«Η άνοδος του Αρτούρο Ούι» του Μπέρτολτ Μπρεχτ σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη: Απολίτικη απόδοση ενός πολιτικού έργου

Το ζήτημα δεν είναι η φόρμα, αλλά το περιεχόμενο που οφείλει, από το ίδιο το έργο, αλλά και από τη σημερινή συγκυρία, να είναι πολιτικό, όμως η έλλειψη αναφορών στη σημερινή δυστοπία καθιστά την παράσταση σχεδόν απολίτικη

Φωτογραφίες: © Patroklos Skafidas

Ο Μπρεχτ είναι μια σύνθετη περίπτωση θεατρικού συγγραφέα. Πέρα από τα έργα του και τη σπουδαία ποίησή του, προσφέρει στην ουσία και μια μέθοδο για να προσεγγίσει κανείς το θέατρο –και το σπουδαιότερο: δεν πρόκειται για μια μέθοδο που αν την ακολουθήσει κανείς, θα βρεθεί απαραιτήτως να κάνει μπρεχτικό θέατρο. Τα κείμενά του αποτελούν παραβολές που ανατέμνουν με τρόπο καίριο και διαχρονικό την παθογένεια της ανθρώπινης φύσης και των κοινωνιών, πολιτικά δοκίμια που μπορούν να αποβούν πολύτιμα στον σημερινό θεατή που επιθυμεί να κατανοήσει τη σημερινή πραγματικότητα. Τα τελευταία χρόνια λίγα έργα του Μπρεχτ βρίσκουν τον δρόμο προς τις ελληνικές σκηνές. Κάθε λοιπόν παράσταση των αριστουργημάτων του αποτελεί καλό νέο, και αντιμετωπίζεται καταρχάς θετικά.

Στην περίπτωση της παράστασης «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι» του Μπέρτολτ Μπρεχτ σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη, αισθάνομαι υποχρεωμένος να διατυπώσω ορισμένες ενστάσεις. Πρώτα απ’ όλα, έργο του Μπρεχτ με τίτλο «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι» δεν υφίσταται. Το έργο τιτλοφορείται «Η αποτρέψιμη άνοδος του Αρτούρο Ούι» -ή, αν προτιμά ο μεταφραστής, αποτρεπτή ή αποτρεπτέα. Πάντως ο συγγραφέας ήδη από τον τίτλο είναι σαφής: πρόκειται για μια άνοδο που μπορεί, που πρέπει, που οφείλει να αποτραπεί. Δεν είναι μια λεπτομέρεια που βαραίνει τον τίτλο, που τον κάνει λιγότερο «εμπορικό»: είναι μια λέξη που αποκαλύπτει την ίδια την πρόθεση του κειμένου: την παρουσίαση γεγονότων που έχουν συμβεί με σκοπό την αποτροπή της επανάληψής τους στο μέλλον.

Επίσης, είναι ίσως το εκτενέστερο σε διάρκεια έργο του Μπρεχτ –τετράπρακτο. Αν το παρουσιάσει κανείς αυτούσιο, η διάρκειά του φλερτάρει με τις τρεις ώρες. Το πώς χώρεσε το συγκεκριμένο κείμενο σε μια παράσταση διάρκειας μίας ώρας και είκοσι λεπτών, είναι αληθινά απορίας άξιον. Ειδικά αν σκεφτούμε πως οι διαχειριστές των δικαιωμάτων των έργων του Μπρεχτ δεν φημίζονται για την ελαστικότητά τους σε τέτοια ζητήματα.

 

Γι’ αυτό και τέτοια έργα συνήθως ανεβαίνουν σε κρατικά θέατρα ή στο πλαίσιο κάποιου φεστιβάλ: γιατί εκεί η ματιά δεν είναι –διορθώνω: οφείλει να μην είναι- στο ταμείο, στο αν ο τίτλος είναι μακροσκελής και δύσληπτος από τον βιαστικό αναγνώστη του διαδικτύου ή μιας εφημερίδας, στο αν η διάρκεια της παράστασης μπορεί να είναι αποτρεπτική. Δεν λέω πως είναι κακή ιδέα να ανεβαίνουν τέτοιες παραστάσεις από ιδιώτες παραγωγούς –τουναντίον. Αρκεί να έχει κανείς αποφασίσει να παίξει με τους κανόνες που επιβάλλουν το κείμενο και ο συγγραφέας, κι όχι να προσαρμόζεται το έργο σε ό,τι επιτάσσει το ταμείο. Για την ιστορία, η τελευταία παράσταση του έργου που θυμάμαι –χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν μεσολάβησε άλλη –είναι αυτή του Ανδρέα Βουτσινά το 1995 στο Εθνικό Θέατρο, με τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο στον επώνυμο ρόλο.

Ο συγγραφέας στα γραπτά του, σε σχέση με το «Αρτούρο Ούι», πηγαίνει ακόμα ένα βήμα πιο μακριά: παραθέτει οδηγίες για το ανέβασμά του, έτσι ώστε ο σκηνοθέτης να αποφύγει το στυλιζάρισμα. Ο Άρης Μπινιάρης κινήθηκε προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση: προς το απόλυτο στυλιζάρισμα. Φυσικά, κανείς δεν υποστηρίζει πως ο σκηνοθέτης οφείλει να ακολουθήσει τις οδηγίες του συγγραφέα –ειδικά το 2023. Όταν όμως κινείται ακριβώς αντίθετα προς αυτές, οφείλει να έχει κάποιο λόγο. Είχε;

Ο Μπινιάρης γνωρίζει πολύ καλά πώς να στήσει μια παράσταση, και αυτό κάνει κι εδώ. Ο ρυθμός της, δεμένος με τη μουσική, -μάλλον παλαιάς αισθητικής και λογικής, του Αλέξανδρου Δράκου Κτιστάκη- όπως συνηθίζει ο σκηνοθέτης,  είναι καταιγιστικός. Η  αισθητική του ακολούθησε τη μορφή των σκοτεινών κόμικς και είναι άψογη, όπως και η δουλειά του Πάρι Μέξη.

Το ίδιο ισχύει και για τις ερμηνείες: ο Γιώργος Χρυσοστόμου, σε ερμηνευτική ωριμότητα, είναι ένας πολύ συμπαγής Ούι/Χίτλερ. Ο Γιάννης Αναστασάκης είναι ίσως καλύτερος από ποτέ ως Ντόγκσμποροου/Χίντεμπουργκ. Ηθοποιοί έμπειροι και σημαντικοί όπως ο Δαυίδ Μαλτέζε, ο Μιχάλης Βαλάσογλου ή η Μαρία Παρασύρη,  αλλά και νεώτεροι –όλοι είναι άξιοι αναφοράς, αλλά ξεχώρισα την Αλεξία Σαπρανίδου και τον Ερρίκο Μηλιάρη-  παρουσιάζουν ένα αποτέλεσμα καλοκουρδισμένο, μια μηχανή καλολαδωμένη που δεν λαθεύει στιγμή.

Το ζήτημα λοιπόν δεν είναι η φόρμα, αλλά το περιεχόμενο. Ένα περιεχόμενο που οφείλει, από το ίδιο το έργο, αλλά και από τη σημερινή συγκυρία, να είναι πολιτικό. Ο Μπρεχτ μόλις και μετά βίας παραλάσσει τα ονόματα από τα πραγματικά – ο Γκίμπολα /Γκαίμπελς, ο Ρόμα/Ρεμ, ο Ντόγκσμποροου/Χίντεμπουργκ (βιτριολικό το λογοπαίγνιο του Hind με το Hund=σκύλος)-  εκθέτοντας ευθέως τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στην πατρίδα του, στην οποία το έτος συγγραφής του έργου (1941) ο Χίτλερ παραμένει κυρίαρχος.

Πέρα από τη στυλιζαρισμένη αναπαράσταση του τότε, τι έχει να παρουσιάσει το 2023 της ανόδου του νεοφασισμού παντού, της Λεπέν, της Μελόνι, του Όρμπαν, της εκφασισμένης ελληνικής κοινωνίας που έδωσε στις εκλογές ποσοστά δυσθεώρητα σε μια εγκληματική οργάνωση και παραληρεί σε κάθε κορώνα ξενοφοβικού μίσους, η συγκεκριμένη παράσταση; Όχι και πολλά. Αναζήτησα εναγωνίως τις αναφορές. Δεν τις βρήκα. Και προφανώς αυτό δεν είναι κάτι που υπήρχε στις προθέσεις του σκηνοθέτη –δεν αμφιβάλλω πως θα ήθελε η παράσταση να ευαισθητοποιεί τον θεατή προς αυτή την κατεύθυνση. Όμως δεν φτάνει να επιλέξει κανείς να ανεβάσει αυτό το έργο για να επιτύχει το συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Προφανέστατα δεν περίμενα –ούτε θα επιθυμούσα- εύκολες και ευθείες αναλογίες προσώπων και καταστάσεων. Όμως η έλλειψη αναφορών στη σημερινή δυστοπία καθιστά την παράσταση σχεδόν απολίτικη. Κι αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα…

Επίσης, δεν μπορώ να μην ενοχλούμαι από τα macho χαρακτηριστικά που ο Μπινιάρης επιμένει τα τελευταία χρόνια να προσδίδει στους ήρωές του, θετικούς ή αρνητικούς: macho ο Προμηθέας, macho ο Ούι, macho και η λογική πίσω από την παρουσίαση της «Ηλέκτρας».

Μερικές φορές ο Διάβολος κρύβεται πίσω από τις λέξεις: η άνοδος του Αρτούρο Ούι στην παράσταση του Μπινιάρη, μοιάζει αναπότρεπτη. Σαν ο ακρωτηριασμένος τίτλος να εκδικείται. Σαν το Κακό στο συγκεκριμένο κόμικ να μην βρήκε επαρκείς αντιπάλους…

Info παράστασης:

Η άνοδος του Αρτούρο Ούι | Θέατρο ARK

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.