένος σε αυτό που ο ίδιος ορίζει ως κεντρική περιοχή του έργου. Την απελπισία του ανθρώπου που δεν είναι αυτό που θα επιθυμούσε. Μιλά για την αξία του να κάνεις θέατρο μέσα στη μαυρίλα, εξηγεί τη συνάντησή του με το έργο του Σάφερ και σκιαγραφεί τη δική του διαδρομή στο έργο μέχρι και το ανέβασμα στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
η ελπίδα μέσα στο μαύρο | η συνάντηση με τον Αμαντέους
«Έχει κάτι το συγκινητικό να δουλεύεις στο θέατρο αυτή τη στιγμή. Έχει κάτι μαγικό που παρά το γεγονός ότι όλα γύρω μας είναι εμποδιστικά, εμείς επιμένουμε να κάνουμε θέατρο και να ανεβάζουμε παραστάσεις. Αφορά όλους τους δημιουργούς, όλους τους ηθοποιούς, όλους τους σκηνοθέτες. Δεν υπάρχει κανονική πρόβα. Όλα γίνονται σε αργούς ρυθμούς, πολύ συχνά δεν έχεις τους ηθοποιούς, προκύπτουν καραντίνες, πρόβες σταματάνε και ξανά-ξεκινάνε. Δεν έχει νόημα όμως να γκρινιάζουμε, όλοι ταλαιπωρούνται αυτή τη στιγμή. Νιώθω πολύ τυχερός που σε μια τόσο δύσκολη στιγμή και συνθήκη συνεχίζω να κάνω τη δουλειά μου με τους όρους που επιθυμώ και συναντώντας ανθρώπους που εκτιμώ και θαυμάζω. Το ότι κάποιοι εξακολουθούν να επενδύουν -ειδικά στο θέαμα- έχει κάτι το ελπιδοφόρο. Αυτή η ομπρέλα είναι πάνω από όσα συμβαίνουν αυτή τη στιγμή για μένα. Κάθε πρόβλημα που συναντάω, το αντιμετωπίζω με την αισιοδοξία που μου παρέχει αυτή η ομπρέλα. Ο θεατής ρισκάρει να πάει στο θέατρο και για αυτό η συνθήκη έχει κάτι το συγκινητικό. Η συνάντηση με τους θεατές. Παρόλη την οικονομική αβεβαιότητα, τη μαυρίλα γύρω, τον φόβο για την υγεία, την ανασφάλεια, μεγάλο κομμάτι του κόσμου συνεχίζει να στηρίζει το θέατρο. Δεν το θεωρώ καθόλου αυτονόητο. Μεταφέρω ένα μεγάλο ευχαριστώ στους ανθρώπους που έρχονται.
Η σχέση μου με το Αμαντέους του Πήτερ Σάφερ ήταν μακρινή. Είχα δει την ταινία ως έφηβος και θυμόμουν το έργο. Δεν είχα καμία ιδιαίτερη σχέση μαζί του. Με συνάντησε, όπως με έχουν συναντήσει όλα τα πράγματα που έχω φτιάξει μέχρι σήμερα ή που έχω παίξει ως ηθοποιός. Δεν ξεκίνησα να το κάνω επειδή ήταν το αγαπημένο μου έργο. Τα έργα τα αγαπώ και τα ανακαλύπτω κάνοντάς τα. Δεν τα κάνω επειδή τα αγαπώ, είναι διαφορετική η διαδρομή.
Μια κεντρική περιοχή του έχει να κάνει με την απελπισία των ανθρώπων που δεν είναι αυτό που θα επιθυμούσαν να είναι ή που επιθυμούν να είναι κάτι μακριά από αυτό που είναι πραγματικά -η δυσκολία του να υπάρχει κάποιος- αποτέλεσε την κινητήρια επιθυμία μου να συναντηθώ με το έργο και το είδα στην ολότητά του. Μένω προσηλωμένος σε αυτή την αρχική μου αίσθηση. Τα υπόλοιπα αποκτούν περιφερειακή σχέση με το ανέβασμα. Δεν με αφορούν τόσο πολύ».
αυταγάπη & αποδοχή VS ταραχή & απόρριψη | τι παραπάνω να γίνεις από τον Μότσαρτ για να είσαι ευτυχισμένος;
Είναι σχεδόν δεδομένο ότι οι περισσότεροι αναζητάμε την αγάπη στους άλλους -η ανάγκη μας για επιβεβαίωση, για αποδοχή, για κατανόηση είναι δυσθεώρητη. Το έργο φέρνει μπροστά στον θεατή την αδυναμία του ανθρώπου να κοιτάξει στον καθρέφτη και να αποδεχτεί αυτό που βλέπει μέσα στο γυαλί. Άλλωστε, μόνο εύκολο δεν είναι. Ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος νιώθει πως δεν υπάρχει κάτι να γίνει ο ίδιος για να είναι αρκετός:
«Αυτό που υπάρχει στο έργο το βιώνω καθημερινά. Όταν κοιτάζω τον εαυτό μου στον καθρέφτη. Πάντα ελπίζω ότι είναι ομορφότερος από αυτό που βλέπω. Έλλειψη αυταγάπης. Δεν υπάρχει κάτι που μπορείς να είσαι και να είναι αρκετό. Τίποτα δεν είναι αρκετό και όλα είναι αρκετά. Αν νιώθεις ότι κάτι δεν είναι αρκετό, δεν θα είναι ποτέ αρκετό. Αν καταφέρεις να αγαπήσεις αυτό που υπάρχει, τότε θα είναι. Όλα έχουν να κάνουν με το πώς κοιτάζουμε τη ζωή. Αυτό είναι που με απασχολεί και σε σχέση με το έργο. Τι να γίνω που θα είναι αρκετό; Τίποτα δεν μπορώ να γίνω που να είναι αρκετό και ήδη είμαι αρκετός. Εξαρτάται από το βλέμμα μου, τι ψάχνω και πώς κοιτάζω τα πράγματα.
Όλα μου φαίνονται μέτρια. Όλος μου φαίνομαι μέτριος. Η βασική μου απόπειρα είναι να μην ασχολούμαι με το τι είμαι αλλά να ευχαριστιέμαι με αυτό. Δεν είναι καθόλου εύκολο, είναι το πλέον δύσκολο. Αλλά είναι και το μόνο που έχει αξία. Μπορεί να είσαι ο Μότσαρτ και να είσαι δυστυχισμένος, ο Μότσαρτ ήταν δυστυχισμένος. Άρα; Τι παραπάνω να γίνεις από τον Μότσαρτ για να είσαι ευτυχισμένος; Δεν έχει καμία σχέση η προσωπική ολοκλήρωση, η ευτυχία, ο σκοπός, η ισορροπία, η γαλήνη, η αρμονία μέσα στη ζωή, με το ποιος θα γίνεις. Δεν έχει καμία σχέση. Μπορεί να είσαι ο Μότσαρτ και να πεθάνεις ένας βαθιά δυστυχισμένος άνθρωπος.
Το τι βλέπω στον καθρέφτη και αν μου αρέσει αυτό που βλέπω ή όχι, δεν εξαρτάται σίγουρα από το τι είμαι ή τι θα γίνω. Εξαρτάται από το αν με δέχομαι και αν με αγαπώ. Τότε θα είναι όλα αρκετά. Η απόλυτη μετριότητα θα είναι απόλυτο μεγαλείο. Σε έναν κόσμο που δεν συζητάμε για την αξία πάνω σε ένα αντικείμενο. Το έργο δεν έχει να κάνει με τη δυνατότητα να γράφεις καλύτερη ή χειρότερη μουσική. Εκεί φυσικά υπάρχει μετριότητα ή μεγαλείο. Συζητάω για το πώς μπορείς να υπάρχεις μέσα στη ζωή. Το έργο για μένα δεν μιλάει για την ικανότητα του να φτιάχνω κάτι αλλά για την ικανότητα του να ζω. Όταν μιλάμε, λοιπόν, για την ικανότητα του να ζω, να υπάρχω, τότε δεν υπάρχει κανένας που κάνει καλύτερα κάτι από κάποιον άλλον, δεν υπάρχει κανείς που κάνει μετριότερα κάτι από κάποιον άλλον. Είμαστε όλοι ικανοί για το θαύμα. Αρκεί να μπορούμε να μας αγαπήσουμε».
κοινός άνθρωπος & θέωση | η τέχνη ως μυστήριο
Ορισμένοι βλέπουν τους δύο ήρωες, Σαλιέρι και Μότσαρτ, ως τα σύμβολα του κοινού ανθρώπου και του Θεού, της μετριότητας και του θαύματος. Για τον Οδυσσέα το ταλέντο δεν έχει καμία σχέση με οποιουδήποτε είδους θέωση.
«Για μένα και οι δύο ήρωες είναι δύο απλούστατα κοινοί άνθρωποι, τίποτα παραπάνω. Δεν με ενδιαφέρει παραστασιακά το ταλέντο του Μότσαρτ στο να γράφει μουσική. Δεν είναι αυτό που με συγκινεί στο έργο. Φυσικά με συγκινεί η μουσική του αλλά το να λέμε ότι κάποιος που κάνει κάτι πολύ καλά γίνεται Θεός σε σχέση με κάποιον που δεν το κάνει μου φαίνεται μικρό. Κανείς δεν γίνεται Θεός επειδή κάνει κάτι καλά. Κανείς δεν μπορεί να είναι τόσο περήφανος για αυτό που κάνει. Εννοώ πως το ταλέντο δεν είναι κάτι που κάποιος το επιλέγει. Δεν επέλεξε να γεννά αυτές τις μελωδίες και για αυτό δεν μπορεί να είναι περήφανος για αυτό. Συμβαίνει ερήμην του. Μια ιδιοφυία δεν επιλέγει να είναι ιδιοφυία. Στα μάτια μου δεν είναι σπουδαιότερος σαν άνθρωπος από έναν άλλον άνθρωπο.
Για μένα, όταν κάποιος μιλάει για τη θέωση, μιλά για τη γαλήνη, για τη δυνατότητα κάποιου να είναι ήρεμος σε σχέση με τον εαυτό του, να μπορεί να απολαμβάνει τη ζωή και τις στιγμές -αυτό σχετίζεται με τον Θεό. Το ταλέντο δεν θεωρώ πως έχει σχέση με τον Θεό, το θεωρώ μικρό. Σιγά μην είναι η ικανότητα ή το ταλέντο που έχει προικίσει κάποιον η φύση, κάτι το θεϊκό. Τι είναι Θεός; Αν υπάρχει Θεός, είναι σίγουρα η σχέση μας με το σύμπαν, κάτι που σχετίζεται με την ανθρώπινη δυσκολία του να ζεις και να αντέχεις την κάθε μέρα. Δεν μπορεί να είναι θεϊκό κάτι που σε φέρνει σε ταραχή. Δεν μπορούμε να λέμε πως ο Μότσαρτ είναι Θεός ενώ ο Μότσαρτ ζει δυστυχισμένος και σε έναν εφιάλτη. Ο Μότσαρτ πεθαίνει στα 35 του, χωρίς να ξέρουμε καν από τι -πιθανότατα από φθορά της υγείας του λόγω του ποτού. Είναι αντιφατικό να λέμε πως έφτασε στη θέωση.
Στην τέχνη υπάρχει η έννοια του μυστηρίου αλλά το μυστήριο είναι ανθρώπινο πράγμα. Υπάρχει η έννοια της ενέργειας, της τελετής. Όλα αυτά σχετίζονται με το θέατρο. Όμως όλα αυτά είναι απόλυτα ανθρώπινα πράγματα».
ο δρόμος προς τον Εαυτό
Του ζητώ να μου πει αν η δική του πορεία προς τον Εαυτό του είναι κοπιαστική και τον ρωτώ πώς μπορούμε να συνδεθούμε με αυτό που είμαστε. Για εκείνον, είναι και το πιο σημαντικό πράγμα που έχουμε να κάνουμε:
«Δεν ξέρω τι μπορούμε να κάνουμε για να συνδεθούμε καλύτερα με εμάς. Κάνω χρόνια ψυχοθεραπεία για να το βρω. Δεν είναι εύκολο, όχι. Αλλά δεν έχουμε και κάτι πιο σημαντικό να κάνουμε από αυτό. Από το να καταλάβουμε ποιοι είμαστε. Για να είσαι ελεύθερος πρέπει να ξέρεις ποιος είσαι. Και για να ξέρεις ποιος είσαι, πρέπει να κάνεις μεγάλη διαδρομή.
Καθετί που φτιάχνω είναι πολύ προσωπικό, για να πω την αλήθεια. Δεν ξέρω αν είναι καλό ή κακό. Άσχημο ή όμορφο. Είναι σίγουρα προσωπικό. Δεν ξέρω τι είναι σημαντικό ή τι είναι ουσιαστικό. Δεν ξέρω τίποτα. Ξέρω μόνο ότι αυτό που με ενδιαφέρει είναι να εκθέτω τον εαυτό μου για να τον κατανοήσω και να τον συγχωρήσω και από κει και πέρα όλα τα άλλα μου φαίνονται αδιάφορα. Δεν με ενδιαφέρει καν να φτιάξω κάτι ωραίο. Με ενδιαφέρει να φτιάξω κάτι που θα με αφορά. Κάθε παράστασή μου έχει ένα κομμάτι μου. Όλα τα έργα έχουν χώρο για εμάς και για αυτό είναι σημαντικά. Μου είναι πολύ άβολο πολλές φορές. Δυσκολεύομαι να δω τις παραστάσεις μου. Δεν μου αρέσει να είμαι στην πρεμιέρα. Αυτό είναι όμως η ζωή. Πρέπει να την αντιμετωπίζουμε.
Ο Μότσαρτ δεν επέλεξε τίποτα. Ο Αμαντέους υπάρχει χωρίς να επιλέγει. Και μην αγαπώντας τον εαυτό του προσπαθούσε να αγαπηθεί με κάθε τρόπο. Προσπαθούμε να αγαπηθούμε με κάθε τρόπο. Είναι σοκαριστικό να σου αναγνωρίζουν τα πάντα κι εσύ να μη σου αναγνωρίζεις τίποτα».