«Μπάμπιτ» του Σίνκλαιρ Λιούις: Η παραδοσιακή κοινωνική σάτιρα και το στοίχημα του διαχρονικού

Το εκρηκτικό φαινόμενο του «Μπάμπιτ» όταν εκδόθηκε το 1922 και το ζήτημα του κατά πόσο ο Σίνκλαιρ Λιούις παραμένει επίκαιρος ή αν η γραφή του μοιάζει ξεπερασμένη

Ο αμφιλεγόμενος αλλά αναμφισβήτητα ιδιοφυής Αμερικανός κριτικός Χάρολντ Μπλουμ είχε εφεύρει τον όρο period piece (θα μπορούσαμε να το μεταφράσουμε ως “κείμενο εποχής”) για να αναφερθεί σε λογοτεχνικά έργα που είχαν αφήσει πολύ ισχυρό στίγμα στην εποχή τους αλλά δεν επέδειξαν ανάλογη αντοχή στις ακόλουθες γενιές αναγνωστών, χάνοντας αρκετά από το όραμά τους σε μεταγενέστερες αναγνώσεις.

Ο λόγος γι’ αυτό έχει κυρίως να κάνει με το ότι τα έργα εκείνα είχαν προσδεθεί υπερβολικά σε μία συγκεκριμένη χρονική στιγμή, σε μία συγκυρία της εν λόγω περιόδου. Το αποτέλεσμα αυτού είναι ότι μπορούσαν μεν να εκφράσουν το zeitgeist της στιγμής, αλλά έχαναν το παιχνίδι της διαχρονικότητας, έμοιαζαν να έχουν λιγότερη βαρύτητα για τους αναγνώστες που δεν θα είχαν τα συγκεκριμένα χρονικά σημεία αναφοράς.

Βεβαίως, εδώ θα μου πει κανείς ότι το απόλυτο τεστ του χρόνου κερδίζεται ή χάνεται ανάλογα με το αν ένα λογοτεχνικό έργο εξακολουθεί να εκδίδεται και να διαβάζεται δεκαετίες ή και αιώνες μετά τη συγγραφή του. Αν αυτό συμβαίνει, τότε τι νόημα έχει να χαρακτηριστεί ως period piece ή οτιδήποτε άλλο; Αυτή η ένσταση είναι ως ένα βαθμό ευλογοφανής και σωστή, αλλά νομίζω ότι αυτό που ο Μπλουμ εννοεί είναι ελαφρώς διαφορετικό. Ένα έργο, το οποίο καλώς ή κακώς έχει αφήσει εποχή, όταν εκδόθηκε για πρώτη φορά, αποτελεί δηλαδή ένα σημαντικό κεφάλαιο στη λογοτεχνική ιστορία της εκάστοτε χώρας, κατά πάσα πιθανότητα θα εξακολουθεί να εκδίδεται ακόμη κι αν δεν διαβάζεται ιδιαίτερα. Το ζήτημα είναι κατά πόσο αυτά που θα διαβάζουμε σε αυτό έχουν εφαρμογή και σημασία στη δική μας ζωή τώρα ή η αξία τους είναι καθαρά ιστορική για τον μελετητή και τον φοιτητή, δηλαδή αποτελούν απλώς πολύτιμες μαρτυρίες για μια συγκεκριμένη περίοδο.

Έκανα αυτή την εισαγωγή γιατί ο «Μπάμπιτ» του Σίνκλαιρ Λιούις είναι ένα έργο που πολύ συχνά έχει βρεθεί στο επίκεντρο μιας τέτοιας συζήτησης. Όντας ένα από τα τρία κλασικά έργα του Λιούις (μαζί με το «Μέιν Στριτ» και το «Άροουσμιθ»), το «Μπάμπιτ» αποτέλεσε ένα εκρηκτικό εκδοτικό φαινόμενο όταν εκδόθηκε το 1922, οδηγώντας σε πωλήσεις εκατοντάδων χιλιάδων αντιτύπων, με διάσημους φανατικούς θαυμαστές και μάλιστα κατάφερε να εντάξει τον ίδιο τον τίτλο στο λεξιλόγιο της καθομιλουμένης.

Δεν είναι παράτολμο να ισχυριστεί κανείς ότι ήταν ίσως ο κυριότερος από τους λόγους που οδήγησαν στη βράβευση του Λιούις με το Νόμπελ λογοτεχνίας το 1929 (ο πρώτος Αμερικάνος που απέσπασε το βραβείο). Εν ολίγοις, αμφισβήτηση όσον αφορά στην επίδραση του βιβλίου στο αμερικάνικο αναγνωστικό κοινό της δεκαετίας του είκοσι δεν μπορεί να υπάρξει. Ο Λιούις έχει σφραγίσει ανεξίτηλα την ιστορία του αμερικάνικου μυθιστορήματος του εικοστού αιώνα, και είναι πέρα για πέρα άδικο να υπονομεύσει κανείς αυτή του τη συνεισφορά. Όμως…

Όμως τα έργα του Λιούις δεν διαβάζονται και πολύ πια. Οι κοινωνικές του σάτιρες, άλλοτε τόσο αγαπητές και δημοφιλείς, εδώ και πολλά χρόνια θεωρούνται εντελώς ντεμοντέ. Τα μυθιστορήματα που συναποτελούν τον πυρήνα του έργου του βεβαίως θα εξακολουθούν να εκδίδονται. Όμως η φήμη του Λιούις φθίνει και οι νεότερες γενιές αναγνωστών τείνουν να τον ξεχάσουν. Πού οφείλεται αυτό; Και τι είναι τέλος πάντων ο περίφημος Μπάμπιτ;

Ο τίτλος προκύπτει από το όνομα του πρωταγωνιστή του μυθιστορήματος, ενός οικογενειάρχη κτηματομεσίτη σε μια μεσοδυτική πόλη των Η.Π.Α. ο οποίος αποτελεί ένα σύμβολο του μικροαστικού κομφορμισμού, του υλισμού και της φιλαργυρίας. Ο Λιούις ξεκάθαρα πίστευε ότι ο Μπάμπιτ βρίσκεται παντού, είναι ενδεικτικός ενός μοντέλου επιτυχίας, ευμάρειας, ασφάλειας και πολιτικού συντηρητισμού στο, οποίο αποβλέπει ο μέσος Αμερικάνος.

Πολλά στοιχεία είναι άκρως ενδιαφέροντα σχετικά με αυτό το θρυλικό μυθοπλαστικό δημιούργημα, και ο Λιούις τα παρουσιάζει σε όλο τους το αντιφατικό μεγαλείο. Για παράδειγμα, ο Μπάμπιτ θεωρεί τον εαυτό του υπόδειγμα ηθικής και ακεραιότητας ενώ στην πραγματικότητα είναι ένας οπορτουνιστής που δεν διστάζει να εκμεταλλευτεί τις καταστάσεις προς όφελός του. Αντίστοιχα, ενώ θέλει να αγοράζει συνεχώς αντικείμενα (από ταμπακιέρες και αναπτήρες μέχρι ταπετσαρία στο αυτοκίνητο, έχει αναπτύξει μια φετιχιστική σχέση με τα υλικά αγαθά), τα οποία θεωρεί ότι τονίζουν την ατομικότητά του και τον ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους, στην πραγματικότητα τον βυθίζουν όλο και περισσότερο σε μια ομοιογένεια, σε ένα καλούπι καταναλωτισμού που συχνά τον οδηγεί μέχρι και στο να έχει τα ίδια αντικείμενα με τον διπλανό του.

Ο Λιούις είχε κατηγορηθεί από τους κριτικούς της εποχής του ότι ο Μπάμπιτ είναι «τύπος» ανθρώπου και όχι αληθινός χαρακτήρας. Αυτό μου φαίνεται κάπως άδικο. Ο Μπάμπιτ είναι σίγουρα ενδεικτικός μιας αναγνωρίσιμης ιδιοσυγκρασίας που θα συναντούσε κανείς συχνά την εποχή εκείνη στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά ο Λιούις τον έχει μπολιάσει με αρκετές λεπτομέρειες, ανασφάλειες, φοβίες, πόθους, παραξενιές, ώστε να δείχνει επαρκώς ολοκληρωμένος και φυσικός ως χαρακτήρας. Επιπρόσθετα, ο Λιούις είναι ένας συμπονετικός συγγραφέας που ακόμα και στην πιο οξεία σάτιρά του διατηρεί μια ανθρώπινη ματιά στους χαρακτήρες του.

Το πρόβλημα με το «Μπάμπιτ» και τα υπόλοιπα μυθιστορήματα του Λιούις έγκειται κυρίως στο πόσο παλιομοδίτικα είναι. Σε μια εποχή που ο μοντερνισμός βρισκόταν σε πλήρη άνθιση, όπου καλλιτεχνικά ρεύματα αναζητούσαν νέες μορφές έκφρασης προκειμένου να αποτυπώσουν τις συντριπτικές αλλαγές που συντελούνταν στις δυτικές κοινωνίες, ο Λιούις παρέμενε πεισματικά απαθής ως προς τις υφολογικές καινοτομίες και τους πειραματισμούς.

Αντίθετα, η αντίληψή του ως προς τη συγγραφή ήταν εκείνη ενός λειτουργήματος που στόχευε στην ηθική και πνευματική ωρίμανση της κοινωνίας μέσα από τη ρεαλιστική σάτιρα, η οποία μάλιστα έπρεπε να έχει λαϊκή απήχηση και να μπορεί να διαβάζεται από όλους. Αυτό είναι βεβαίως απολύτως σεβαστό και μάλιστα παραπέμπει σε μια θεώρηση του δέκατου ένατου αιώνα γύρω από τον ρόλο του μυθιστορήματος, αλλά σε μια περίοδο κοσμογονικών αλλαγών έδειχνε ελαφρώς παρωχημένο.

Πάντως αυτό δεν αναιρεί το ότι ο Λιούις ήταν ένας γενναίος συγγραφέας με έντονη κοινωνική συνείδηση και βαθιά πίστη στο λειτούργημά του. Η σημαντικότερη παρακαταθήκη του ήταν η διαρκής απογύμνωση της υποκρισίας ηθών και αντιλήψεων με όπλο την κοινωνική σάτιρα. Από αυτή την οπτική γωνία, ο Λιούις παραμένει διαχρονικός. Το κατά πόσο παραμένει επίκαιρος ή αν η γραφή του μοιάζει ξεπερασμένη είναι κάτι που σχετίζεται και με την υποκειμενική αντίληψη του κάθε αναγνώστη.

 

«Μπάμπιτ» του Σίνκλαιρ Λιούις από τις εκδόσεις Λέμβος

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.