«Chio Medievale» Φώτης Παλαιολόγος
Ένα συνεχόμενο πέτρινο τείχος. Στην περιφέρειά του τρεις – τέσσερις σιδερένιες πόρτες επιτρέπουν στον επισκέπτη να μπει μέσα. Τίποτα δεν έχει αλλάξει. Στους λιθόστρωτους δρόμους ακούς τα βήματα από τους Γενουάτες και Βυζαντινούς εμπόρους μαστίχας, ακούς τα βήματα των κατοίκων που πηγαίνουν στις καθημερινές τους ασχολίες, ακούς τα βήματά σου. Οι λίγοι ξένοι γυρνάνε στα στενά δρομάκια. Εντυπωσιάζονται από την αρχιτεκτονική των σπιτιών, από την ευφυή δομή τους στο χώρο. Η πέτρα δεσπόζει παντού. Το εσωτερικό αμυντικό τείχος σχηματίζει ένα δαιδαλώδες οχυρό. Αλίμονο στον εισβολέα που θα χαθεί εδώ μέσα.
Προχωράμε κάτω από τις αψίδες και τους θόλους, μπαίνουμε σε αδιέξοδα παίζοντας κρυφτό με το φως του ήλιου και καταλήγουμε στη πλατεία. Το γραφείο του πολιτιστικού συλλόγου είναι δίπλα με τις αποθήκες της Μαόνα και το διοικητήριο του Σακίζ Εμίν. Στη ταβέρνα διαπραγματεύονται τις τιμές της μαστίχας σε υπέρπυρα, τσεκίνια και ευρώ. Σουρουπώνει. Οι φρουροί άναψαν τα φανάρια και οι βιγλάτορες πήγαν στις θέσεις τους. Πρέπει να βρούμε κάπου να φάμε και να κοιμηθούμε. Ευτυχώς υπάρχει και καπηλειό και πανδοχείο. Νύχτωσε. Πλοία φάνηκαν στον ορίζοντα. Πάρτε τα όπλα και κλείστε καλά τις πόρτες. Κρύψτε το μαστίχι και τα κορίτσια σας!