“Dissipatio H.G. (Humani Generis)”: Το τελευταίο και κορυφαίο έργο του Γκουίντο Μορσέλι

Εξαέρωσης εγκώμιον: Ένα δυστοπικό, φιλοσοφικό, σχεδόν δοκιμιακό μυθιστόρημα (ή μάλλον νουβέλα, λόγω της σχετικά σύντομης έκτασής του)

Ας ξεκινήσουμε από μια ενδεικτική όσο και συγκινητική συγκυρία: το 1973 ο Ιταλός συγγραφέας Γκουίντο Μορσέλι ολοκλήρωσε τη νουβέλα με τίτλο Dissipatio H.G. Σε αυτήν ο αφηγητής είναι ένας αποξενωμένος διανοούμενος που ζει σαν ερημίτης και ο οποίος αποφασίζει να αυτοκτονήσει. Τελευταία στιγμή διστάζει και συνειδητοποιεί ότι στο ενδιάμεσο ολόκληρη η ανθρωπότητα έχει εξαφανιστεί χωρίς ίχνη, έχει «εξαερωθεί» (το dissipatio του τίτλου). Μερικούς μήνες αργότερα, ο ίδιος ο Μορσέλι αυτοκτονεί, εντελώς αποξενωμένος όπως και ο αφηγητής του τελευταίου του λογοτεχνικού έργου. Η τέχνη μιμείται τη ζωή ή η νουβέλα αποτελεί ένα είδος άτυπου και λεπτομερούς σημειώματος προς την ανθρωπότητα;

Ο Μορσέλι εξέδωσε μόλις δύο σύντομες μελέτες στη διάρκεια της ζωής του. Όλα του τα λογοτεχνικά έργα απορρίφθηκαν ξανά και ξανά από διάφορους εκδότες, κάτι που αναμφίβολα συνετέλεσε στην περαιτέρω αποξένωσή του τόσο από την κοινωνία όσο και από τα κέντρα επιρροής της ιταλικής διανόησης. Τελικά τα έργα του ανακαλύφθηκαν και κυκλοφόρησαν μετά θάνατον, έτσι ώστε σταδιακά ο Μορσέλι αποτέλεσε ένα ιδιότυπο και ακατηγοριοποίητο μεν, αλλά αξιόλογο κεφάλαιο στην μεταπολεμική ιταλική λογοτεχνία και απέκτησε – έστω και με καθυστέρηση – το στάτους ενός ελάσσονος σύγχρονου κλασικού πεζογράφου.

Το κορυφαίο του έργο λοιπόν ήταν και το τελευταίο: το Dissipatio H.G. (humani generis, δηλαδή εξαέρωση του ανθρώπινου είδους) είναι ένα δυστοπικό, φιλοσοφικό, σχεδόν δοκιμιακό μυθιστόρημα (ή μάλλον νουβέλα, λόγω της σχετικά σύντομης έκτασής του). Η υπόθεση εργασίας είναι απλή: τι θα γινόταν αν ξαφνικά κάποιος συνειδητοποιήσει ότι είναι ο τελευταίος άνθρωπος στον κόσμο; Όχι λόγω κάποιου κατανοητού λόγου, αλλά σαν κάτι σχεδόν υπερφυσικό, ίσως ακόμα και θεολογικό. Τι σημαίνει αυτό; Είναι ο εκλεκτός αυτός που επέζησε ή μήπως ο καταραμένος αφού οι άλλοι αναλήφθηκαν στους ουρανούς και εκείνος έμεινε κάτω στη γη, να περιπλανιέται μόνος κι έρημος σε πόλεις χωρίς ανθρώπους;

Πέραν αυτού δεν υπάρχει πλοκή. Ο αφηγητής περιπλανιέται στη φύση και στην πόλη (η πόλη αποκαλείται Χρυσούπολη αλλά ο Μορσέλι εννοεί τη Ζυρίχη) και συλλογίζεται τα πάντα: περνάει από την πριονοκορδέλα κάθε θεσμό της δυτικής κοινωνίας, τους διανοούμενους, τη θρησκεία, τον καπιταλισμό, τους μαρξιστές, εκφράζοντας όχι μονάχα μια βαθιά αίσθηση υπαρξιακής μοναξιάς αλλά και μια ιδιότυπη μισανθρωπία. Με σαρκασμό (αλλά και αυτοσαρκασμό) ο αφηγητής υποσκάπτει ένα ένα τα θεμέλια που θεωρούμε ως δεδομένα, αλλά υποτάσσεται και σε μια παλιομοδίτικη διανοουμενίστικη ανάγκη να επιδεικνύει την παιδεία του: αναρίθμητες διακειμενικές αναφορές, διαρκής χρήση λατινικών κλπ. Πάμε τώρα στην ουσία.

Προκύπτουν κατά τη γνώμη μου δύο ενδιαφέροντα ζητήματα. Το πρώτο αφορά την οντολογική διάσταση του έργου. Αν τα πάντα περνάνε μέσα από την υποκειμενικότητα της δικής μας συνείδησης, αν ο κόσμος τελειώνει όταν εμείς τελειώσουμε, τότε ο κόσμος υπάρχει μονάχα υπό το δικό μας πρίσμα. Εδώ βεβαίως έχουμε το αντίστροφο: ο κόσμος δείχνει να έχει τελειώσει αλλά ο αφηγητής παραμένει ζωντανός, ίσως ο μοναδικός ζωντανός. Δεν είναι τυχαίο που ο αφηγητής παραπέμπει συχνά στον Καρτέσιο. Το «αμφιβάλλω, άρα σκέπτομαι, άρα υπάρχω» υποδηλώνει την αντίληψη της ύπαρξης μέσα από το φίλτρο της ανθρώπινης συνείδησης.

Αντίθετα, οι εμπειριστές και σκεπτικοί ξεκινούσαν από την αντίθετη υπόθεση: όλα προέρχονται από τις εμπειρίες και τις αισθήσεις που ερμηνεύουν τα εξωτερικά ερεθίσματα. Ο ιδεαλισμός απέναντι στον ρεαλισμό. Τι συμβαίνει εδώ λοιπόν; Ο Μορσέλι σχολιάζει την ίδια την ανυπαρξία του κόσμου πέρα από την υποκειμενική μας συνείδηση, εκθέτοντας έτσι τον σολιψισμό της ανθρώπινης φύσης. Αμφισβητεί την ίδια την ύπαρξη ως απροσδιόριστη και την επίτευξη γνώσης ως αδύνατη; Υπό αυτή την έννοια το μυθιστόρημα δεν είναι απλώς φιλοσοφικό αλλά και οντολογικό, αφού εγείρει ερωτήματα σχετικά με το αν έχουμε την ικανότητα να κατανοήσουμε την ίδια την πραγματικότητα με όρους αντικειμενικούς. Καταλάβατε; Πώς να καταλάβετε αφού ούτε κι εγώ είμαι σίγουρος τι γράφω, αλλά ας πάμε παρακάτω.

Το δεύτερο είναι ότι αμφισβητεί άμεσα την ανθρωποκεντρική αντίληψη του κόσμου. Το ότι οι άνθρωποι έχουν εξαφανιστεί δεν σημαίνει ότι ο κόσμος έχει τελειώσει. Αντιθέτως, η φύση κάνει ιδιαίτερα αισθητή την παρουσία της πολύ γρήγορα, δείχνει να οργιάζει και να ακμάζει. Ο ανθρώπινος πολιτισμός την περιόριζε ασφυκτικά και τώρα βρίσκει τη δυνατότητα να εξαπλωθεί και πάλι. Άρα έχουμε να κάνουμε με ένα έργο που βρίσκεται ριζικά απέναντι από κάθε έννοια ουμανισμού.

Τώρα που το σκέφτομαι θα προσέθετα και μια τρίτη παράμετρο: το ότι η αφήγηση είναι πρωτοπρόσωπη και αφορά ένα σύμπαν χωρίς ανθρωπότητα δεν σημαίνει ότι δεν έχει μια διαλεκτική διάσταση. Όσο παράδοξο κι αν φαίνεται, ο μονόλογος συχνά προϋποθέτει έναν ακροατή ή αναγνώστη, έστω κι αν είναι ο ίδιος ο εαυτός που τον εκφέρει. Το άτομο διασπάται σε ομιλητή και ακροατή, αυτό είναι ένα επακόλουθο της αφόρητης μοναξιάς, έστω κι αν αυτή αποτελεί επιλογή. Αυτό εκφράζει βεβαίως και τον κακομοίρη τον Μορσέλι ως συγγραφέα, ο οποίος ποτέ δεν κατάφερε να βρει αναγνώστες για τον απλό λόγο ότι ποτέ δεν εκδόθηκαν τα μυθοπλαστικά του έργα. Διακρίνει συνεπώς κανείς αυτό τον διάλογο με τον εαυτό του, τις πιθανές ενστάσεις που ο ίδιος θέτει, τα αντεπιχειρήματα στα δικά του επιχειρήματα.

 Η νουβέλα του Μορσέλι είναι ένα ενδιαφέρον έργο με ουσιαστικές φιλοσοφικές και ψυχαναλυτικές προεκτάσεις. Ίσως λόγω της πανδημίας μάλιστα, οι περιπλανήσεις σε άδειες από ανθρώπινο πληθυσμό πόλεις να φέρνουν στο μυαλό γνώριμες εικόνες και να εξηγούν ένα ανανεωμένο ενδιαφέρον για ένα τέτοιο κείμενο.  

Είναι σημαντικό πάντως να εκδίδονται τέτοιου είδους βιβλία τα οποία έχουν περάσει εν πολλοίς απαρατήρητα παρά την ποιότητα που φέρουν. Και όταν εκδίδονται, είναι χρήσιμο, όπως στην προκειμένη περίπτωση, να συνοδεύονται από ένα κριτικό κείμενο που να θέτει ένα βασικό πλαίσιο για τον συγγραφέα και το έργο του. Το αποτέλεσμα είναι αξιόλογο από κάθε άποψη.

“Dissipatio H.G. (Humani Generis)” του Γκουίντο Μορσέλι -κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Loggia

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.