«Αίας» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Αργύρη Ξάφη: Παλεύοντας με το Θηρίο

Ο Αργύρης Ξάφης έσκυψε πάνω από την πρώτη του τραγωδία με εντιμότητα, εργατικότητα, ενθουσιασμό και πάθος. Ίσως να μην ήταν ακόμα έτοιμος

Φωτογραφίες: © Karol Jarek

Οι ενδιαφερόμενοι, είτε πρόλαβαν ήδη να δουν την παράσταση, είτε διάβασαν συνεντεύξεις και σχόλια, γνωρίζουν ήδη για την επιλογή του Αργύρη Ξάφη να ξεκινήσει την παράσταση από τα μισά περίπου του κειμένου, δηλαδή από τη διαμάχη γύρω από την ταφή του Αίαντα, κι ύστερα να επιστρέψει στην αρχή, στην εξαπάτησή του από την Αθηνά που θα τον οδηγήσει στην τρέλα και τελικώς στην αυτοκτονία. Η παράσταση ξεκινά με μια παρατεταμένη, υποβλητική σιωπή, που τη θρυμματίζει η φωνή της Εύης Σαουλίδου που ερμηνεύει την Τέκμησσα: «Αλίμονο». Η σιωπή αυτή που επιβάλλεται σε σκηνή και κοινό, ένα εργαλείο πολύτιμο και υποτιμημένο –σαν να τη φοβούνται θανάσιμα οι σκηνοθέτες, παραγεμίζοντάς την με ήχους και σχόλια- είναι εξαιρετικά σωστή. Η δε Σαουλίδου ανήκει στις ηθοποιούς της γενιάς της που σαφέστατα ανήκουν τόσο στην τραγωδία όσο και στο χώρο της Επιδαύρου. Σπάνια η στόφα της και οι δυνατότητές της. Επίσης, αυτή η αντιστροφή χαρίζει στον σκηνοθέτη ένα πολύ εντυπωσιακό φινάλε: την αυτοκτονία του Αίαντα με πτώση πάνω στο σπαθί του.

Κι όμως, αυτή η επιλογή που μοιάζει να διαθέτει αρετές, αποδεικνύεται επικίνδυνη. Αφ’ ενός, ο θρήνος της Τέκμησσας, κορύφωση μιας διαδικασίας που δεν έχουμε ακόμα δει με τη δομή που έχει η παράσταση, μοιάζει μετέωρος και αδικαίωτος. Αφ’ ετέρου, οι θεατές που δεν γνωρίζουν το έργο ή το μύθο του, αποπροσανατολίζονται και δύσκολα παρακολουθούν την πλοκή στη μορφή που έχει πάρει.

Ο λόγος που ξεκίνησα τους προβληματισμούς πάνω στην παράσταση από αυτό το σημείο, δεν είναι απλώς για να δούμε πόσο μια αρχαία τραγωδία μπορεί να αποδειχτεί ελάχιστα ανθεκτική σε παρεμβάσεις -ίσως μια άλλη αντίστοιχη παρέμβαση σε ένα άλλο κείμενο να λειτουργούσε. Είναι περισσότερο για να πάρουμε μια γεύση του πόσο δύσκολη είναι η προσέγγιση αυτών των έργων, πόσο εύκολα ένα εύρημα ξεστρατίζει, πόση γνώση και εμπειρία, πόση πορεία πρέπει να διανύσει κανείς πριν να τα αγγίξει.

Το εγχείρημα του Αργύρη Ξάφη έχει δύο βασικές αδυναμίες. Δεν αποκαλύπτω κανένα μυστικό: είναι προφανές πως το πρώτο ζήτημα που έχει να αντιμετωπίσει κανείς στο ανέβασμα μιας τραγωδίας είναι ο χορός. Απάντηση σε αυτό δεν δόθηκε: αμήχανος, χωρίς ξεκάθαρο ρόλο, ο χορός στον «Αίαντα» ήταν σκηνικά μέρος του προβλήματος και ποτέ της λύσης. Διόλου δεν τον βοήθησε η μουσική του Κορνήλιου Σελαμσή, που ισορροπώντας κάπου ανάμεσα σε Μάνο Χατζιδάκι και Γιάννη Χρήστου, σχολίαζε κάθε τόσο άστοχα το λόγο κάνοντας μάλλον ενοχλητική την παρουσία της –ειδικά στον μονόλογο του Αίαντα.

Κριτική Ξάφης - Αίας

Το δεύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στον κεντρικό ρόλο. Ακόμα μια επιλογή που εκ πρώτης όψεως μπορεί να φαινόταν ορθή: ο Στάθης Σταμουλακάτος, πολύ καλός ηθοποιός, διαθέτει και το παράσημο, και τη φωνή που απαιτεί ο Αίας. Όμως οι κώδικές του είναι εντελώς διαφορετικοί από αυτούς που λειτουργούν σε μια τραγωδία. Έχοντας πολύχρονη θητεία σε ένα θέατρο ρεαλιστικό, σχεδόν αποκλειστικά νεοελληνικό, τα βήματά του τον οδηγούν ενστικτωδώς σε μια κατεύθυνση που δεν μπορεί να λειτουργήσει στο συγκεκριμένο είδος. Ίσως να μην υπήρξε ο απαιτούμενος χρόνος για να οδηγηθεί εντελώς αλλού από το δρόμο που έχει συνηθίσει. Όταν παίζεις επί μακρόν μία και μόνο φόρμα, σου γίνεται εξαρτημένο αντανακλαστικό και απαιτείται τριβή για να την αποβάλεις.

Αυτά που σημειώνονται ως τώρα είναι για να φανεί κυρίως πόσο δύσκολο και απαιτητικό είδος είναι η τραγωδία. Η παράσταση του Ξάφη διαθέτει πολλές αρετές που αξίζει να σημειωθούν, ιδιαιτέρως στις ερμηνείες.

Για την Εύη Σαουλίδου μιλήσαμε ήδη. Ο Δημήτρης Ήμελλος επίσης βρέθηκε σε μεγάλη μέρα: ο Οδυσσέας του είναι πολυεπίπεδος, με σπάνια εσωτερικότητα, ακροβατώντας ανάμεσα στο στερεότυπο που τον θέλει «πολυμήχανο» και στην αμφισβήτηση του ίδιου του εαυτού και του ρόλου του. Μια ερμηνεία που θα θυμόμαστε για καιρό.

Ο Αγαμέμνων του Νίκου Χατζόπουλου είναι απολύτως θεμιτός: επελέγησαν χαρακτηριστικά του που είναι γνωστά από όλα όσα γνωρίζουμε για εκείνον τόσο μέσα από τις τραγωδίες, όσο και από την «Ιλιάδα». Ο Οδυσσέας τον σταματά με τους χειρισμούς του πριν να φτάσει στην Άτη –πράγμα που δεν συνέβη σε άλλες περιπτώσεις.

Ο Μενέλαος του Γιάννη Νταλιάνη φλέρταρε με την υπερβολή –ειδικά στα γέλια του προς το τέλος της σύγκρουσης των δύο βασιλέων με τον Τεύκρο. Η ποιότητά του τον σταμάτησε πριν τη φτάσει.

Εξαιρετική η Αθηνά της Δέσποινας Κούρτη: παιγνιώδης, ειρωνική και με την ελαφρότητα των θεών που παίζουν με τη μοίρα των θνητών σχεδόν για το κέφι τους. Μια ηθοποιός με έμφυτο μέτρο, χάρισε στο ρόλο όλες τις διαστάσεις που αυτός θα μπορούσε να πάρει.

Μονόχορδος και «στα κόκκινα» από την πρώτη ως σχεδόν την τελευταία στιγμή ο Τεύκρος του Χρίστου Στυλιανού, ενδεχομένως να στέρησε από το ρόλο κάποιες αποχρώσεις που τις χρειαζόταν –ο χαρακτήρας έχει πολλές ιδιαιτερότητες, και ο Σοφοκλής τον έχει πλάσει με μεγάλη λεπτομέρεια.

Ο σκηνικός χώρος που δημιούργησε η Μαρία Πανουργιά στην πρώτη της απόπειρα στην Επίδαυρο ήταν λειτουργικός και ατμοσφαιρικός. Το ίδιο ισχύει για τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη και τους φωτισμούς του Αλέκου Αναστασίου. Η μετάφραση του Νίκου Α. Παναγιωτόπουλου σε σημεία υπέπεσε σε λεξιπλασίες που προσωπικά με πέταξαν έξω.

Κριτική Ξάφης - Αίας

Ο Αργύρης Ξάφης έσκυψε πάνω από την πρώτη του τραγωδία με εντιμότητα, εργατικότητα, ενθουσιασμό και πάθος. Ίσως να μην ήταν ακόμα έτοιμος. Δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει τις αρετές της παράστασής του-θα ήταν υπερβολική και παράλογη αυστηρότητα. Αλλά το αποτέλεσμα δεν τον δικαιώνει. Κάποια στιγμή θα πρέπει να μπούμε σε μια διαδικασία επώδυνου και εις βάθος διαλόγου για το Αρχαίο Δράμα και ειδικότερα για την Επίδαυρο –και δεν μιλώ για ημερίδες που χαϊδεύουν αυτιά και τελειώνουν με όλες τις πλευρές ευτυχείς και αλώβητες, αλλά για έρευνα που θα αγγίξει πληγές, θα αποτολμήσει τομές και θα προτείνει κατευθύνσεις για το αύριο. Κι η ευθύνη γι’ αυτό φυσικά δεν βαρύνει τον σκηνοθέτη, αλλά αυτούς που κάνουν τις επιλογές: το Εθνικό Θέατρο, το Φεστιβάλ Αθηνών. Ο Ξάφης αργά ή γρήγορα τον δρόμο θα τον βρει.

Υ.Γ. Στη φράση του Μενέλαου «Το σφάλμα είναι των δικαστών, όχι δικό μου» ακούστηκαν αυθόρμητα γελάκια από το κοινό, διάσπαρτα σε όλο το θέατρο. Αυτό λέει πολλά για την ιστορική στιγμή στην οποία βρισκόμαστε, αλλά και για το πώς αντιδρά το κοινό του θεάτρου σε σκηνικά και κοινωνικά ερεθίσματα.

Info παράστασης:

«Αίας» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Αργύρη Ξάφη

Εγγραφείτε στο newsletter μας

Κάθε Σάββατο θα λαμβάνετε στο e-mail σας το newsletter του ελc με τις προτάσεις μας για την εβδομάδα!

Podpourri. Ιστορίες που ακούγονται

Ακολουθήστε το ελculture.gr στο Google News

το ελculture σας προσκαλεί σε εκδηλώσεις

ΓΡΑΨΕ ΤΟ ΣΧΟΛΙΟ ΣΟΥ

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.